Τη σημασία της πολιτικής σταθερότητας ως το κεντρικό οικονομικό διακύβευμα των επόμενων βουλευτικών εκλογών στο σημερινό περιβάλλον αυξημένης αβεβαιότητας υπογραμμίζει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας. Μιλώντας στο «Βήμα της Κυριακής» τονίζει πως πρόκειται για το σημαντικότερο «άυλο κεφάλαιο» μιας χώρας, καθώς της επιτρέπει να υλοποιεί με συνέπεια οικονομικές πολιτικές και να αντιμετωπίζει με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα καταστάσεις κρίσεων.
Ο ίδιος εμφανίζεται αισιόδοξος για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, εκτιμώντας ότι η ανάπτυξη θα παραμείνει πάνω από το 2% και το 2026.
Εν όψει της ολοκλήρωσης του Ταμείου Ανάκαμψης τον ερχόμενο Αύγουστο, τονίζει πως η επόμενη ημέρα δεν συνεπάγεται έλλειψη πόρων, αλλά μια μετάβαση σε ένα διαφορετικό, περισσότερο σύνθετο μείγμα χρηματοδοτικών πηγών.
Αναφορικά με τον τραπεζικό κλάδο και την αναδιάταξη του χάρτη μετά τη δημιουργία του 5ου πόλου, σημειώνει πως «όσο λειτουργεί ο ανταγωνισμός προς όφελος των πελατών, αλλά και των ίδιων των τραπεζών, η δομή του συστήματος θα είναι η σωστή». Συμπληρώνει ωστόσο πως «αυτό είναι κάτι δυναμικό που αξιολογείται στη βάση των δεδομένων συνθηκών σε κάθε χρονική στιγμή».
Τέλος, ο κ. Στουρνάρας προτείνει μέτρα για την αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος, καλώντας την Πολιτεία να αναλάβει δράση, ενώ αναφορικά με την ανάγκη αύξησης των μισθών υπογραμμίζει πως αν και προβάλλει ως δελεαστική επιλογή, είναι βιώσιμη μόνο αν συνοδεύεται με αντίστοιχη ενίσχυση της παραγωγικότητας.
ΕΡ.: Κύριε Στουρνάρα, η ελληνική οικονομία πέτυχε υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης για ακόμη μία χρονιά το 2025 σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Ποια είναι η εκτίμησή σας για το 2026;
ΑΠ: Σύμφωνα με τις τρέχουσες προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος, ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ το 2025, αλλά και το 2026, αναμένεται να διαμορφωθεί σε 2,1%, υπερβαίνοντας τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης της ευρωζώνης. Ετσι, η χώρα θα παραμείνει σε τροχιά πραγματικής σύγκλισης με την ευρωζώνη.
Η ιδιωτική κατανάλωση το 2026 αναμένεται ότι θα αυξηθεί με ρυθμό περίπου στο 2,0% και οι επενδύσεις εκτιμάται ότι θα αυξηθούν και το 2026 με ρυθμό πάνω από 8,5%
Βασικότερη συνιστώσα της μεγέθυνσης αναμένεται να είναι η κατανάλωση, ενώ οι επενδύσεις και οι εξαγωγές θα συνεχίσουν να συμβάλλουν θετικά.
Πιο αναλυτικά, η ιδιωτική κατανάλωση το 2026 αναμένεται ότι θα αυξηθεί με ρυθμό περίπου στο 2,0%. Οι επενδύσεις εκτιμάται ότι θα αυξηθούν και το 2026 με ρυθμό πάνω από 8,5%, ενώ με το πέρας της περιόδου εφαρμογής του NGEU το 2026, ο ρυθμός αύξησής τους εκτιμάται ότι θα μετριαστεί.
Οι συνολικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών προβλέπεται ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται με ρυθμό κοντά στο 3% και το 2026
Εν τούτοις, αναμένεται ότι η υλοποίηση των επενδύσεων και οι διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις που συνδέονται με την περίοδο υλοποίησης του NGEU θα έχουν δευτερογενείς επιδράσεις, επηρεάζοντας την οικονομική ανάπτυξη και μετά το 2026.
Οι συνολικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών προβλέπεται ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται με ρυθμό κοντά στο 3% και το 2026, συμβαδίζοντας με την ενισχυμένη ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων και την αναμενόμενη βελτίωση της εξωτερικής ζήτησης.
ΕΡ.: Την ίδια στιγμή πάντως έρευνες δείχνουν πως η Ελλάδα έχει τις χειρότερες επιδόσεις ως προς την υποκειμενική αίσθηση φτώχειας. Πώς το ερμηνεύετε αυτό;
ΑΠ.: Η υποκειμενική φτώχεια αποτελεί έναν σχετικά νέο δείκτη που δημοσιεύει η EUROSTAT, ο οποίος συμπληρώνει τον πλέον παραδοσιακό δείκτη φτώχειας – τον κίνδυνο φτώχειας – που μετράει τη μερίδα του πληθυσμού με διαθέσιμο εισόδημα κάτω του 60% του εθνικού διαμέσου διαθέσιμου εισοδήματος.
Την περίοδο 2010-2012 ο δείκτης κινδύνου φτώχειας επιδεινώθηκε, ενώ τα νοικοκυριά βίωσαν μια μεγάλη πτώση στο εισόδημα και απώλειες σε μισθούς, απασχόληση και κοινωνικές παροχές
Ο σκοπός του δείκτη υποκειμενικής φτώχειας είναι να αξιολογήσει την αντίληψη των ερωτώμενων σχετικά με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το νοικοκυριό για να ανταποκριθεί στις οικονομικές του υποχρεώσεις. Συνεπώς, συνδέει το εισόδημα πιο άμεσα με το κόστος διαβίωσης. Η εξέλιξη του δείκτη υποκειμενικής φτώχειας συνδέεται και με την εμπειρία της οικονομικής κρίσης.
Μετά την κρίση χρέους, η σταδιακή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας συνοδεύτηκε από αύξηση της απασχόλησης και των αμοιβών
Για παράδειγμα, την περίοδο 2010-2012 ο δείκτης κινδύνου φτώχειας επιδεινώθηκε, ενώ τα νοικοκυριά βίωσαν μια μεγάλη πτώση στο εισόδημα και απώλειες σε μισθούς, απασχόληση και κοινωνικές παροχές, γεγονός που οδήγησε σε αύξηση της υποκειμενικής φτώχειας (από 58,4% για τα εισοδήματα του 2009 σε 78,3% για εκείνα του 2012).
Το κόστος διαβίωσης – ενέργεια, στέγαση, διατροφή, υπηρεσίες – ανέβηκε γρήγορα με αποτέλεσμα ακόμα και οι παρατηρούμενες αυξήσεις στους μισθούς να μην επαρκούν
Μετά την κρίση χρέους, η σταδιακή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας συνοδεύτηκε από αύξηση της απασχόλησης και των αμοιβών, βελτιώνοντας τις συνθήκες διαβίωσης για πολλά νοικοκυριά. Αυτό αποτυπώνεται και στον δείκτη υποκειμενικής φτώχειας, ο οποίος υποχώρησε σε 66,8% το 2024. Ωστόσο, το υψηλό αίσθημα φτώχειας στην Ελλάδα μπορεί να δικαιολογηθεί, λόγω του υψηλού και επίμονου πληθωρισμού μετά την πανδημία.
Η εμπειρία της κρίσης δημιούργησε μια συλλογική ψυχολογική πληγή που δεν αντιμετωπίζεται εύκολα: η καχυποψία, η αβεβαιότητα για το μέλλον και οι αναμνήσεις των περικοπών και των δυσκολιών διατηρούνται
Το κόστος διαβίωσης – ενέργεια, στέγαση, διατροφή, υπηρεσίες – ανέβηκε γρήγορα με αποτέλεσμα ακόμα και οι παρατηρούμενες αυξήσεις στους μισθούς να μην επαρκούν.
Ταυτόχρονα, η ανασφάλεια και οι οικονομικές πιέσεις παραμένουν ακόμη και για όσους έχουν σταθερή εργασία. Η εμπειρία της κρίσης δημιούργησε μια συλλογική ψυχολογική πληγή που δεν αντιμετωπίζεται εύκολα: η καχυποψία, η αβεβαιότητα για το μέλλον και οι αναμνήσεις των περικοπών και των δυσκολιών διατηρούνται.
ΕΡ.: Υπάρχουν λύσεις για να βελτιωθεί η κατάσταση σε αυτά τα μέτωπα κατά τη γνώμη σας;
ΑΠ.: Ο υψηλός πληθωρισμός των τελευταίων χρόνων και το συνεπαγόμενο υψηλό κόστος διαβίωσης έχουν δημιουργήσει “πίεση” σε πολλά νοικοκυριά, περισσότερο δε στα οικονομικά ασθενέστερα. Ηδη από το 2022 υιοθετήθηκε ένα ευρύ και γενναιόδωρο δημοσιονομικό πακέτο μέτρων για τη στήριξη του εισοδήματος των πιο ευάλωτων νοικοκυριών, αλλά και για τη συγκράτηση των τιμών, που αντιστάθμισε σε μεγάλο βαθμό τις επιπτώσεις της πληθωριστικής διαταραχής.
Η αύξηση των μισθών προβάλλει φυσικά ως δελεαστική επιλογή, αλλά είναι βιώσιμη μόνο αν συνοδεύεται με αντίστοιχη αύξηση της παραγωγικότητας
Ωστόσο, η επιμονή του πληθωρισμού σίγουρα προβληματίζει και επιβάλλει την εξέταση πρόσθετων πολιτικών. Η πρόσφατη φορολογική μεταρρύθμιση, για παράδειγμα, σχεδιάστηκε εν μέρει και με γνώμονα την προστασία του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών.
Η αύξηση των μισθών προβάλλει φυσικά ως δελεαστική επιλογή, αλλά είναι βιώσιμη μόνο αν συνοδεύεται με αντίστοιχη αύξηση της παραγωγικότητας.
Πρέπει να γίνει προσπάθεια για μείωση του κόστους ζωής για παράδειγμα με πολιτικές στέγασης, ιδίως για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες
Αλλιώς, για να διατηρηθούν σταθερά τα κέρδη των επιχειρήσεων, δημιουργείται πίεση για αύξηση των τιμών, η οποία οδηγεί με τη σειρά της σε πληθωρισμό ή, αν δεν υλοποιηθεί, σε μείωση της απασχόλησης.
Συνεπώς, το προαπαιτούμενο για την αύξηση των μισθών είναι η αύξηση της παραγωγικότητας, η οποία μπορεί να επιτευχθεί μέσω επενδύσεων, βελτιώσεων στην παραγωγική δομή της οικονομίας, και μεταρρυθμίσεων. Επιπλέον, πρέπει να γίνει προσπάθεια για μείωση του κόστους ζωής για παράδειγμα με πολιτικές στέγασης (π.χ. ενίσχυση κοινωνικής κατοικίας), ιδίως για τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, δηλαδή νέους, ανέργους, χαμηλόμισθους.
Πολιτικές που ενισχύουν τον ανταγωνισμό ή μειώνουν το κόστος παραγωγής, όπως η υιοθέτηση τεχνολογίας και αυτοματισμών, θα μειώσουν τις τελικές τιμές για τον καταναλωτή
Χρειάζονται όμως συμπληρωματικά και μεταρρυθμίσεις. Για παράδειγμα, η απλοποίηση της γραφειοκρατίας και των αδειοδοτήσεων, η βελτίωση υποδομών (σε ενέργεια, μεταφορές, δίκτυα), καθώς και ένα σταθερό φορολογικό πλαίσιο που ενθαρρύνει τις επενδύσεις, ενδυναμώνουν τη λειτουργία της αγοράς.
Συνολικά, η εμπιστοσύνη στο κράτος και η αίσθηση ασφάλειας παίζουν σημαντικό ρόλο στην υποκειμενική ευημερία
Επίσης, πολιτικές που ενισχύουν τον ανταγωνισμό ή μειώνουν το κόστος παραγωγής, όπως η υιοθέτηση τεχνολογίας και αυτοματισμών, θα μειώσουν τις τελικές τιμές για τον καταναλωτή.
Τέλος, η αναβάθμιση των δημόσιων υπηρεσιών (υγεία, παιδεία, μεταφορές) και η βελτίωση της πρόσβασης σε αυτές μπορούν να βελτιώσουν την ποιότητα και το κόστος διαβίωσης. Συνολικά, η εμπιστοσύνη στο κράτος και η αίσθηση ασφάλειας παίζουν σημαντικό ρόλο στην υποκειμενική ευημερία.
ΕΡ.: Για το στεγαστικό πρόβλημα μπορεί να υπάρξει απάντηση με πρωτοβουλίες της Πολιτείας;
ΑΠ.: Το πρόβλημα αυτό δεν αποτελεί ελληνική ιδιαιτερότητα, αλλά εντοπίζεται σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, με τις μεγαλύτερες πιέσεις να εμφανίζονται στα μεγάλα μητροπολιτικά κέντρα. Η Πολιτεία έχει προχωρήσει σε σειρά παρεμβάσεων, όπως τα προγράμματα “Σπίτι μου” Ι και ΙΙ και επιδότησης ενοικίου, τα κίνητρα για την ανακαίνιση παλαιών κατοικιών, καθώς και τις ρυθμίσεις που αφορούν τις βραχυχρόνιες μισθώσεις και το πρόγραμμα Golden Visa.
Παράλληλα, με την ψηφιοποίηση μεγάλου αριθμού υπηρεσιών του κράτους αλλά και με επιμέρους νομοθετικές ρυθμίσεις έχουν γίνει αρκετά βήματα προς την απλοποίηση των διαδικασιών.
Η αξιοποίηση των ακινήτων του Δημοσίου για την ανάπτυξη προσιτής κατοικίας, μέσω συνεργασιών δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, μπορεί να αποτελέσει βιώσιμη λύση για τη στέγαση
Ωστόσο εξακολουθούν να υφίστανται καθυστερήσεις. Η μείωση της γραφειοκρατίας και η επιτάχυνση των διαδικασιών των μεταβιβάσεων, τακτοποιήσεων, αδειοδοτήσεων και της εκδίκασης σχετικών νομικών υποθέσεων, όπως και η διασφάλιση ενός σταθερού νομικού και φορολογικού πλαισίου, μπορούν να δώσουν κίνητρο επανένταξης στην αγορά ανενεργών ακινήτων και ώθηση σε νέες επενδύσεις σε κατοικία.
Η ουσιαστική επίλυση του στεγαστικού απαιτεί ωστόσο και ευρύτερο στρατηγικό σχεδιασμό που θα στοχεύει σε ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη και διάχυση της ζήτησης για κατοικία
Η αξιοποίηση των ακινήτων του Δημοσίου για την ανάπτυξη προσιτής κατοικίας, μέσω συνεργασιών δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, μπορεί να αποτελέσει βιώσιμη λύση για τη στέγαση, υπό την προϋπόθεση ότι θα εφαρμοστεί σε περιοχές με έλλειμμα κατοικιών. Η ουσιαστική επίλυση του στεγαστικού απαιτεί ωστόσο και ευρύτερο στρατηγικό σχεδιασμό, που θα στοχεύει σε ισόρροπη οικονομική ανάπτυξη και διάχυση της ζήτησης για κατοικία στο σύνολο της χώρας.
Στοχευμένες τοπικές παρεμβάσεις εντός του αστικού ιστού θα μπορούσαν να προσφέρουν περισσότερες εναλλακτικές κατοικίες
Η βελτίωση των υποδομών και υπηρεσιών στην περιφέρεια, η ολοκλήρωση των τοπικών πολεοδομικών σχεδίων και η βελτίωση της σύνδεσης περιφερειακών πόλεων και οικισμών με τα μητροπολιτικά κέντρα, θα μπορούσαν σταδιακά να βελτιώσουν την ελκυστικότητα περιοχών για μόνιμη εγκατάσταση.
Επιπρόσθετα, στοχευμένες τοπικές παρεμβάσεις εντός του αστικού ιστού, όπως η επέκταση του δικτύου των μέσων σταθερής τροχιάς στα μητροπολιτικά κέντρα ή η ανάπλαση και ένταξη εκτάσεων στην οικιστική χρήση, θα μπορούσαν να προσφέρουν περισσότερες εναλλακτικές κατοικίες εντός των ευρύτερων ορίων των πόλεων».
ΕΡ.: Κάποια στιγμή μέχρι το καλοκαίρι του 2027 θα διεξαχθούν βουλευτικές εκλογές. Ποιο πιστεύετε ότι θα είναι το διακύβευμά τους στο τρέχον διεθνές περιβάλλον αβεβαιότητας;
ΑΠ.: Ως κεντρικός τραπεζίτης, δεν αρμόζει να σχολιάζω πολιτικές εξελίξεις παρούσες ή μελλοντικές. Μπορώ όμως να τοποθετηθώ για το οικονομικό διακύβευμα των εκλογών σε ένα διεθνές περιβάλλον αυξημένης αβεβαιότητας και πολλαπλών κρίσεων – γεωπολιτικών, ενεργειακών, κλιματικών, δημοσιονομικών.
Ολοι οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης, καθώς και ευρύτερα η διεθνής επενδυτική κοινότητα, έλαβαν πολύ σοβαρά υπόψη τους τη σταθερότητα του πολιτικού περιβάλλοντος
Σε αυτό το πλαίσιο, το κεντρικό διακύβευμα για τη χώρα είναι, κατά τη γνώμη μου, η διατήρηση της πολιτικής σταθερότητας. Η σταθερότητα υπήρξε τα τελευταία χρόνια κρίσιμος παράγοντας για τη μακροοικονομική εξισορρόπηση, για τη βελτίωση της εικόνας της χώρας στις διεθνείς αγορές και για τη σταδιακή επάνοδο στην επενδυτική βαθμίδα.
Σε έναν κόσμο αυξημένης αβεβαιότητας, η πολιτική σταθερότητα είναι ίσως το σημαντικότερο «άυλο κεφάλαιο» μιας χώρας, καθώς της επιτρέπει να υλοποιεί με συνέπεια οικονομικές πολιτικές
Ολοι οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης, καθώς και ευρύτερα η διεθνής επενδυτική κοινότητα, έλαβαν πολύ σοβαρά υπόψη τους τη σταθερότητα του πολιτικού περιβάλλοντος, τη συνέπεια στην άσκηση οικονομικής πολιτικής, κυρίως της δημοσιονομικής, τον μεσοπρόθεσμο σχεδιασμό και την προσήλωση στους ευρωπαϊκούς κανόνες.
Σε έναν κόσμο αυξημένης αβεβαιότητας, η πολιτική σταθερότητα είναι ίσως το σημαντικότερο «άυλο κεφάλαιο» μιας χώρας, καθώς της επιτρέπει να υλοποιεί με συνέπεια οικονομικές πολιτικές και να αντιμετωπίζει με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα καταστάσεις κρίσεων.
Με σημείο εκκίνησης τις επόμενες εκλογές, είναι σημαντικό να διατηρήσουμε τις προσπάθειες για την περαιτέρω άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων
Το δεύτερο στοιχείο αφορά την επιτάχυνση της πραγματικής σύγκλισης της ελληνικής οικονομίας προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα πέτυχε ρυθμούς ανάπτυξης υψηλότερους από εκείνους της ευρωζώνης· για να διατηρηθεί αυτή η δυναμική, απαιτείται σταθερή ενίσχυση των επενδύσεων και της παραγωγικότητας, που αποτελούν τους βασικούς μοχλούς βιώσιμης μεγέθυνσης.
Τέλος, με σημείο εκκίνησης τις επόμενες εκλογές, είναι σημαντικό να διατηρήσουμε τις προσπάθειες για την περαιτέρω άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων καθώς και την ενίσχυση των δημόσιων πολιτικών για αναστροφή των αρνητικών επιπτώσεων του δημογραφικού στην ελληνική οικονομία. Αυτές οι προσπάθειες αποτελούν προϋπόθεση για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο ευημερίας και ανάπτυξης.
ΕΡ.: Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας οδεύει προς το τέλος του. Θεωρείτε ότι πέτυχε τον σκοπό του στην Ελλάδα;
ΑΠ.: Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας υπήρξε χωρίς αμφιβολία ένας από τους βασικούς μοχλούς της ανάκαμψης και της μεταστροφής του κλίματος για την ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια. Σε αντίθεση με άλλες περιόδους όπου η Ελλάδα υστερούσε στην απορρόφηση κοινοτικών πόρων, αυτή τη φορά η χώρα βρίσκεται συστηματικά ανάμεσα στα κράτη-μέλη με την ταχύτερη υλοποίηση, κάτι που αναγνωρίζει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις τελευταίες εκθέσεις της.
Συνολικά, το RRF συνέβαλε ουσιαστικά ώστε η Ελλάδα να βρεθεί την περίοδο 2019-2024 ανάμεσα στις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ευρώπης
Εχουμε ήδη λάβει συνολικά το 65% των διαθέσιμων πόρων, έχοντας ολοκληρώσει περίπου το 50% των συμφωνημένων στόχων/οροσήμων, σημαντικά υψηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η επίδοση αυτή, για τα ελληνικά δεδομένα, αποτελεί πραγματική μεταστροφή σελίδας. Συνολικά, το RRF συνέβαλε ουσιαστικά ώστε η Ελλάδα να βρεθεί την περίοδο 2019-2024 ανάμεσα στις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ευρώπης.
Τα δάνεια και οι επιχορηγήσεις κινητοποίησαν σημαντικές ιδιωτικές επενδύσεις, ιδίως σε πράσινες υποδομές, ψηφιακό εκσυγχρονισμό και μεγάλα έργα δικτύων
Τα δάνεια και οι επιχορηγήσεις κινητοποίησαν σημαντικές ιδιωτικές επενδύσεις, ιδίως σε πράσινες υποδομές, ψηφιακό εκσυγχρονισμό και μεγάλα έργα δικτύων. Συνολικά, οι επενδύσεις στην Ελλάδα την περίοδο 2019-2024 αυξήθηκαν σωρευτικά πολύ περισσότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και έχουν ήδη καλύψει σημαντικό μέρος του επενδυτικού κενού που δημιουργήθηκε την προηγούμενη δεκαετία. Εξίσου σημαντικό είναι ότι το RRF δεν περιορίστηκε στη χρηματοδότηση έργων.
Το RRF όχι μόνο πέτυχε τους άμεσους στόχους του, αλλά λειτούργησε και ως «ατμομηχανή» της πραγματικής σύγκλισης
Συνδέθηκε με ένα εκτεταμένο πακέτο μεταρρυθμίσεων, πολλές από τις οποίες αφορούν χρόνιες παθογένειες της ελληνικής οικονομίας: την ταχύτητα στις διεργασίες της απονομής δικαιοσύνης, τον χωροταξικό σχεδιασμό, την ψηφιοποίηση του κράτους, την ταχεία αδειοδότηση επενδύσεων, την αναβάθμιση της επαγγελματικής και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτές οι παρεμβάσεις δημιουργούν ήδη ένα καλύτερο επιχειρηματικό περιβάλλον και ενισχύουν την παραγωγικότητα – τομείς στους οποίους η χώρα κάνει σταθερά βήματα προόδου.
Η Ελλάδα – όπως και αρκετά άλλα κράτη-μέλη – χρειάζεται να επιταχύνει ορισμένες δράσεις ώστε όλα τα έργα και οι μεταρρυθμίσεις να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τον Αύγουστο του 2026
Ολα τα παραπάνω συνέβαλαν στο ότι η ελληνική οικονομία πέτυχε, τα τελευταία χρόνια, ρυθμούς ανάπτυξης σταθερά υψηλότερους από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Με άλλα λόγια, το RRF όχι μόνο πέτυχε τους άμεσους στόχους του, αλλά λειτούργησε και ως «ατμομηχανή» της πραγματικής σύγκλισης. Ασφαλώς, υπήρξαν και ορισμένες καθυστερήσεις, κάτι αναμενόμενο για ένα τόσο απαιτητικό και αυστηρά χρονολογημένο πρόγραμμα.
Συνολικά η εικόνα είναι καθαρή: το RRF πέτυχε τον σκοπό του στην Ελλάδα, στήριξε την οικονομία στη δύσκολη περίοδο μετά την πανδημία, έδωσε ώθηση στις επενδύσεις
Η Ελλάδα – όπως και αρκετά άλλα κράτη-μέλη – χρειάζεται να επιταχύνει ορισμένες δράσεις ώστε όλα τα έργα και οι μεταρρυθμίσεις να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τον Αύγουστο του 2026, όπως προβλέπει ο Κανονισμός. Η Επιτροπή το επισημαίνει και στην ετήσια έκθεση εφαρμογής: οι επόμενοι μήνες είναι το κρίσιμο “τελικό σπριντ”.
Το στοίχημα τώρα είναι η πλήρης αξιοποίηση της ώθησης που έχει ήδη δοθεί, ώστε τα οφέλη να έχουν μόνιμο χαρακτήρα για την ελληνική οικονομία
Ωστόσο, συνολικά η εικόνα είναι καθαρή: το RRF πέτυχε τον σκοπό του στην Ελλάδα. Στήριξε την οικονομία στη δύσκολη περίοδο μετά την πανδημία, έδωσε ώθηση στις επενδύσεις, κινητοποίησε ιδιωτικά κεφάλαια, συνέβαλε σε αλλεπάλληλες αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας, ενίσχυσε την εξωστρέφεια και κυρίως επιτάχυνε μεταρρυθμίσεις που η χώρα χρειαζόταν εδώ και χρόνια.
Συνέβαλε επίσης στη σημαντική βελτίωση της εικόνας της χώρας στις διεθνείς αγορές και στους επενδυτές και στη μείωση του κόστους δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου. Το στοίχημα τώρα είναι η πλήρης αξιοποίηση της ώθησης που έχει ήδη δοθεί, ώστε τα οφέλη να έχουν μόνιμο χαρακτήρα για την ελληνική οικονομία.
ΕΡ.: Ποια θα είναι όμως η επόμενη ημέρα χωρίς τους πόρους του;
ΑΠ.: Η επόμενη ημέρα μετά το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας δεν συνεπάγεται έλλειψη πόρων, αλλά μια μετάβαση σε ένα διαφορετικό, περισσότερο σύνθετο μείγμα χρηματοδοτικών πηγών. Το RRF έπαιξε καθοριστικό ρόλο τα προηγούμενα χρόνια, κινητοποιώντας δημόσιους και ιδιωτικούς πόρους και επιταχύνοντας κρίσιμες μεταρρυθμίσεις.
Ενα βασικό στοιχείο της «επόμενης ημέρας» είναι το ότι πολλές από τις μεταρρυθμίσεις που υλοποιούνται σήμερα υπό το RRF θα έχουν μόνιμο χαρακτήρα και διαρθρωτική επίδρασ
Αυτά τα θεμέλια εκτιμάται ότι θα συνεχίσουν να αποδίδουν καρπούς και μετά το 2026. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα θα διαθέτει σημαντικά νέα χρηματοδοτικά εργαλεία, τόσο ευρωπαϊκά όσο και εθνικά, που θα στηρίξουν τη συνέχεια των επενδύσεων σε καίριους τομείς.
Ενα βασικό στοιχείο της «επόμενης ημέρας» είναι το ότι πολλές από τις μεταρρυθμίσεις που υλοποιούνται σήμερα υπό το RRF θα έχουν μόνιμο χαρακτήρα και διαρθρωτική επίδραση.
Σημαντικό μερίδιο της επενδυτικής δυναμικής θα συνεχίσει να προέρχεται από το δανειακό σκέλος του RRF, το οποίο έχει διαφορετικό χρονοδιάγραμμα από τις επιχορηγήσεις
Μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη, στον χωροταξικό σχεδιασμό, στην ψηφιοποίηση του κράτους, στο επενδυτικό περιβάλλον, στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και στις δεξιότητες του ανθρώπινου δυναμικού ενισχύουν την παραγωγικότητα και βελτιώνουν την ελκυστικότητα της χώρας για επενδύσεις.
Παρότι ο αντίκτυπός τους δεν αποτυπώνεται ακόμη πλήρως στα στατιστικά, αυτές οι παρεμβάσεις αποτελούν τη βάση για μια διατηρήσιμη μεγέθυνση τα επόμενα χρόνια.
Εκτιμάται ότι η υλοποίηση των επενδύσεων θα έχει δευτερογενείς επιδράσεις, επηρεάζοντας την οικονομική ανάπτυξη και μετά το 2026
Σημαντικό μερίδιο της επενδυτικής δυναμικής θα συνεχίσει να προέρχεται από το δανειακό σκέλος του RRF, το οποίο έχει διαφορετικό χρονοδιάγραμμα από τις επιχορηγήσεις. Εκτιμάται ότι η υλοποίηση των επενδύσεων θα έχει δευτερογενείς επιδράσεις, επηρεάζοντας την οικονομική ανάπτυξη και μετά το 2026, ενώ οι εκταμιεύσεις δόσεων δανείων από τις τράπεζες αναμένεται να συνεχιστούν έως και το 2029.
Το εθνικό σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων έχει αυξηθεί μόνιμα κατά 500 εκατ. ευρώ το 2025
Παράλληλα, το νέο πλαίσιο δημόσιων επενδύσεων διασφαλίζει ότι η Ελλάδα δεν θα βρεθεί χωρίς αναπτυξιακούς πόρους μετά το 2026. Το εθνικό σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων έχει αυξηθεί μόνιμα κατά 500 εκατ. ευρώ το 2025, ενώ το νέο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2026-2029 προβλέπει σημαντικούς πόρους για δημόσιες επενδύσεις, οι οποίοι, μετά το 2026, σταθεροποιούνται σε επίπεδα περίπου 10-11 δισ. ευρώ ετησίως.
Η χώρα θα χρηματοδοτηθεί με περίπου 8 δισ. ευρώ από τρία νέα ευρωπαϊκά ταμεία – το Κοινωνικό Κλιματικό Ταμείο, το Ταμείο Εκσυγχρονισμού και το Ταμείο Απανθρακοποίησης Νήσων
Επιπλέον, η χώρα θα χρηματοδοτηθεί με περίπου 8 δισ. ευρώ από τρία νέα ευρωπαϊκά ταμεία – το Κοινωνικό Κλιματικό Ταμείο, το Ταμείο Εκσυγχρονισμού και το Ταμείο Απανθρακοποίησης Νήσων –, τα οποία θα υλοποιούνται την περίοδο 2026-2032 και θα στηρίξουν πράσινες, κοινωνικές και αναπτυξιακές δράσεις.
Οι προγραμματικές ανάγκες για μεγάλα έργα υποδομών, ψηφιακά δίκτυα, ενέργεια, μεταφορές και περιφερειακή ανάπτυξη θα καλύπτονται από ένα ισχυρό μείγμα κοινοτικών και εθνικών πόρων
Καθοριστικό ρόλο θα διαδραματίσει και το επόμενο ΕΣΠΑ, δηλαδή το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2028-2034, το οποίο σύμφωνα με την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ενδέχεται να φτάσει τα 49,2 δισ. ευρώ, δηλαδή όσο περίπου και το τρέχον πρόγραμμα.
Επομένως, οι προγραμματικές ανάγκες για μεγάλα έργα υποδομών, ψηφιακά δίκτυα, ενέργεια, μεταφορές και περιφερειακή ανάπτυξη θα καλύπτονται από ένα ισχυρό μείγμα κοινοτικών και εθνικών πόρων, εξασφαλίζοντας συνέχεια στην αναπτυξιακή προσπάθεια και μετά την ολοκλήρωση του RRF.
ΕΡ.: Στον τραπεζικό τομέα ο ανταγωνισμός αυξάνεται μετά την ενεργοποίηση του 5ου πόλου, ενώ σε εξέλιξη βρίσκονται διεργασίες ανασυγκρότησης και σε άλλες μη συστημικές και συνεταιριστικές τράπεζες. Τι σημαίνει αυτό για νοικοκυριά και επιχειρήσεις;
ΑΠ.: Παρά το ότι ο κλάδος των λιγότερο σημαντικών πιστωτικών ιδρυμάτων στην Ελλάδα είναι μικρός (με εκτιμώμενο μερίδιο αγοράς κοντά στο 4%-5%), είναι γεγονός ότι οι πρόσφατες εξελίξεις είχαν θετικό πρόσημο στην ενίσχυση του ανταγωνισμού στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα.
Είναι αυτονόητο ότι η ενίσχυση του ανταγωνισμού είναι προς όφελος των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, σε σχέση με την τιμολόγηση και παροχή τραπεζικών προϊόντων
Συγκεκριμένα, η συγχώνευση και εξυγίανση των τραπεζών Παγκρήτια και Attica Bank μέσω της συμμετοχής τους στο πρόγραμμα «Ηρακλής» και της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου, δημιούργησε μια ισχυρή μεσαία τράπεζα, την Credia Bank, όπου μαζί με την Optima και άλλα μικρότερα υγιή πιστωτικά ιδρύματα, αποτελούν έναν πέμπτο πόλο που ανταγωνίζεται τις τέσσερις σημαντικές τράπεζες, τόσο στη λιανική όσο και στην επιχειρηματική τραπεζική.
Παρατηρούμε ότι οι λιγότερο σημαντικές τράπεζες παρουσιάζουν υψηλό βαθμό πιστωτικής επέκτασης, παρέχοντας χρηματοδότηση στις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις
Είναι αυτονόητο ότι η ενίσχυση του ανταγωνισμού είναι προς όφελος των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, σε σχέση με την τιμολόγηση και παροχή τραπεζικών προϊόντων.
Σημειώνονται κινήσεις συγκέντρωσης, με τις τράπεζες να εξαγοράζουν εταιρείες από τον ευρύτερο χρηματοπιστωτικό τομέα, όπως ασφαλιστικές
Ενδεικτικά, παρατηρούμε ότι οι λιγότερο σημαντικές τράπεζες παρουσιάζουν υψηλό βαθμό πιστωτικής επέκτασης, παρέχοντας χρηματοδότηση στις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Μάλιστα, μεγάλο μέρος της πιστωτικής επέκτασης τους πρώτους 9 μήνες του 2025, προήλθε από τις μη συστημικές τράπεζες».
Την ίδια στιγμή σημειώνονται κινήσεις συγκέντρωσης, με τις τράπεζες να εξαγοράζουν εταιρείες από τον ευρύτερο χρηματοπιστωτικό τομέα, όπως ασφαλιστικές, asset management ή factoring.
ΕΡ.: Δεν σας ανησυχεί το ενδεχόμενο μείωσης του ανταγωνισμού σε αυτούς τους κλάδους;
ΑΠ.: Οι ελληνικές συστημικές τράπεζες (Alpha Bank, Eurobank, Εθνική Τράπεζα και Πειραιώς) έχουν αναπτύξει έντονη δραστηριότητα επέκτασης εντός του 2025, εστιάζοντας σε πιστωτική επέκταση, ανάπτυξη νέων προϊόντων σε bancassurance και ψηφιακά προϊόντα, σε υπηρεσίες διαχείρισης κεφαλαίου και επενδυτικής τραπεζικής, εξαγορές (M&A) και διεθνείς συνεργασίες και αυξανόμενη παρουσία σε αγορές εκτός της χώρας.
Τα δύο προηγούμενα έτη τις σημαντικές κινήσεις δύο ελληνικών τραπεζών στην Κύπρο, με τις εξαγορές των Hellenic Bank και AstroBank
Αυτές οι κινήσεις αξιολογούνται συνολικά θετικά ως βήματα μιας στρατηγικής διαφοροποίησης των δραστηριοτήτων τους με στόχο μεγαλύτερη και διατηρήσιμη κερδοφορία, καθώς και διαφοροποίηση των κινδύνων, παρά τις υφιστάμενες παγκόσμιες αβεβαιότητες και προκλήσεις (π.χ. γεωπολιτικές αβεβαιότητες, εμπορικοί δασμοί ΗΠΑ).
Δεν θα έλεγα ότι υπάρχει θέμα συγκέντρωσης ή μείωσης του ανταγωνισμού εκτός τραπεζικού συστήματος, και ιδίως στον ασφαλιστικό κλάδο
Ετσι είδαμε κατά τα δύο προηγούμενα έτη τις σημαντικές κινήσεις δύο ελληνικών τραπεζών στην Κύπρο, με τις εξαγορές των Hellenic Bank και AstroBank, την επέκταση σε ψηφιακά προϊόντα με την ίδρυση της Snappi και την εξαγορά της FlexFin, ενώ σημαντικές είναι οι διεργασίες στον ασφαλιστικό κλάδο με την εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής και την ανακοίνωση για την επικείμενη εξαγορά της Eurolife.
Δεν θα έλεγα ότι υπάρχει θέμα συγκέντρωσης ή μείωσης του ανταγωνισμού εκτός τραπεζικού συστήματος, και ιδίως στον ασφαλιστικό κλάδο, όπου είναι σε λειτουργία σήμερα 34 εταιρείες.
ΕΡ.: Εν τέλει, ποια θεωρείτε ότι είναι η ιδανική δομή για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα;
ΑΠ.: Η απάντηση στην ερώτηση αυτή είναι δυναμική. Τι εννοώ; Θυμηθείτε την περίοδο που ακολούθησε την κρίση της περασμένης δεκαετίας. Το εγχώριο ΑΕΠ μειώθηκε πάνω από 20%, υπήρξε τεράστια εκροή καταθέσεων και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έφθασαν περίπου το ήμισυ του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών.
Η ανάδειξη των τεσσάρων σημαντικών τραπεζών και η συγκέντρωση στο τραπεζικό σύστημα ενίσχυσαν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα εκείνη την περίοδο
Υπό αυτές τις συνθήκες ήταν αυτονόητο ότι ο αριθμός των πιστωτικών ιδρυμάτων έπρεπε να μειωθεί, και έτσι έγινε μέσω συγχωνεύσεων, εξαγορών αλλά και μέσω της εξυγίανσης εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων. Η ανάδειξη των τεσσάρων σημαντικών τραπεζών και η συγκέντρωση στο τραπεζικό σύστημα ενίσχυσαν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα εκείνη την περίοδο.
Οσο λειτουργεί ο ανταγωνισμός προς όφελος των πελατών αλλά και των ίδιων των τραπεζών, η δομή του εγχώριου τραπεζικού συστήματος θα είναι η σωστή
Σήμερα είμαστε σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον, έχοντας αφήσει πίσω τα προβλήματα του παρελθόντος. Και όσο λειτουργεί ο ανταγωνισμός προς όφελος των πελατών αλλά και των ίδιων των τραπεζών, η δομή του εγχώριου τραπεζικού συστήματος θα είναι η σωστή. Αλλά όπως σας είπα στην αρχή της απάντησής μου, αυτό είναι κάτι δυναμικό που αξιολογείται στη βάση των δεδομένων συνθηκών σε κάθε χρονική στιγμή.
ΕΡ.: Το 2025 ήταν χρονιά μείωσης των προμηθειών στις βασικές τραπεζικές συναλλαγές, με κρατική ωστόσο παρέμβαση. Θεωρείτε ορθό τον καθορισμό της τιμολογιακής πολιτικής από την Πολιτεία;
ΑΠ.: Υπό κανονικές συνθήκες, δεν θα βρείτε κάποιον κεντρικό τραπεζίτη να επικροτεί την επιβολή πλαφόν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, ανεξαρτήτως αν αφορά τράπεζες, ασφαλιστικές ή άλλες επιχειρήσεις.
Η παρέμβαση για μείωση των προμηθειών σε βασικές τραπεζικές συναλλαγές είχε περιορισμένη επίδραση στα καθαρά έσοδα από προμήθειες
Πάντοτε ήμουν υπέρ της αντιμετώπισης ενός προβλήματος στην πηγή του. Οσον αφορά θέματα που άπτονται της τιμολογιακής πολιτικής προϊόντων, έχω πει δημοσίως ότι η λύση είναι υψηλότερος ανταγωνισμός.
Με στοιχεία εννεαμήνου 2025, τα καθαρά έσοδα από προμήθειες των ελληνικών τραπεζικών ομίλων ενισχύθηκαν πάνω από 10% σε ετήσια βάση
Πάντως, η παρέμβαση για μείωση των προμηθειών σε βασικές τραπεζικές συναλλαγές είχε περιορισμένη επίδραση στα καθαρά έσοδα από προμήθειες, καθώς οι τράπεζες καταβάλλουν προσπάθειες για διαφοροποίηση των πηγών εσόδων τους μέσω της επέκτασής τους στον ασφαλιστικό κλάδο και στις υπηρεσίες διαχείρισης κεφαλαίων και επενδυτικής τραπεζικής.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ως ποσοστό των λειτουργικών εσόδων, συνεχίζουν να παραμένουν σημαντικά κάτω του μέσου όρου των τραπεζών στην ΕΕ
Με στοιχεία εννεαμήνου 2025, τα καθαρά έσοδα από προμήθειες των ελληνικών τραπεζικών ομίλων ενισχύθηκαν πάνω από 10% σε ετήσια βάση, αντισταθμίζοντας μάλιστα εν μέρει τη μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους. Ομως, αξίζει να σημειωθεί ότι ως ποσοστό των λειτουργικών εσόδων, συνεχίζουν να παραμένουν σημαντικά κάτω του μέσου όρου των τραπεζών στην ΕΕ.
ΕΡ.: Το ΔΣ της ΕΚΤ διατήρησε σταθερή τη νομισματική της πολιτική καθ’ όλη τη διάρκεια του β’ εξαμήνου 2025, μετά από 8 διαδοχικές περικοπές των επιτοκίων. Ποια είναι η εκτίμησή σας για την πορεία τους το 2026;
ΑΠ.: Η νέα χρονιά ξεκινά με αισιοδοξία όσον αφορά την πορεία του πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ. Παρά τις προκλήσεις των προηγούμενων ετών, καταφέραμε να διανύσουμε μία δύσκολη διαδρομή που οδήγησε σε σύγκλιση του πληθωρισμού προς τον στόχο μας και, παράλληλα, σε ομαλή προσγείωση της οικονομίας της ζώνης του ευρώ.
Οσον αφορά τη μελλοντική πορεία των επιτοκίων πολιτικής τους επόμενους μήνες, αυτή δεν μπορεί να προεξοφληθεί
Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι βρισκόμαστε σε καλό σημείο: οι προβλέψεις επιβεβαιώνουν ότι ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ κινείται κοντά στον στόχο του 2% σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, ενώ η ανάπτυξη παραμένει ανθεκτική παρά την υψηλή αβεβαιότητα. Οσον αφορά τη μελλοντική πορεία των επιτοκίων πολιτικής τους επόμενους μήνες, αυτή δεν μπορεί να προεξοφληθεί.
Οι προοπτικές για την οικονομία και τον πληθωρισμό εξακολουθούν να περιβάλλονται από υψηλή αβεβαιότητα
Σε κάθε συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβούλιου θα εξετάζουμε τα διαθέσιμα δεδομένα και θα αποφασίζουμε αναλόγως. Εφόσον η οικονομία της ζώνης του ευρώ δεν βρεθεί αντιμέτωπη με κάποια ισχυρή διαταραχή που θα προκαλούσε σημαντική απόκλιση του πληθωρισμού από τον μεσοπρόθεσμο στόχο μας, η τρέχουσα κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής κρίνεται ενδεδειγμένη.
Οι εξελίξεις στο διεθνές μακροοικονομικό και χρηματοπιστωτικό περιβάλλον και στην παγκόσμια εμπορική πολιτική, συντηρούν ένα περιβάλλον αβεβαιότητας
Ωστόσο, οι προοπτικές για την οικονομία και τον πληθωρισμό εξακολουθούν να περιβάλλονται από υψηλή αβεβαιότητα. Στους παράγοντες που την ενισχύουν περιλαμβάνονται οι ακόλουθοι: Η οικονομία της ευρωζώνης στερείται του δυναμισμού που θα θέλαμε και οι προκλήσεις για τη βιομηχανική παραγωγή παραμένουν.
Ταυτόχρονα, οι εξελίξεις στο διεθνές μακροοικονομικό και χρηματοπιστωτικό περιβάλλον και στην παγκόσμια εμπορική πολιτική, συντηρούν ένα περιβάλλον αβεβαιότητας για επενδύσεις, παραγωγή και κατανάλωση.
Μια ενδεχόμενη αποκλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων θα μπορούσε να περιορίσει τις διακυμάνσεις στις αγορές ενέργειας και εμπορευμάτων
Ακόμη, η πλήρης επίδραση των υψηλότερων δασμών στις εξαγωγές της ζώνης του ευρώ, στις εμπορικές ροές από τρίτες χώρες και στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού και κατά συνέπεια στην οικονομία και στις τιμές των εγχώριων και εισαγομένων προϊόντων, θα φανεί με την πάροδο του χρόνου.
Ωστόσο, μια ενδεχόμενη αποκλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων θα μπορούσε να περιορίσει τις διακυμάνσεις στις αγορές ενέργειας και εμπορευμάτων και να συμβάλει στη μείωση της αβεβαιότητας.
Μια ισχυρότερη από την αναμενόμενη ώθηση στις δαπάνες για άμυνα και υποδομές θα μπορούσε να ενισχύσει τόσο την ανάπτυξη
Παράλληλα, περισσότερες επενδύσεις σε τεχνολογική και ψηφιακή καινοτομία, καθώς και μεταρρυθμίσεις που προάγουν την παραγωγικότητα, εκτιμάται ότι θα τονώσουν την αναπτυξιακή δυναμική, περιορίζοντας τις πληθωριστικές πιέσεις.
Την ίδια στιγμή, μια ισχυρότερη από την αναμενόμενη ώθηση στις δαπάνες για άμυνα και υποδομές θα μπορούσε να ενισχύσει τόσο την ανάπτυξη όσο και τον πληθωρισμό.
Στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ θα συνεχίσουμε να αξιολογούμε προσεκτικά σε κάθε συνεδρίαση τους κινδύνους για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό
Δεδομένου του σύνθετου οικονομικού περιβάλλοντος, στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ θα συνεχίσουμε να αξιολογούμε προσεκτικά σε κάθε συνεδρίαση τους κινδύνους για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό, τόσο τους ανοδικούς όσο και τους καθοδικούς.
Στόχος μας είναι, με την κατάλληλη διαμόρφωση της νομισματικής πολιτικής, να διασφαλίζουμε τη σταθερότητα των τιμών όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ (ΟΤ) – ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Πηγή: ot.gr





