Η Ρωσία δεν έχει ακόμη σχολιάσει το σχέδιο των 20 σημείων που παρουσίασε ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι, το οποίο αποτελεί τον καρπό των πρόσφατων συνομιλιών Ουκρανίας και ΗΠΑ στο Μαϊάμι.
«Η αποτυχία επίλυσης του εδαφικού ζητήματος καθιστά το σχέδιο αυτό αδύνατο», δηλώνει Ρώσος αναλυτής
Το συγκεκριμένο σχέδιο θεωρείται ως η αναθεώρηση αυτού των 28 σημείων, στο οποίο, σύμφωνα με δημοσιεύματα, είχαν καταλήξει τον Νοέμβριο ο ειδικός απεσταλμένος του Ντόναλντ Τραμπ, Στιβ Γουίτκοφ και ο Ρώσος διαπραγματευτής και στενός συνεργάτης του Βλαντίμιρ Πούτιν, Κιρίλ Ντμιτρίεφ.
Το νέο σχέδιο περιλαμβάνει τις εγγυήσεις ασφάλειας που ζητά το Κίεβο για την αποτροπή μελλοντικών επιθέσεων από τη Ρωσία, καθώς και σχέδια για την ανοικοδόμηση της χώρας που έχει καταστραφεί από τον πόλεμο.
Ωστόσο, όπως τονίζουν οι New York Times, το Κρεμλίνο, ενθαρρυμένο από τις επιτυχίες της Μόσχας στο πεδίο της μάχης και αντιμετωπίζοντας τη δυσκολία να παρουσιάσει το νέο σχέδιο στο ρωσικό κοινό ως νίκη, είναι απίθανο να το αποδεχτεί.
«Αυτό είναι μια απόλυτη παρωδία», έγραψε στο Telegram ο Αλεξέι Ναούμοφ, αναλυτής διεθνών υποθέσεων με έδρα τη Μόσχα, σχετικά με το νέο σχέδιο.
«Η ιδέα είναι σαφής: να το παρουσιάσουν (σ.σ. οι Ουκρανοί) στους Αμερικανούς ως ‘συμβιβασμό’ και στη συνέχεια να κατηγορήσουν τη Ρωσία για την αποτυχία του», πρόσθεσε.
Τα «αγκάθια» για τη Ρωσία
Οι New York Times υπενθυμίζουν ότι ο Πούτιν τα τελευταία δύο χρόνια έχει επιμείνει ιδιαίτερα σε δύο σημεία: η Ουκρανία πρέπει να αποσύρει τις δυνάμεις της από το Ντονέτσκ και το Λουγκάνσκ (σ.σ. που αποτελούν το Ντονμπάς) και να μην επιδιώξει την ένταξή της στο ΝΑΤΟ.
Ο Ρώσος πρόεδρος επιβεβαίωσε αυτή του τη θέση την περασμένη Παρασκευή στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου που δίνει στο τέλος κάθε χρονιάς.
Ο Πούτιν είπε ότι η Ρωσία είναι πρόθυμη να κάνει κάποιες «υποχωρήσεις» — οι οποίες, σύμφωνα με την ευρέως διαδεδομένη άποψη, περιλαμβάνουν την παραχώρηση ορισμένων εδαφών που κατέχει η Ρωσία στις περιοχές Χάρκοβο και Ζαπορίζια της Ουκρανίας.
Ωστόσο, τόνισε ότι η Μόσχα παραμένει πρόθυμη να συνεχίσει τον αγώνα για την πλήρη κατάληψη της περιοχής του Ντονέτσκ.
Πηγή: New York Times, ISW
Το ειρηνευτικό σχέδιο που παρουσίασε ο Ζελένσκι προβλέπει ότι η Ρωσία πρέπει να αποσύρει τις δυνάμεις της από τις περιοχές Ντνιπροπετρόφσκ, Μικολάιβ, Σούμι και Χάρκοβο.
Επίσης, προβλέπεται ότι η Ουκρανία θα αποσύρει τα στρατεύματά της από περιοχές του Ντονέτσκ που θα μετατραπούν σε αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη — αλλά μόνο εάν η Ρωσία αποσύρει τις δυνάμεις της από αντίστοιχη έκταση γης.
«Το σχέδιο δεν προβλέπει κανένα συμβιβασμό όσον αφορά τα εδάφη ή τον πυρηνικό σταθμό Ζαπορίζια», δήλωσε ο Γκεόργκι Μποβτ, Ρώσος αναλυτής, αναφερόμενος στον σταθμό που έχουν καταλάβει οι ρωσικές δυνάμεις, αλλά που η Ουκρανία θα προτιμούσε να λειτουργεί από κοινού με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Η αποτυχία επίλυσης του εδαφικού ζητήματος καθιστά το σχέδιο αυτό αδύνατο», πρόσθεσε ο ίδιος.
Γιατί η Μόσχα έχει το περιθώριο να απορρίψει αυτό το σχέδιο;
Οι New York Times σημειώνουν ότι παρόλο που η πλήρης εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει κοστίσει ακριβά τόσο στη ρωσική οικονομία όσο και στον στρατό της Μόσχας, το Κρεμλίνο φαίνεται να εξακολουθεί να πιστεύει ότι μπορεί να κερδίσει περισσότερα με τη συνέχιση των εχθροπραξιών.
Η ρωσική οικονομία βρίσκεται στο χαμηλότερο σημείο της από το 2022, με τα επιτόκια να έχουν φτάσει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα και τους ρυθμούς ανάπτυξης να φθίνουν, με τον κίνδυνο ύφεσης να είναι υπαρκτός, όπως σημειώνει η αμερικάνικη εφημερίδα.
Ωστόσο, παρά τις κυρώσεις που επέβαλε η Δύση λόγω του πολέμου, αναλυτές υποστηρίζουν ότι η χώρα απέχει ακόμη πολύ από το είδος της οικονομικής κρίσης που θα ανάγκαζε το Κρεμλίνο να αλλάξει πορεία.
Η Ρωσία κατέχει περίπου τα τρία τέταρτα της περιοχής του Ντονέτσκ. Με τον τρέχοντα ρυθμό προώθησής τους, οι δυνάμεις της Μόσχας θα χρειαστούν περίπου 18 μήνες για να καταλάβουν ολόκληρη την περιοχή, υποστηρίζουν οι NYT.
Ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, πρώην πρόεδρος της Ρωσίας και γνωστός για τις σκληροπυρηνικές θέσεις του, δήλωσε την Τετάρτη ότι περίπου 417.000 νεοσύλλεκτοι υπέγραψαν νέες συμβάσεις για να ενταχθούν στον ρωσικό στρατό το 2025, ένας αριθμός που συνάδει σε μεγάλο βαθμό με τις εκτιμήσεις ανεξάρτητων ερευνητών.
Η συνεχής ροή νέων στρατολογήσεων σημαίνει ότι η Ρωσία μπορεί να συνεχίσει τον πόλεμο παρά τις βαριές απώλειες που υφίσταται, γράφουν οι NYT.
Ρώσοι στρατιώτες στο Ντονέτσκ.
Γιατί η ρωσική πλευρά συνεχίζει να διαπραγματεύεται;
Η Ρωσία ενδιαφέρεται να διαπραγματευτεί μια πιθανή ειρηνευτική συμφωνία, προκειμένου να διατηρήσει τις σχέσεις συνεργασίας με την Ουάσινγκτον και να αποφύγει να αναλάβει την πλήρη ευθύνη για τη συνεχιζόμενη σύγκρουση, σύμφωνα με αναλυτές.
Η Μόσχα ενδιαφέρεται επίσης να καθυστερήσει τυχόν πρόσθετες κυρώσεις ή άλλους οικονομικούς περιορισμούς από την Ουάσινγκτον.
Οι κυρώσεις που επέβαλε τον Οκτώβριο ο Τραμπ στους δύο ρωσικούς πετρελαϊκούς γίγαντες, Rosneft και Lukoil, ανάγκασαν τη χώρα να πουλήσει το πετρέλαιό της με σημαντικά μεγαλύτερες εκπτώσεις.
Η διαμάχη σχετικά με τους πιθανούς όρους ειρήνης εντείνει επίσης τις ρήξεις μεταξύ της Ουκρανίας και των δυτικών συμμάχων της, καθώς οι λεπτομέρειες συζητούνται σε διάφορες πρωτεύουσες στο πλαίσιο επίπονων διαπραγματεύσεων, σχολιάζουν οι New York Times.
Την Τετάρτη, ο Ντμίτρι Πεσκόφ, εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, δήλωσε ότι ο Πούτιν είχε ενημερωθεί για τις νέες προτάσεις και ότι η Μόσχα διαμόρφωνε τη θέση της.
«Οι συνάδελφοί μας στις Ηνωμένες Πολιτείες γνωρίζουν πολύ καλά τις κύριες παραμέτρους της θέσης της Ρωσίας», είπε.
Οι διπλωματικές διαπραγματεύσεις για τους όρους ειρήνης είναι πιθανό να συνεχιστούν καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται, σύμφωνα με σχολιαστές.
«Ο Πούτιν δεν έχει καμία πρόθεση να τερματίσει τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας, ούτε είναι διατεθειμένος να κάνει έστω και μικρές παραχωρήσεις σε αυτό το στάδιο», δήλωσε ο Βολοντίμιρ Φεσένκο, αναλυτής με έδρα το Κίεβο, σε μια ανάρτηση στο Facebook.
«Για το Κρεμλίνο, η συζήτηση του ειρηνευτικού σχεδίου του Τραμπ είναι απλώς ένα παιχνίδι τακτικής με τις ΗΠΑ, με στόχο τη διατήρηση εποικοδομητικών σχέσεων με τον σημερινό Αμερικανό πρόεδρο, προκαλώντας ταυτόχρονα τριβές και αντιφάσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ουκρανίας», εκτίμησε ο ίδιος.
Πηγή: in.gr





