Η δομική κρίση της Θεσσαλίας, την κοινωνική συνοχή, το παραγωγικό μοντέλο και τη συνεταιριστική προοπτική ως απάντηση στις πολλαπλές προκλήσεις
Η Θεσσαλία βρίσκεται σήμερα στο επίκεντρο μιας σύνθετης και πολυεπίπεδης κρίσης που συνδυάζει τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, την αποδιάρθρωση του πρωτογενούς τομέα, την υποχώρηση της κοινωνικής συνοχής και τη βαθιά κρίση εμπιστοσύνης στους θεσμούς. Με αφορμή την εκδήλωση της Νέας Αριστεράς με τίτλο «Η ανθεκτικότητα της Θεσσαλίας δοκιμάζεται», ο κ. Σταμπουλής αναλύει τα δομικά αδιέξοδα της περιοχής, ασκεί κριτική στην κυβερνητική διαχείριση των κρίσεων και καταθέτει μια ολοκληρωμένη πολιτική πρόταση για αλλαγή παραγωγικού μοντέλου, βασισμένη στη συνεργασία, τη συνεταιριστική επιχειρηματικότητα, τη συμμετοχική δημοκρατία και την καινοτομία. Μια συνέντευξη που επιχειρεί να φωτίσει όχι μόνο τα αίτια της κρίσης, αλλά και τις ρεαλιστικές προϋποθέσεις για μια δίκαιη και βιώσιμη ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας.
Συνέντευξη στην Έννη Λεβέντη από την «Πολιτεία Θεσσαλών» Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2025
Κύριε Σταμπουλή, η εκδήλωση της Νέας Αριστεράς έχει τίτλο «Η ανθεκτικότητα της Θεσσαλίας δοκιμάζεται». Πέρα από τους προφανείς τίτλους, ποια είναι τα βαθύτερα δομικά στοιχεία που θεωρείτε ότι έχουν φτάσει στα όριά τους στην περιοχή μας;
Με λίγα λόγια μπορούμε να πούμε ότι στη Θεσσαλία συγκλίνουν από τη μία πλευρά η «πολυκρίση» (κλιματική, οικονομική, κοινωνική, πολιτική) και από την άλλη οι προκλήσεις της ψηφιακής μετάβασης. Ειδικά στην Ελλάδα, η πολιτική κρίση έχει τα χαρακτηριστικά της κατάρρευσης της εμπιστοσύνης στους θεσμούς (κυβέρνηση, δικαιοσύνη, τύπο κοκ.), τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό, όπου η αξιοπιστία της χώρας δοκιμάζεται ξανά όπως πριν την κρίση του 2009. Προσθέστε σε αυτό την κοινή διαπίστωση ότι για πρώτη φορά η νέα γενιά αντιμετωπίζει ένα μέλλον χειρότερο από τις προηγούμενες.
Κεντρικός άξονας της πρότασής του είναι η μετάβαση από τον ατομισμό και τον πελατειακό κατακερματισμό σε ένα μοντέλο συνεργασίας: συνεταιριστική επιχειρηματικότητα, δίκτυα μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ενεργειακές κοινότητες και συμμετοχικός σχεδιασμός. Η βασική πολιτική θέση είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει ατομική ευημερία χωρίς συλλογική ευημερία του τόπου
Στο κείμενο της πρόσκλησης γίνεται λόγος για «αποτυχία της κυβερνητικής πολιτικής» απέναντι σε μια σειρά κρίσεων, από τον Daniel και τον Elias μέχρι την πανώλη και την ευλογιά. Πού εντοπίζετε το μεγαλύτερο έλλειμμα διαχείρισης; Είναι θέμα ανικανότητας ή πολιτικής επιλογής;
Και τα δύο, το ένα τροφοδοτεί το άλλο. Η πολιτική επιλογή να μην οικοδομηθεί το σύγχρονο θεσμικό κεφάλαιο οδήγησε στην αδιαφορία για την ανάπτυξη των απαραίτητων ικανοτήτων. Όταν η κυβέρνηση λειτουργεί σαν μεσιτικό γραφείο συμφερόντων, δεν ενδιαφέρεται να αναπτύξει τους πόρους και τις ικανότητες που απαιτούνται για σύγχρονο σχεδιασμό και μακροπρόθεσμη προοπτική.
Αναφέρεστε συχνά στον κίνδυνο για την «κοινωνική συνοχή» της χώρας και της Θεσσαλίας ειδικότερα. Πόσο κοντά είμαστε σε μια μη αναστρέψιμη ρήξη του κοινωνικού ιστού στην ύπαιθρο, δεδομένων των πληγμάτων στον πρωτογενή τομέα;
Τα πλήγματα στον πρωτογενή τομέα έρχονται μετά από δεκαετίες εγκατάλειψης, που οδήγησαν στο σταδιακό μαρασμό. Κοινότητες που χαρακτηρίζονταν από πολυδραστηριότητα (αγροτική παραγωγή, μεταποίηση, εμπόριο, υπηρεσίες, πολιτισμό), οι οποίες ήταν εξωστρεφείς και διέθεταν βασικές υποδομές κοινωνικής ασφάλειας και αναπαραγωγής (σχολείο, κέντρο υγείας, άθληση, πολιτισμό κλπ.) και διασύνδεση με τα περιφερειακά κέντρα και τις μεγάλες πόλεις (τρένο, λεωφορείο κοκ.) υπονομεύθηκαν με δύο τρόπους. Αντί να εκσυγχρονιστούν οι υποδομές εγκαταλείφθηκαν ή δεν στελεχώθηκαν με το απαραίτητο προσωπικό υπονομεύοντας το αίσθημα ασφάλειας και κοινότητας. Η αναπτυξιακή πολιτική διολίσθησε στο μυωπικό οικονομισμό που οδήγησε στη μονοκαλλιέργεια του πρωτογενούς τομέα, αμελώντας τη σύνδεση με τη μεταποίηση, στερώντας από εναλλακτικές τις επόμενες γενιές και καθιστώντας ευάλωτη την τοπική παραγωγική δομή. Υπονομεύθηκε η αυτοδιοίκηση και το συνεταιριστικό κίνημα. Η εγκατάλειψη της υπαίθρου, η ακρίβεια και η κρίση στέγης και τα ευρήματα δημογραφικών και δημοσκοπικών ερευνών δείχνουν κλιμάκωση των ανισοτήτων και του κοινωνικού αποκλεισμού.
Ως ακαδημαϊκός και στέλεχος της Νέας Αριστεράς, μιλάτε για την ανάγκη αλλαγής παραγωγικού μοντέλου. Θεωρείτε ότι οι πολίτες της Θεσσαλίας είναι επαρκώς ενημερωμένοι για τα δικαιώματά τους και τις εναλλακτικές που υπάρχουν, ή επικρατεί ένα αίσθημα παραίτησης;
Υπάρχει σημαντικό έλλειμα ενημέρωσης, αλλά δεν θα έλεγα ότι έχει επικρατήσει η παραίτηση. Το γεγονός ότι η κρίση δεν περιορίζεται στη Θεσσαλία, μας αναγκάζει, θα έλεγα, να μείνουμε και να δώσουμε τη μάχη, να μην εγκαταλείψουμε τον αγώνα τόσο εύκολα. Σε αυτή την προοπτική, το σημαντικότερο έλλειμα που πρέπει άμεσα να αναπληρώσουμε είναι η διολίσθηση από τη συλλογικότητα στον ατομισμό. Αυτό οφείλεται στην επικράτηση του πελατειακού συστήματος στην πολιτική που λειτουργεί στη βάση του «διαίρει και βασίλευε». Όμως η κοινωνία δηλώνει παρούσα, οι κινήσεις και οι σύλλογοι ενεργοποιούνται και πολλαπλασιάζονται. Πρέπει και η Αριστερά να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καιρών. Αυτή την ευθύνη αναγνωρίζουμε.
Η φράση «αλλαγή μοντέλου» ακούγεται συχνά. Ως Καθηγητής Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας, πώς μεταφράζεται αυτό πρακτικά για τον Θεσσαλό αγρότη και επαγγελματία; Τι προτείνει συγκεκριμένα η Νέα Αριστερά που διαφέρει από τις σημερινές επιλογές;
Μια σειρά από αλληλένδετα στοιχεία. Αρχικά σχεδιασμό με δύο βασικά κριτήρια: την υπηρέτηση των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών και την αύξηση της τοπικά προστιθέμενης αξίας. Για να τα πετύχουμε αυτά χρειάζεται να αναπτύξουμε τα πιο αποτελεσματικά παραγωγικά υποκείμενα, τους συνεταιρισμούς και τα δίκτυα συνεργασίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, να αλλάξουμε δηλαδή νοοτροπία και να δούμε ότι όπου οι κοινωνίες αντέχουν αυτό οφείλεται στο ότι επικρατεί η συνεργασία και η αλληλεγγύη αντί του ανταγωνισμού. Με άλλα λόγια η βασική αρχή μας είναι ότι δεν γίνεται να ευημερήσει ατομικά καθένας από εμάς αν δεν ευημερήσουμε όλοι, ο τόπος στο σύνολό του. Η βασική καινοτομία λοιπόν είναι η ανάπτυξη της συνεταιριστικής επιχειρηματικότητας, μαζί με την κουλτούρα συνεργασίας και αλληλεγγύης. Υπάρχει και η ιστορική εμπειρία στον τόπο μας, ειδικά στη Μαγνησία, και τα διεθνή παραδείγματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ενεργειακές κοινότητες που όπως δείχνει και η διεθνής εμπειρία, αποτελούν ένα πιο αποτελεσματικό και πιο δίκαιο μοντέλο ενεργειακής μετάβασης, από τις βιομηχανικής κλίμακας ΑΠΕ που στηρίζει η ΝΔ. Το άλλο στοιχείο της πρότασής μας είναι η θεσμική ενίσχυση με μηχανισμούς συμμετοχικού σχεδιασμού που θα υποστηρίξουν την αυτοδιοίκηση πρώτου και δεύτερου βαθμού, τους συνεταιρισμούς και τις μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις και τους κοινωνικούς φορείς και τα κινήματα στη συνεργασία για την κατανόηση των προκλήσεων και τη μελέτη των εναλλακτικών.

Μιλάτε για «δίκαιη μετάβαση» και ιεράρχηση προκλήσεων. Ποιες είναι οι τρεις κορυφαίες προτεραιότητες που θέτει το κόμμα σας για την άμεση ανακούφιση και ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας;
Δύσκολο να περιοριστούμε σε τρεις, αλλά θα έλεγα, πρώτα τα άμεσα μέτρα πολιτικής προστασίας (ιδιαίτερα σε ότι αφορά το υδατικό και την κλιματική κρίση) και ενίσχυσης των πληγέντων, δεύτερο τα μέτρα σχεδιασμού και στήριξης για την επόμενη μέρα στα δίκτυα αξίας που ξεκινούν από τον πρωτογενή τομέα (αγρότες, κτηνοτρόφους, μελισσοκόμους, αλιείς) και φτάνουν μέχρι τα δίκτυα διανομής και τον τουρισμό, και τρίτο την ανάπτυξη των μηχανισμών συμμετοχικού σχεδιασμού, προγραμματισμού, παρακολούθησης και συγκριτικής αξιολόγησης των πολιτικών σε όλα τα επίπεδα (κοινωνικό κράτος, παραγωγική αναδιάρθρωση, κοινωνική προστασία, πολιτισμό κοκ.).
Μια εύλογη ανησυχία των πολιτών αφορά το κόστος. Πόσο ρεαλιστική και κοστολογημένη είναι η προγραμματική πρόταση που καταθέτετε; Υπάρχουν τα χρηματοδοτικά εργαλεία για να στηρίξουν μια τέτοια στροφή;
Υπάρχουν και είναι σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητα. Έχουμε υπολογίσει και πως η απόδοση των επενδύσεων θα χρηματοδοτήσει την αποπληρωμή τυχόν δανείων. Βέβαια το κόστος υλοποίησης αυτών των προτάσεων πρέπει να συγκρίνεται και με το κόστος των ασκούμενων, σήμερα, πολιτικών που οδηγούν στην πλήρη καταστροφή της υπαίθρου και την αναγκαστική έξοδο των ανθρώπων από αυτήν. Το μεγαλύτερο πρόβλημα λοιπόν δεν είναι οι πόροι (ΕΣΠΑ, ΚΑΠ, Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων κλπ.), είναι το γεγονός ότι αυτοί που κυβέρνησαν τα περισσότερα από τα τελευταία 50 χρόνια όχι μόνο απέτυχαν να αξιοποιήσουν τους πόρους, όπως άλλες χώρες και περιφέρειες, αλλά συνεχίζουν αμετανόητοι τις ίδιες πρακτικές πελατειακών εξυπηρετήσεων, διαφθοράς και έλλειψης ελέγχων και διαφάνειας. Μέσα σε έξι χρόνια η χώρα έχει επιστρέψει στην αναξιοπιστία του 2010.
Σε βάθος χρόνου, ποια εκτιμάτε ότι θα είναι τα μετρήσιμα οφέλη για την τοπική οικονομία αν υιοθετηθούν οι προτάσεις σας; Μιλάμε απλώς για επιβίωση ή για πραγματική ανάπτυξη;
Όλες οι προτάσεις μας ξεκινάνε από το στόχο να οικοδομήσουμε μία αξιοβίωτη κοινωνία, που θα αξιοποιεί την τεχνολογική και επιστημονική πρόοδο σε όφελος των πολιτών. Το βλέμμα μας είναι σε ένα μέλλον που αξίζει και ονειρευόμαστε για τα παιδιά μας. Πως θα μπορούμε να επιστρέψουμε στα χωριά και τις πόλεις με αίσθημα ασφάλειας, σε ζωντανές και ανθεκτικές κοινότητες. Για να το πετύχουμε αυτό πρέπει να χτίσουμε την απαραίτητη συλλογική αυτοπεποίθηση από νωρίς. Ίσως ακουστεί υπεραισιόδοξο, αλλά κάποια μέτρα είναι σχεδιασμένα για να αποδώσουν άμεσα. Η ταχύρρυθμη υλοποίηση ενός προγράμματος έχει άμεσα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα. Όμως χρειάζεται προσοχή στο σχεδιασμό και επιμέλεια στην υλοποίηση και στην παρακολούθηση.
Η καινοτομία, που είναι και το αντικείμενό σας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, τι ρόλο παίζει στο σχέδιο της Νέας Αριστεράς για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών καταστροφών που βιώσαμε.
Στο επιστημονικό πεδίο που θεραπεύω, γνωρίζουμε ότι περίοδοι δομικής κρίσης όπως αυτή που διανύουμε προσφέρουν «παράθυρα ευκαιρίας» για αναπτυξιακά άλματα. Με λίγα λόγια, με το σωστό σχεδιασμό μπορούμε να αξιοποιήσουμε τις νέες τεχνολογίες για να προσπεράσουμε «ενδιάμεσα στάδια» και να μεταβούμε απευθείας σε ένα σύγχρονο μοντέλο. Τα άλλο στοιχείο, που ήδη αποτελεί στοιχείο της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και χωρών όπως η Βραζιλία του Λούλα, είναι η αξιοποίηση κοινωνικών «αποστολών» για την ανάπτυξη νέου παραγωγικού μοντέλου. Για παράδειγμα, η πρόληψη στην υγεία και στο περιβάλλον οδηγεί στην ανάπτυξη νέων κλάδων, ενώ η πολλαπλή (ψηφιακή και πράσινη) μετάβαση στη γεωργία ήδη έχει αναδείξει μία συστάδα επιχειρήσεων στη Θεσσαλία (κυρίως μέσα και γύρω από το Πανεπιστήμιο) που είναι πρωτοπόρες παγκοσμίως. Αντίστοιχα η ανάπτυξη ευφυών υποδομών και της κυκλικής οικονομίας προσφέρουν νέες προοπτικές παραγωγικής δραστηριότητας. Το σημαντικότερο είναι ότι πρόκειται για δραστηριότητες υψηλής προστιθέμενης αξίας που βασίζονται στους αποφοίτους που σήμερα αναγκάζονται να φύγουν από τη χώρα (το λεγόμενο brain drain).
Στην πρόσκλησή σας καλείτε σε «πλουραλιστικό διάλογο» τις προοδευτικές δυνάμεις, αλλά θέτετε ως προϋπόθεση να μην γίνουν «ανούσιοι συμβιβασμοί». Πού τραβάτε την κόκκινη γραμμή;
Θα δώσω τρία πρακτικά παραδείγματα. Ένα είναι η διαχείριση του υδατικού συστήματος. Στο όνομα μιας αντιεπιστημονικής, παράνομης και οικονομικά ανορθολογικής εξαγγελίας που έγινε πριν 60 χρόνια, της εκτροπής του Αχελώου, έχουν καθυστερήσει τα κρίσιμα και απαραίτητα έργα ορεινής υδρονομίας και αρδευτικών δικτύων που θα είχαν ήδη αποκαταστήσει τον υδροφόρο ορίζοντα και λειτουργήσει προστατευτικά απέναντι στα ακραία καιρικά φαινόμενα όπως ο Daniel, τα οποία αναμένεται να γίνουν συχνότερα τα επόμενα χρόνια. Δεύτερο, με την απουσία περιφερειακού σχεδιασμού και στη βάση του δόγματος ότι μόνο ο ιδιωτικός τομέας ξέρει και μπορεί έχουμε την ανορθολογική εγκατάσταση ΑΠΕ σε παραγωγικές γαίες και ευαίσθητα οικοσυστήματα, με υψηλό κόστος δικτύων, ενώ υπονομεύθηκε το θεσμικό εργαλείο των ενεργειακών κοινοτήτων. Αποτέλεσμα είναι να έχουμε και ακριβό ρεύμα και ενεργειακό έλλειμα σε επίπεδο Θεσσαλίας. Τρίτο, η εμμονή στην εξυπηρέτηση του κυκλώματος του ΙΧ και των ιδιωτικών μονοπωλίων στέρησε τη Θεσσαλία από ένα σύγχρονο σιδηροδρομικό δίκτυο, μειώνοντας την προσβασιμότητα στην ύπαιθρο και συντείνοντας στην εγκατάλειψή της. Αυτό θα έπρεπε ήδη να συνδυάζεται με άλλα ευφυή συστήματα μεταφορών ή μέσα σταθερής τροχιάς στις πόλεις και στις ορεινές περιοχές (π.χ. τελεφερίκ). Παράλληλα εγκαταλείφθηκε από τη ΝΔ η μελέτη για τις συνδυασμένες μεταφορές που θα συνέδεε την ΠΑΘΕ, το σιδηροδρομικό δίκτυο, το αεροδρόμιο, το λιμενικό δίκτυο και τις Σποράδες σε ένα συνεκτικό σύστημα που θα υπηρετούσε αποτελεσματικά και αποδοτικά τις κοινωνικές και παραγωγικές ανάγκες όχι μόνο της Θεσσαλίας, αλλά όλης της Κεντρικής Ελλάδας.
Στόχος της εκδήλωσης αναφέρεται πως είναι η δημιουργία μιας «κοινής επιτροπής». Πώς φαντάζεστε τη λειτουργία αυτής της επιτροπής και ποιους φορείς ή πολιτικούς χώρους θα θέλατε ιδανικά να δείτε να συμμετέχουν;
Να τονίσουμε ότι δεν απευθυνόμαστε μόνο σε πολιτικούς χώρους, αλλά και σε συνδικάτα, κινήσεις πολιτών, πρωτοβουλίες, τοπικούς συλλόγους, γενικότερα στην κοινωνία των πολιτών. Στο πολιτικό επίπεδο ξέρουμε ότι υπάρχουν πολλές επιφυλάξεις, δυσπιστία ακόμη και σκοπιμότητες, αλλά θεωρούμε ότι από το σύνολο της Αριστεράς και της Πολιτικής Οικολογίας μπορούμε να φτάσουμε ακόμη και μέχρι το ΠΑΣΟΚ. Βλέπουμε την πρωτοβουλία ως ένα ανοικτό φόρουμ που μέσα από κοινές δράσεις και προτάσεις θα αναδεικνύει ζητήματα και λύσεις και ταυτόχρονα θα χτίζει την αμοιβαία εμπιστοσύνη και συντροφικότητα για επόμενα βαθύτερα βήματα. Να χτίσουμε την ενότητα στην πράξη, απέναντι σε συγκεκριμένες προκλήσεις που αφορούν την καθημερινότητα και τις ανάγκες.
Είναι αυτή η πρωτοβουλία μια προσπάθεια της Νέας Αριστεράς να ηγηθεί ενός ευρύτερου μετώπου στη Θεσσαλία, ή είστε διατεθειμένοι να ακολουθήσετε και προτάσεις άλλων φορέων στο πλαίσιο της ισότιμης συμμετοχής που επαγγέλλεστε;
Είναι αυτονόητο ότι μιλάμε για ισότιμη συμμετοχή, δίχως ηγεμονισμούς και αλαζονικές νοοτροπίες. Δεν διεκδικούμε το αλάθητο, επιδιώκουμε το διάλογο επί των συγκεκριμένων ζητημάτων, διότι θεωρούμε ότι εκεί είναι πιο εύκολο να γεφυρωθούν οι διαφορές.
Η εκδήλωση γίνεται στο πλαίσιο των προσυνεδριακών διαδικασιών ενόψει του 2026. Γιατί επιλέξατε να ξεκινήσετε αυτόν τον διάλογο τώρα, τόσο νωρίς, και μάλιστα από τη Μαγνησία;
Θα έλεγα ότι καθυστερήσαμε, και για λόγους υποκειμενικών αδυναμιών και γιατί θέλαμε να είναι μια πρωτοβουλία που θα περιλάμβανε και άλλους. Το Προγραμματικό Συνέδριό μας έδωσε την αφορμή να επιταχύνουμε την παρουσίαση της πρότασης, καθώς τα προβλήματα και οι προκλήσεις εντείνονται και η κυβέρνηση αδιαφορεί ή είναι ανίκανη να λειτουργήσει αποτελεσματικά. Στη Μαγνησία συγκεντρώνονται όλες οι «πληγές». Από τον IANO, τον Daniel, και τον Elias, τον ΟΠΕΚΕΠΕ, την απουσία σιδηροδρομικού δικτύου και τα ΤΕΜΠΗ, την αέρια ρύπανση και τη διαχείριση και καύση απορριμμάτων, τα προβλήματα της πρόσβασης σε ορεινές περιοχές, την επαπειλούμενη χρεοκοπία της ΔΕΥΑΜΒ, το LNG μέχρι την κρίση στέγης, την ακρίβεια, την ανεργία και τη δημογραφική συρρίκνωση. Συναντιόμαστε ήδη στους αγώνες και βρίσκουμε κοινό βηματισμό σε επιμέρους μέτωπα. Είναι λοιπόν θετική πρόκληση- πρόσκληση να δούμε συνολικά πως μπορούμε να ενώσουμε δυνάμεις σε ένα συνεκτικό σχέδιο εξόδου από την κρίση με την κοινωνία όρθια σε μία θετική προοπτική για τις επόμενες γενιές.
Στο πάνελ των ομιλητών συμμετέχουν και οι καθηγητές κ. Κασίμης και κ. Μυλόπουλος. Πώς η επιστημονική τεκμηρίωση που προσφέρουν συνδέεται με την πολιτική δράση που προτείνετε; Είναι η επιστήμη η απάντηση στον λαϊκισμό;
Ιστορικά η Αριστερά πάντα συνδέει τον αγώνα της και τη δράση της με τη γνώση. Ο «αριστερός λαϊκισμός» σημαίνει μέριμνα για τους αδύναμους, προώθηση των αρχών της ισότητας, της αλληλεγγύης και της ελευθερίας, σε αντίθεση με το δεξιό μαυρογιαλουρισμό της εξυπηρέτησης κερδοσκοπικών συμφερόντων, των πελατειακών εξαρτήσεων και της πολιτικής εξαπάτησης. Για εμάς η γνώση είναι απάντηση στα fake news και την μετα-αλήθεια, προϋπόθεση και δύναμη χειραφέτησης, όχι εργαλείο υποδούλωσης και ενδυνάμωση για την ενεργό συμμετοχή αντί για την παραίτηση και την ανάθεση.
Κλείνοντας, τι θα θεωρούσατε ως επιτυχία το βράδυ της 9ης Δεκεμβρίου στο ξενοδοχείο Park; Ποιο είναι το μήνυμα που θέλετε να πάρει μαζί του ο κάθε πολίτης φεύγοντας από την αίθουσα;
Το πιο σημαντικό για εμάς είναι ότι συναντηθήκαμε πολιτικοί και κοινωνικοί φορείς και συζητήσαμε για ένα κοινό αντίπαλο. Τις ανάγκες, τα προβλήματα και τις πολιτικές που τα προκαλούν. Αποδείξαμε ότι υπάρχει το πεδίο και η δυνατότητα για εποικοδομητικό διάλογο και πρακτικά αποτελέσματα. Στα επόμενα βήματα πρέπει να αποδείξουμε ότι μπορούμε να αξιοποιήσουμε συλλογικά αυτή την κατάκτηση. Αυτή την πρόσκληση θα την προχωρήσουμε ανοικτά και ισότιμα.





