Τα μπλόκα δεν είναι έθιμο

Αναγκαίος όσο ποτέ ο ειλικρινής διάλογος κυβέρνησης, κομμάτων και αγροτών για τη χάραξη εθνικής αγροτικής πολιτικής με ορίζοντα μέλλοντος

Τα τεκταινόμενα των τελευταίων ημερών αναδεικνύουν με τον πιο εύγλωττο τρόπο το βάθος της κρίσης στον πρωτογενή τομέα της χώρας. Οι καθυστερήσεις στις επιδοτήσεις και το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ ήταν απλώς η αφορμή για να στηθούν και πάλι αγροτικά μπλόκα στις εθνικές οδούς.

Γράφει ο Τάσος Κουρκούμπας από την «Πολιτεία Θεσσαλών» Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2025

Σε μία χώρα όπως η Ελλάδα, με το μωσαϊκό του πρωτογενούς τομέα να απαρτίζεται κυρίως από μικρούς κλήρους, είναι πλέον κοινά αντιληπτό ότι οι αγρότες κουβαλούν στις πλάτες τους συσσωρευμένα προβλήματα που πλέον απειλούν την ίδια τους την επιβίωση,

Με το κόστος παραγωγής στα ύψη, τις τιμές των προϊόντων να φεύγουν χαμηλά από το χωράφι αλλά να εκτινάσονται στο ράφι, τις καλλιέργειας στο έλεος της κλιματικής κρίσης, την Ε.Ε. να καθυστερεί να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, αλλά και την ανυπαρξία εθνικής αγροτικής πολιτικής με ορίζοντα μέλλοντος και όχι πολιτικού κόστους, επόμενο είναι το αγροτικό ζήτημα να λαμβάνει διαστάσεις ασφυξίας.

Τα μπλόκα για τους Ελληνες αγρότες έχουν εθιμοτυπικό χαρακτήρα, ωστόσο σε μία εποχή, όπου και μία βεβαιότητα «πεθαίνει» κάθε μέρα σε ένα περιβάλλον διεθνούς αβεβαιότητας και ακρίβειας, δεν δείχνουν να προσφέρονται για λύσεις διαρκείας κι επομένως σταθερότητας.
Όπως και πέρσι, και πρόπερσι και σε όποιο βάθος χρόνου, ουδείς σήμερα μπορεί να εγγυηθεί ότι του χρόνου τέτοια εποχή δεν θα στηθούν εκ νέου από απελπισμένους, εναπομείναντες στον χώρο, αγρότες.

Η ανάγκη χάραξης εθνικής αγροτικής πολιτικής, άμεσα συνδεδεμένης με τη βιώσιμη περιφερειακή ανάπτυξη, είναι παρούσα με το προσκλητήριο ανάληψης των ευθυνών να αφορά κατ’ αναλογία άπαντες: κυβέρνηση, κόμματα, αγροτικό κόσμο

Αν κατά το… λενινιστικό το «χθες ήταν νωρίς» για την κυβέρνηση να ενισχύσει ουσιαστικά τον πρωτογενή τομέα, όχι μόνο για πολιτικούς λόγους αλλά και για τη διασφάλιση της εθνικής επάρκειας σε ποιοτικά προϊόντα απέναντι στον παγκόσμιο κίνδυνο μιας επισιτιστικής κρίσης, όπως προειδοποιεί ο ΟΗΕ, το «αύριο θα είναι αργά» και για την ίδια και τους αγρότες, οι οποίοι θέτουν εύλογα την αγωνία τους. Δεν είναι μόνο οι πληρωμές και οι αποζημιώσεις που έχουν καθυστερήσει.

Είναι το μέλλον που δεν βλέπουν. Η στιγμή είναι τέτοια που εκτός από κρίση συνιστά και ευκαιρία. Η ανάγκη χάραξης εθνικής αγροτικής πολιτικής, άμεσα συνδεδεμένης με τη βιώσιμη περιφερειακή ανάπτυξη, είναι παρούσα με το προσκλητήριο ανάληψης των ευθυνών να αφορά κατ’ αμαλογία άπαντες: κυβέρνηση, κόμματα, αγροτικό κόσμο.
Ούτε η διαφθορά, ούτε οι ερασιτεχνισμοί, ούτε η αδιαφορία για την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων έχουν πια θέση. Όπως και η αντίληψη ότι μπορούμε να «κοροϊδεύουμε τους Ευρωπαίους».

Αγροτική εκπαίδευση
Ιστορικά ο αγροτοκτηνοτροφικός τομέας αποτελεί θεμέλιο της ελληνικής οικονομίας και της ζωής στην περιφέρεια. Πλέον καλείται να προσαρμοστεί στις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής, να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες της τεχνολογικής προόδου αλλά και να απαντήσει στις πιέσεις, οικονομικές και κοινωνικές, που συχνά οδηγούν σε κινητοποιήσεις.

Η φύση της παραγωγής, η διαχείριση και η διάθεση των προϊόντων δεν μπορεί πλέον να στηρίζεται σε πρακτικές άλλης εποχής. Οι παγκόσμιες τάσεις και οι τεχνολογικές εξελίξεις επαναπροσδιορίζουν τα πάντα. Ως χώρα με ισχυρή αγροτική παράδοση και μοναδικά αγροτικά προϊόντα, η Ελλάδα καλείται να ανταποκριθεί στις αναδυόμενες προκλήσεις με μεταρρυθμίσεις που θα επιτρέψουν την ανάπτυξη του πρωτογενούς της τομέα μέσα από τον μετασχηματισμό της αγροτικής οικονομίας με την εκπαίδευση των νέων αγροτών.
Στον 21ο αιώνα, με τα drones να χαρτογραφούν καλλιέργειες και τους αισθητήρες εδάφους σε σύνδεση με δορυφόρους, οι γεωργοί δεν είναι μόνο καλλιεργητές, αλλά και διαχειριστές οικοσυστημάτων, αναλυτές δεδομένων και πρωτοπόροι της κλιματικής ανθεκτικότητας.

Ενας στους δέκα
Καλές οι ΣΑΕΚ της ΔΥΠΑ και του ΕΛΓΟ-Δήμητρα αλλά η συμμετοχή είναι ελάχιστη. Ένα χρόνο πριν η έρευνα της διαΝΕΟσις1 αποκάλυπτε μια ανησυχητική εικόνα: μόλις το 0,7% των Ελλήνων αγροτών έχει ολοκληρωμένη επαγγελματική κατάρτιση. Εννιά στους δέκα αγρότες έχουν μόνο πρακτική εμπειρία, όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι 67,3%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό άνω των 65 ετών φτάνει το 98,4% (μ.ο. ΕΕ: 84,1%). Την ίδια στιγμή σε χώρες όπως η Γαλλία και η Γερμανία οι αγρότες με πλήρη αγροτική εκπαίδευση ξεπερνούν το 30%, στην Ισπανία το 32% ων νέων αγροτών συμμετέχουν σε εκπαιδευτικά προγράμματα και εκπαιδεύονται σε προηγμένα συστήματα άρδευσης ακρίβειας, στην Ολλανδία το 40% των αποφοίτων της δευτεροβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης ασχολείται με τον αγροτικό τομέα.

Ακόμη η γειτονική μας Ιταλία, μία χώρα με κοινά χαρακτηριστικά με την Ελλάδα από τις κλιματικές συνθήκες μέχρι τα παραδοσιακά προϊόντα υψηλής αξίας, έχει καταφέρει μέσα από την εκπαίδευση της νέας γενιάς των αγροτών της να συνδυάζει πλέον την παράδοση με την καινοτομία.

Αναδιάρθρωση καλλιεργειών
Χάρη στο κλίμα, τη βιοποικιλότητα και τις τοπικές ποικιλίες o ελληνικός πρωτογενής τομέας έχει σημαντικά πλεονεκτήματα. Μπορεί να στηριχθεί στην ενίσχυση των ΠΟΠ/ΠΓΕ προϊόντων, στη βιολογική γεωργία, στην αξιοποίηση αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών, στην ενίσχυση της δενδροκαλλιέργειας υψηλής προστιθέμενης αξίας (ελιά, μήλο, αμπέλι, ακτινίδιο, κάστανο), στην προώθηση νέων καλλιεργειών ανθεκτικών στις κλιματικές συνθήκες. Η εξωστρέφεια είναι επίσης κρίσιμη. Τα ελληνικά προϊόντα έχουν σημαντικό δυναμικό στις διεθνείς αγορές, ωστόσο χρειάζονται καλύτερη οργάνωση, marketing και συνεταιριστική συνεργασία για να πετύχουν ισχυρή παρουσία στο εξωτερικό.

Η ζωή στην ύπαιθρο
Ο αγροτικός πληθυσμός στην Ελλάδα γερνά, με τον μ.ο. ηλικίας να είναι τα 57 έτη. Η ενασχόληση με τη γεωργία δεν είναι πάντα ελκυστική για τους νέους, εξαιτίας της οικονομικής αβεβαιότητας, της έλλειψης υποστήριξης και των περιορισμένων υποδομών στα χωριά, που μοιραία ερημώνουν. Ανάλογο πρόβλημα αντιμετωπίζουν όλες οι χώρες της Ευρώπης, αλλά κάνουν και κάτι. Για παράδειγμα, αυτές τις μέρες στην Ισπανία, η συζήτηση για την λεγόμενη «España Vaciada» («Άδεια Ισπανία») έχει μπει δυναμικά στην πολιτική ατζέντα.

Η Μαδρίτη δίνει μάχη με τον χρόνο για να σώσει τα χωριά από την εγκατάλειψη, δίνοντας μεγάλα κονδύλια, πρωτότυπα προγράμματα και τοπικές δράσεις σε μια προσπάθεια να αποτρέψει τη φυγή των νέων από την ισπανική ύπαιθρο.
Ξέρουν ότι η γεωργία μπορεί να αποτελέσει έναν μοχλό ανάπτυξης που θα στηρίξει την ύπαιθρο, θα δημιουργήσει νέες ευκαιρίες και θα προσφέρει επισιτιστική ασφάλεια στους καταναλωτές, που μαζί με τους αγρότες είναι και τα πιο αδύναμα άκρα της αλυσίδας.

Με ή χωρίς μπλόκα, ένας ανοικτός και ειλικρινής διάλογος είναι πλέον αναγκαίος. Όπως και οι μεταρρυθμίσεις που θα οδηγήσουν αφενός την κυβέρνηση στην ανάληψη της ευθύνης που κρύβει λόγω φόβου πολιτικού κόστους πίσω από την ΚΑΠ, όταν οι Βρυξέλλες επιτρέπουν εθνικές πρωτοβουλίες και αφετέρου τους αγρότες στα νέα δεδομένα. Οι εποχές του αυτοσχεδιασμού και της εναπόθεσης ευθυνών στην Ε.Ε. όσον αφορά τον σχεδιασμό και την εφαρμογή της ΚΑΠ έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί.

 

 

 

 

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ