Ιδιωτικό χρέος: Οι ρυθμίσεις και ο γρίφος του εξωδικαστικού  –

Ιδιωτικό χρέος: Οι ρυθμίσεις και ο γρίφος του εξωδικαστικού 

Με ρεκόρ έκλεισε ο Νοέμβριος για τον Εξωδικαστικό Μηχανισμό. Μέσα σε ένα μήνα έγιναν 2.450 ρυθμίσεις, με συνολικό ρυθμιζόμενο ποσό 600 εκατ. ευρώ. Από μόνο του, το νούμερο θα μπορούσε εύκολα να διαβαστεί ως ένδειξη ότι ένα μεγάλο κομμάτι του ιδιωτικού χρέους βρίσκει επιτέλους έναν σταθερό διάδρομο προς την εξομάλυνση. Από την έναρξη λειτουργίας του Μηχανισμού έως σήμερα, έχουν ολοκληρωθεί 48.414 ρυθμίσεις, που αντιστοιχούν σε 15,26 δισ. ευρώ αρχικών οφειλών. Η εικόνα δείχνει μια οικονομία που προσπαθεί οργανωμένα να περιορίσει το βάρος του παρελθόντος.

Αυτή όμως είναι η μια πλευρά. Μαζί με την ανοδική πορεία των ρυθμίσεων, επίσης ανοδικά κινείται και ο ρυθμός των κατασχέσεων και των αναγκαστικών μέτρων της ΑΑΔΕ. Μαζί με τις προηγούμενες δύο, βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής και μια τρίτη, με τα νέα χρέη που προστίθενται στην Εφορία, φτάνοντας τα 7,8 δισ. ευρώ μέσα στο δεκάμηνο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου. Το αποτέλεσμα είναι ένα τριπλό πρόσωπο του ιδιωτικού χρέους, όπου η προσπάθεια για εξομάλυνση των τραπεζικών χρεών, συναντά την κοινωνική πίεση και, ταυτόχρονα, μια νέα παραγωγή οφειλών που δεν επιτρέπει εφησυχασμό.

Οι ρυθμίσεις επεκτείνονται σε νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις με πολλαπλές οφειλές προς τράπεζες, servicers και Δημόσιο. Η επιμήκυνση δανείων, η μείωση επιτοκίων, οι διαγραφές προσαυξήσεων και σε συγκεκριμένες περιπτώσεις το «κούρεμα» κεφαλαίου, διαμορφώνουν ένα πλαίσιο πιο συγχρονισμένο με τις οικονομικές αντοχές της κοινωνίας. Για τις τράπεζες και τους servicers, η αύξηση των συμφωνιών προσφέρει μεγαλύτερη προβλεψιμότητα στις εισροές και βελτιώνει την ποιότητα των χαρτοφυλακίων. Για το Δημόσιο, οι σταθερές ρυθμίσεις σημαίνουν καλύτερη προοπτική μελλοντικών εσόδων, σε μια περίοδο όπου ο δημοσιονομικός χώρος είναι περιορισμένος και οι ανάγκες χρηματοδότησης αυξάνονται διαρκώς.

Στην πόρτα του εξωδικαστικού

Όμως, αυτή η εικόνα δεν είναι καθολική. Η δεύτερη όψη του προβλήματος εμφανίζεται στις αυξημένες κατασχέσεις και δεσμεύσεις λογαριασμών, μια τάση που λειτουργεί ως βαρόμετρο της οικονομικής πίεσης που δέχεται μεγάλη μερίδα πολιτών. Παρά τις ρυθμίσεις, ένα σημαντικό ποσοστό οφειλετών δεν καταφέρνει να φτάσει εγκαίρως στην πόρτα του Εξωδικαστικού, λόγω πολύπλοκων διαδικασιών. Υπάρχουν όμως και αυτοί που ακόμα και να καταφέρουν να ολοκληρώσουν τις διαδικασίες, το διαθέσιμο εισόδημα τους για να εξυπηρετούν τη ρύθμιση έχει εξαφανιστεί από την ακρίβεια. Η πρόσφατη προκαταρκτική εκτίμηση της Eurostat για τον Νοέμβριο το επιβεβαιώνει, καταγράφοντας νέα αύξηση του πληθωρισμού στο 2,9%, με τα τρόφιμα, την στέγαση και τις υπηρεσίες να σημειώνουν νέες αυξήσεις. Σε πολλές περιπτώσεις, ακόμη και η ρυθμισμένη δόση αποδεικνύεται δυσανάλογη σε σχέση με το εισόδημα, οδηγώντας σε απώλεια τους.

Η ίδια δυναμική καταγράφεται και στη μικρή επιχειρηματικότητα. Για πολλές επιχειρήσεις, ο Εξωδικαστικός αποτελεί κρίσιμο εργαλείο σε ένα; περιβάλλον υψηλού ενεργειακού κόστους, ακριβών πρώτων υλών και περιορισμένης χρηματοδότησης. Όμως όσες δεν καταφέρνουν να ενταχθούν, σε μια αγορά όπου η παραγωγικότητα παραμένει χαμηλή και το περιθώριο κερδοφορίας έχει συρρικνωθεί, αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα.

Μέχρι εδώ, η αντίστιξη ρυθμίσεων – κατασχέσεων δίνει μια εικόνα δύο ταχυτήτων. Αυτή η εικόνα όμως γίνεται πιο σύνθετη με την τρίτη όψη: την παραγωγή νέων χρεών. Τα στοιχεία της ΑΑΔΕ για το δεκάμηνο δείχνουν ότι τα νέα ληξιπρόθεσμα ανέρχονται στα 7,8 δισ. ευρώ, ποσό που δεν συνδέεται με τα παλαιά χρέη και τις ρυθμίσεις, αλλά αντιπροσωπεύει οφειλές που δημιουργήθηκαν μέσα στο 2025. Η αύξηση αυτών των χρεών σε περίοδο θετικών ρυθμών ανάπτυξης και αποκλιμάκωσης των επιτοκίων δημιουργεί εύλογο ερώτημα για τη βιωσιμότητα των εισοδημάτων και για το κατά πόσο τα νοικοκυριά μπορούν να εξυπηρετήσουν τις τρέχουσες, όχι τις παλαιές, υποχρεώσεις τους.

Μακροοικονομικός γρίφος

Ο Εξωδικαστικός βελτιώνει την εικόνα των ισολογισμών, αλλά η αγορά συνεχίζει να παράγει νέες οφειλές. Η κατανάλωση πιέζεται, όχι επειδή η οικονομία δεν αναπτύσσεται, αφού η Ελλάδα βρίσκεται πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης σε προβλέψεις για το 2025 – 2026, αλλά επειδή ο πραγματικός διαθέσιμος μισθός δεν φθάνει να καλύψει το κόστος ζωής. Αυτή η αναντιστοιχία οδηγεί σε αθέτηση υποχρεώσεων που διογκώνονται καθώς προχωρούν οι μήνες.

Για τις τράπεζες, από τη μία υπάρχει βελτίωση ποιότητας χαρτοφυλακίου στα παλαιά δάνεια, αλλά και αυξημένες πιθανότητες σχηματισμού ενός νέου κύματος μικροοφειλών. Για το Δημόσιο, οι επιτυχείς ρυθμίσεις σημαίνουν σταθερά έσοδα, αλλά ταυτόχρονα τα νέα χρέη υποδεικνύουν ότι η φορολογική βάση παραμένει ευάλωτη. Για τη μικρή επιχειρηματικότητα, το πρόβλημα είναι ακόμη πιο έντονο, καθώς οι τρέχουσες υποχρεώσεις συχνά συνδέονται με λειτουργικά έξοδα και όχι με παλαιές οφειλές.

Σε επίπεδο κοινωνικής συνοχής, η τριπλή αυτή εικόνα δημιουργεί ένα περιβάλλον αστάθειας. Οι ρυθμίσεις προσφέρουν ανακούφιση σε όσους καταφέρνουν να ενταχθούν, αλλά οι κατασχέσεις εντείνουν την ανασφάλεια εκείνων που δεν μπορούν. Τα νέα χρέη διευρύνουν το χάσμα ανάμεσα σε όσους έχουν σταθερή πρόσβαση σε ρυθμίσεις και σε όσους βλέπουν τα εισοδήματά τους να εξαντλούνται προτού φτάσουν στον μηχανισμό.

Πηγή: ot.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ