Πώς οι διεθνείς τάσεις κινητικότητας επηρεάζουν την ελληνική οικονομία, την αγορά εργασίας και το μέλλον του ανθρώπινου δυναμικού
Η Ελλάδα βρίσκεται τα τελευταία χρόνια στο επίκεντρο ενός έντονου μεταναστευτικού φαινομένου, που διαμορφώνει εκ νέου τη σύνθεση της αγοράς εργασίας και τις προοπτικές της οικονομίας. Σύμφωνα με τη νέα έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) International Migration Outlook 2025, η χώρα συνεχίζει να «εξάγει» υψηλής εξειδίκευσης επαγγελματίες, κυρίως στον τομέα της υγείας, ενώ ταυτόχρονα «εισάγει» εργατικό δυναμικό για να καλύψει θέσεις στους κλάδους χαμηλής και μεσαίας ειδίκευσης, όπως ο τουρισμός, οι κατασκευές και ο πρωτογενής τομέας.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά ευρήματα της έκθεσης αφορά τη μαζική έξοδο γιατρών και νοσηλευτών. Η Ελλάδα αναδεικνύεται σε σημαντικό «προμηθευτή» υγειονομικού προσωπικού για ευρωπαϊκά συστήματα υγείας, όπως αυτά της Ιταλίας, της Γερμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου. Οι χώρες αυτές ωφελούνται σημαντικά από την προσέλκυση Ελλήνων επαγγελματιών, οι οποίοι συχνά αναζητούν καλύτερες συνθήκες εργασίας, υψηλότερους μισθούς και σταθερότερο περιβάλλον. Παρά το γεγονός ότι και οι ίδιες οι χώρες αυτές αντιμετωπίζουν αντίστοιχη «διαρροή» προσωπικού προς άλλες αγορές, η Ελλάδα αποτελεί για αυτές μία σταθερή δεξαμενή εξειδικευμένων εργαζομένων.
Γράφει ο Τάσος Κουρκούμπας από την «Πολιτεία Θεσσαλών» Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2025
Σε διεθνές επίπεδο, οι μεγαλύτεροι κερδισμένοι από τη μετακίνηση υγειονομικού προσωπικού είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Αυστραλία και η Ελβετία, που παραμένουν ελκυστικοί πόλοι για εργαζόμενους υψηλής κατάρτισης. Αντίθετα, χώρες όπως η Γαλλία και η Αυστρία βρίσκονται περίπου στη μέση· χάνουν προσωπικό προς πιο ισχυρές οικονομίες, αλλά ταυτόχρονα κερδίζουν από την προσέλκυση εργαζομένων από χώρες όπως η Ελλάδα και η Ιταλία.
Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο είναι η προτίμηση των Ελλήνων μεταναστών για τη Γερμανία. Το 2023, το 35% των Ελλήνων που επέλεξαν να μεταναστεύσουν εγκαταστάθηκαν εκεί, σε μια χώρα που τα τελευταία χρόνια έχει αναδειχθεί σε κορυφαίο προορισμό για εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό. Παρ’ όλα αυτά, η συνολική μετανάστευση Ελλήνων προς τις χώρες του ΟΟΣΑ μειώθηκε κατά 4% την ίδια χρονιά, γεγονός που ίσως υποδηλώνει μία σχετική σταθεροποίηση των ροών ή αλλαγές στις δυνατότητες απορρόφησης των ξένων οικονομιών.
Ωστόσο, την ίδια στιγμή, η Ελλάδα φαίνεται να δυσκολεύεται να αξιοποιήσει αποτελεσματικά το υψηλά μορφωμένο μεταναστευτικό δυναμικό που φθάνει στη χώρα. Στην έκθεση καταγράφεται πως η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις ευρωπαϊκές οικονομίες του ΟΟΣΑ με τις πιο έντονες μειώσεις στην απασχόληση μεταναστών υψηλής εκπαίδευσης – με πτώση 5,4% το 2024 σε σχέση με το 2023. Παράλληλα, η χώρα βρίσκεται στις τέσσερις πρώτες θέσεις όσον αφορά τα ποσοστά ανεργίας των μεταναστών, με συνολικό ποσοστό 15,4%.
Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι ότι κατέχει την πρώτη θέση στη μακροχρόνια ανεργία μεταναστών: το 60% των ανέργων μεταναστών παραμένουν χωρίς εργασία για μεγάλο χρονικό διάστημα. Παρά τις δυσκολίες, η Ελλάδα εξακολουθεί να αποτελεί προορισμό για μετανάστες εργαζομένους: το 25% των αλλοδαπών που εισέρχονται στη χώρα το 2024 εντάσσονται σε αυτή την κατηγορία. Ταυτόχρονα, καταγράφεται σημαντική αύξηση των αιτήσεων ασύλου, με άνοδο 19% και συνολικό αριθμό περίπου 69.000 νέων αιτήσεων.
Οι περισσότεροι αιτούντες προέρχονται από χώρες που βιώνουν κρίσεις και συγκρούσεις, όπως η Συρία (22.000), το Αφγανιστάν (15.000) και η Αίγυπτος (7.100). Οι μετανάστες που τελικά εντάσσονται στην αγορά εργασίας ωθούνται κυρίως σε τέσσερις βασικούς τομείς: τη φιλοξενία και την εστίαση (18,8%), τις κατασκευές (17,3%), το χονδρικό και λιανικό εμπόριο (15%), καθώς και τη γεωργία και την αλιεία (9%).
Οι τομείς αυτοί αποτελούν κρίσιμη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, ιδιαίτερα του τουριστικού προϊόντος και της αγροτικής παραγωγής, και η συμβολή των μεταναστών είναι συχνά καταλυτική για την κάλυψη των αυξημένων αναγκών σε εργατικό δυναμικό.
Συνολικά, η εικόνα που διαμορφώνεται καταδεικνύει ένα διττό φαινόμενο: από τη μία πλευρά, η χώρα χάνει πολύτιμο ανθρώπινο κεφάλαιο υψηλής εξειδίκευσης, γεγονός που επηρεάζει την ποιότητα και τη βιωσιμότητα κρίσιμων τομέων όπως η υγεία. Από την άλλη πλευρά, η οικονομία στηρίζεται ολοένα και περισσότερο σε μετανάστες εργαζομένους για να λειτουργήσουν βασικοί παραγωγικοί κλάδοι.
Το αποτέλεσμα είναι μια συνεχιζόμενη αναδιάρθρωση του εργατικού δυναμικού, που αναδεικνύει την ανάγκη για στρατηγικό σχεδιασμό, επενδύσεις σε ανθρώπινο κεφάλαιο και πολιτικές ένταξης που θα επιτρέψουν στη χώρα να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητες της κινητικότητας αντί να επηρεάζεται αρνητικά από αυτήν.




