Από τον καρδινάλιο Ρισελιέ και τον Τόμας Κρόμγουελ, ως τον Μακιαβέλι που έγραψε στην αιωνιότητα τον Τσεζάρε Μποργκία και τις λογοτεχνικές μορφές του Πολώνιου και του Φάλσταφ, όσοι αγαπούν την πολιτική και την ιστορία είχαν πάντοτε μια τάση να συναρπάζονται από τις προσωπικότητες αυτών που βρέθηκαν στο δεξί χέρι των ισχυρών της εξουσίας. Ανθρωποι των οποίων η επιρροή δεν αμφισβητείται, ωστόσο είναι δύσκολο να αποτυπωθεί με αριθμητική ακρίβεια και χειροπιαστά ντοκουμέντα, αφού συχνά η δράση τους κινείται στο περιθώριο της διοίκησης, σε ρόλους θεματοφύλακα της διακυβέρνησης.
Είναι αυτοί που λιγότερο από τις υπογραφές τους, έχουν διαμορφώσει καταστάσεις έχοντας την πλέον άμεση πρόσβαση στο αφτί βασιλέων, αυτοκρατόρων, προέδρων ή πρωθυπουργών.
Γι’ αυτό και στις ιστορίες τους μπλέκονται συχνά η αλήθεια με τους θρύλους, τις φήμες και τις προκαταλήψεις μας.
Και για τις ελληνικές περιπτώσεις τέτοιων πολιτικών προσώπων θα μπορούσε να γραφτεί ένα υπέροχο παραμύθι, λίγο σκοτεινό μα κι εξιδανικευμένο συνάμα. Να, ας πούμε, να βάζαμε στον παράδεισο κάπου τον Αντώνη Λιβάνη, τον Πέτρο Μολυβιάτη και τον Αλέκο Φλαμπουράρη σε ένα τραπέζι, να λένε ιστορίες γύρω από ένα μπουκάλι κρασί. Μπορούμε να φανταστούμε πως θα τα πέρναγαν ωραία, ίσως να έβρισκαν και κοινές εμπειρίες από τις ζωές τους δίπλα στον Ανδρέα Παπανδρέου, τον Κωνσταντίνο και τον Κώστα Καραμανλή και τον Αλέξη Τσίπρα. Σπανίως, άλλωστε, έχουμε δει ανθρώπους που έχουν παίξει τον ρόλο που έπαιζαν αυτοί οι τρεις, να επιτίθενται ο ένας στον άλλον. Αντιθέτως, παρά τις διαφορές τους, εκ των ρόλων τους και των προσωπικοτήτων τους, αυτοί οι τρεις υπήρξαν συχνά οι δίαυλοι των πρωθυπουργών με φίλους, συνεργάτες, εξωτερικούς παράγοντες, ακόμη και εχθρούς.
Αυτοί οι τρεις «σωματοφύλακες» ήταν έμπιστοι, όχι απλώς επειδή ήταν οι στενότεροι συνεργάτες, αλλά επειδή είχαν βαθιά προσωπική και ιδεολογική σχέση με τους πρωθυπουργούς που υπηρέτησαν και πολλές δεκαετίες προσωπικής και συλλογικής πολιτικής δράσης, σε μερικές από τις σημαντικότερες ιστορικές περιόδους της χώρας μας. Ενσάρκωσαν τον ορισμό του επιτελικού, με τη βαθύτερα πολιτική έννοια της λέξης, πριν από τη σημερινή «εφεύρεση» του «επιτελικού κράτους» των τεχνοκρατών.
Ο άυπνος νους της κυβέρνησης
Ο μεν Λιβάνης ήταν ο κυριολεκτικά άυπνος στρατηγικός νους του Παπανδρέου, ο πρακτικός και συγκεντρωτικός που ασκούσε ως «αντ’ αυτού» την καθημερινή διαχείριση της διοίκησης της κυβέρνησης, του Μαξίμου και του κόμματος, όντας ο άνθρωπος που με το σκιώδες επιτελείο του προλάβαινε κρίσεις και προστάτευε τον πρωθυπουργό. Σπανίως μίλαγε για την προσωπική ιστορία του, που ήταν μυθιστορηματική. Για το πώς γλίτωσε από την καταδίκη σε θάνατο στην κατοχή, πώς ίδρυσε έναν εκδοτικό οίκο βασικά ως «βιτρίνα» για αντιδικτατορική και πολιτική δραστηριότητα, χωρίς βεβαίως να γλυτώσει τη φυλακή και την εξορία.
Ο «αόρατος» πανταχού παρών
Ο Μολυβιάτης ήταν ο αιώνιος διπλωμάτης του Καραμανλή, ο άνθρωπος της διακριτικότητας, της λεπτότητας και της εμπιστοσύνης σε κάθε είδους διαπραγμάτευση παρασκηνίου, ένας επί δεκαετίες πανταχού παρών αλλά αόρατος παράγοντας. Γι’ αυτό, μάλιστα, παρόλο που θήτευσε και ο ίδιος σε πολλές σημαντικές θέσεις ως διπλωμάτης, υπουργός Εξωτερικών και γενικός γραμματέας της Προεδρίας, έχει μείνει στη συλλογική μνήμη ως παράγοντας πίσω από μεγάλες αποφάσεις που αφορούν την εθνική γραμμή της χώρας. Οχι σαν πολιτική φιγούρα με ατομική δημοσιότητα, αλλά ως ένα από τα σταθερά θεμέλια του πολιτικού συστήματος μιας άλλης εποχής, πιο παραδοσιακής.
Ο κοσμοπολίτης της Αριστεράς
Στον αντίποδα, ο Φλαμπουράρης, ένας κοσμοπολίτης από τη μήτρα των σκληρών ιδεολογικών αντιπαραθέσεων της εγχώριας Αριστεράς, υπήρξε ένας «πολιτικός μπαμπάς» για τον Τσίπρα, που μπορούσε να συμμετέχει σε κομβικές αποφάσεις με τον απαιτούμενο κυνισμό της αστικής εξουσίας, την ίδια ώρα που μπορούσε να τον κρατά γειωμένο με ιδεολογικές άγκυρες σε μια αριστερή συνέχεια, ένα πρόσωπο που συνδυάζει τα χειροπιαστά με τα συμβολικά μαζί. Ηταν ο άνθρωπος που με το χαμόγελο και το χιούμορ του μπορούσε να αλλάξει την ατμόσφαιρα, γνωρίζοντας καλά όχι μόνο από νίκες αλλά και από μεγάλες ήττες και κομματικές μειοψηφίες. Για την ευρύτερη κοινή γνώμη ήταν ο ψύχραιμος των πάνελ, το meme με το φρέντο, που έγινε ευρύτερα γνωστός σε μια περίοδο που λίγη σημασία δόθηκε στη συνεισφορά του στον αντιδικτατορικό αγώνα, στο ΚΚΕ εσωτερικού, στην ίδρυση του Συνασπισμού και του ΣΥΡΙΖΑ.
Κι οι τρεις θα μπορούσαν να είναι πιο «διάσημοι». Να έχουν συλλέξει περισσότερα αξιώματα στα βιογραφικά τους. Ηταν, όμως, οι πιο χαρακτηριστικοί υπολοχαγοί των κυβερνήσεων και των ανθρώπων που υπηρέτησαν. Που ξεπέρασαν το (θεμιτό κι ανθρώπινο) ενδιαφέρον για τα μικρά προσωπικά ή κομματικά κέρδη, προτιμώντας ο καθένας να φυλάει αυτό που αγάπησε και πίστεψε ως μεγάλο ιδεώδες.
Πηγή: tanea.gr





