Του Νίκου Ρουσάνογλου
Τη στιγμή που η δραστηριότητα της βραχυχρόνιας μίσθωσης και οι αγορές ακινήτων μέσω του προγράμματος “Χρυσή Βίζα” έχουν στοχοποιηθεί τα τελευταία χρόνια, ως βασικοί “υπαίτιοι” για τη στεγαστική κρίση, οι αριθμοί, ειδικά στο λεκανοπέδιο της Αττικής, όπου εντοπίζεται και το μεγαλύτερο πρόβλημα, υποδεικνύουν το αντίθετο. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από την επεξεργασία των στοιχείων από την απογραφή κτιρίων της ΕΛΣΤΑΤ, που πραγματοποίησε η ReDataset του ομίλου της Resolute Cepal Greece, ο βασικός “ένοχος” για το μεγάλο έλλειμμα κατοικιών διαθέσιμων είτε προς πώληση, είτε προς ενοικίαση, φαίνεται να είναι ο τεράστιος όγκος των κλειστών κατοικιών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο κέντρο της Αθήνας, το 26,8%, ή 117.137 κατοικίες είναι κενές. Πολύ υψηλά ποσοστά όμως παρατηρούνται και στον Πειραιά με 21.712 σπίτια κενά (22,1% του συνόλου), του Ζωγράφου με 21,6% κλειστά ακίνητα ή 9.706, αλλά και την Ηλιούπολη με σχεδόν 6.000 κλειστά σπίτια (15,2% του συνόλου).
Διαφορετική είναι η εικόνα στα βόρεια και τα νότια προάστια, όπου στην πλειονότητα των περιοχών, το ποσοστό των κενών, παρότι υψηλό, είναι χαμηλότερο του 20%. Στα βόρεια, τα περισσότερα κενά σπίτια με 6.441 ή 18,4% παρατηρούνται στην περιοχή της Κηφισιάς, ενώ ακολουθούν το Μαρούσι με 15,5% και 5.546 κλειστά σπίτια και η περιοχή του Παπάγου-Χολαργού με 3.008 κλειστά σπίτια, ή 13% του συνόλου. Την καλύτερη εικόνα παρουσιάζουν τα Βριλήσσια με μόλις 9% του οικιστικού αποθέματος να είναι κλειστό, ή 1.267 σπίτια.
Αντίστοιχα και στα νότια προάστια, μόνο η περιοχή της Καλλιθέας ξεπερνά το 20% κλειστών ακινήτων με 20,2% και 13.093 κατοικίες εκτός αγοράς. Ακολουθούν κατά σειρά η Νέα Σμύρνη με 18,5% κλειστά, ή 7.553 και η Γλυφάδα με 17,3% κλειστά, ή 7.725 κλειστά. Ακόμα και στον δήμο Ελληνικού-Αργυρούπολης, τα κλειστά σπίτια αγγίζουν το 14,9% ή 3.678.
Σε ό,τι αφορά τις δυτικές συνοικίες, ξεχωρίζει το Αιγάλεω με 21,5% των σπιτιών να είναι κλειστό, ή 8.164 σπίτια, ενώ στο μεγαλύτερο Περιστέρι, 13.212 ακίνητα, ή 18,9% του συνόλου είναι κλειστό.
Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν και την πρόσφατη μελέτη που πραγματοποίησε το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, βασικό συμπέρασμα της οποίας ήταν ότι οι κατοικίες που διατίθενται αποκλειστικά για βραχυχρόνιας μισθώσεις, αντιστοιχούν σε μόλις 0,4% του συνολικού στεγαστικού αποθέματος στην Ελλάδα. Μάλιστα, ο αντίκτυπος των βραχυχρόνιων μισθώσεων στις τιμές των ενοικίων υπολογίστηκε σε λιγότερο από 1,8%, τη στιγμή που ο πληθωρισμός και η στασιμότητα των εισοδημάτων διαδραματίζουν πολύ πιο καθοριστικό ρόλο. Με βάση και τα ευρήματα της ReDataset, αλλά και της έρευνας του ΟΠΑ, στο κέντρο της Αθήνας, η δραστηριότητα της βραχυχρόνιας που μετριέται σε περίπου 12.500 ακίνητα, έχει “στερήσει” από την αγορά, μόλις το 2,86% του συνολικού οικιστικού αποθέματος των 437.188 κατοικιών και αντιστοιχεί σε μόλις 10,66% των κενών κατοικιών, χωρίς μάλιστα να υπολογίζεται και το γεγονός ότι αρκετά καταλύματα ήταν στο παρελθόν αναξιοποίητα.
Εν τω μεταξύ, οι τιμές των ενοικίων αυξάνονται με γοργό ρυθμό ακόμα και στις περιοχές, όπου η δραστηριότητα της βραχυχρόνιας μίσθωσης είναι μηδαμινή. Σε πρόσφατη ανάλυση που πραγματοποίησε το Capital.gr, με βάση στοιχεία της AirDNA, στο Περιστέρι, έναν από τους μεγαλύτερους δήμους της χώρας (όχι μόνο της Αττικής), λειτουργούν σήμερα μόλις 98 καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης, ενώ στο Αιγάλεω ο αριθμός τους δεν ξεπερνά τα 77 καταλύματα. Ωστόσο, με βάση τον δείκτη τιμών SPI που επιμελείται ο Spitogatos.gr, την περίοδο 2019-2025, η μέση ζητούμενη τιμή ενοικίασης στα δυτικά προάστια, έχει αυξηθεί κατά 54,2%, από τα 5,77 ευρώ/τ.μ. σε 8,9 ευρώ/τ.μ.
Γίνεται λοιπόν ξεκάθαρο, ότι η στόχευση των πολιτικών της κυβέρνησης θα πρέπει να είναι κυρίως να βρεθούν τρόποι να επαναλειτουργήσουν τα κλειστά αυτά σπίτια, όχι μόνο των ιδιωτών, αλλά και του ίδιου του δημοσίου, που ακόμα δεν έχει κατορθώσει να καταγράψει με ακρίβεια την ίδια του την ακίνητη περιουσία, προκειμένου στη συνέχεια να μπορέσει να την αξιοποιήσει.
Πηγή: capital.gr





