Το στοίχημα του Σαμ Άλτμαν: Θα συμβαδίσουν οι στόχοι της OpenAI με το αυξανόμενο κόστος; –

OpenAI: Ολοκληρώθηκε η αναδιάρθρωση – Εδραιώνεται η Microsoft ως κύριος μέτοχος

Πώς μπορεί μια ζημιογόνος νεοφυής επιχείρηση, όπως η OpenAI του Σαμ Άλτμαν, να αντέξει οικονομικά μια εξόχως εντυπωσιακή δέσμευση δαπανών; Αυτό είναι το ερώτημα των 1,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων που τίθεται από αναλυτές αλλά και επενδυτές.

Μία θετική απάντηση θα συμβάλει σημαντικά στην άμβλυνση των ανησυχιών των επενδυτών σχετικά με τις προειδοποιήσεις για φούσκα στην άνθηση της τεχνητής νοημοσύνης, από τις υψηλές αποτιμήσεις των τεχνολογικών εταιρειών έως μια συζητούμενη παγκόσμια δαπάνη 3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε κέντρα δεδομένων, αναφέρει χαρακτηριστικά ο Guardian.

H εταιρεία που δημιούργησε το ChatGPT χρειάζεται τεράστια ποσότητα υπολογιστικής ισχύος για να εκπαιδεύσει τα μοντέλα της, να παράγει τις απαντήσεις τους και να κατασκευάσει ακόμη πιο ισχυρά συστήματα στο μέλλον. Το κόστος της υπολογιστικής της δέσμευσης – της υποδομής τεχνητής νοημοσύνης, όπως τα τσιπ και οι διακομιστές που τροφοδοτούν το παγκοσμίου φήμης chatbot της – ανέρχεται σε 1,4 τρισεκατομμύρια δολάρια τα επόμενα οκτώ χρόνια, ένα ποσό που επισκιάζει τα 13 δισεκατομμύρια δολάρια σε ετήσια έσοδα.

Μόλις την περασμένη εβδομάδα αυτό το… χάσμα αποτέλεσε το φόντο της νευρικότητας στην αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά σχετικά με τις δαπάνες για την Τεχνητή Νοημοσύνη σε συνδυασμό με δηλώσεις στελεχών της OpenAI που δεν έκαναν πολλά για να απαντήσουν στις ανησυχίες, σημειώνει ο Guardian.

Ο Σαμ Άλτμαν, διευθύνων σύμβουλος της OpenAI, επιχείρησε αρχικά να το αντιμετωπίσει σε μια αμήχανη συζήτηση με έναν κορυφαίο επενδυτή της εταιρείας, τον Μπραντ Γκέρστνερ της Altimeter Capital, η οποία κατέληξε με τον Άλτμαν να… διατάζει: «Αρκετά».

Σαμ Άλτμαν: «Απλώς, αρκετά»

Μιλώντας στο podcast του με τον Άλτμαν τον περασμένο μήνα, ο Γκέρστνερ περιέγραψε την ικανότητα της εταιρείας να πληρώσει περισσότερα από 1 τρισεκατομμύριο δολάρια σε υπολογιστικά έξοδα, ενώ τα έσοδα ανέρχονται σε 13 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, ως ένα ερώτημα που «αιωρείται πάνω από την αγορά».

Ο Άλτμαν απάντησε: «Πρώτα απ ‘όλα, τα πάμε καλά με περισσότερα έσοδα. Δεύτερον, Μπραντ, αν θέλεις να πουλήσεις τις μετοχές σου, θα σου βρω έναν αγοραστή. Απλώς, αρκετά».

OpenAI και κυβερνητική στήριξη

Την περασμένη εβδομάδα, η οικονομική διευθύντρια της OpenAI, Σάρα Φράιαρ, πρότεινε ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει μέρος των δαπανών για τσιπ. «Εδώ αναζητούμε ένα οικοσύστημα τραπεζών, ιδιωτικών κεφαλαίων, ίσως ακόμη και κυβερνητικών, τους τρόπους με τους οποίους οι κυβερνήσεις μπορούν να ανταποκριθούν», δήλωσε στην Wall Street Journal, προσθέτοντας ότι μια τέτοια εγγύηση «μπορεί πραγματικά να μειώσει το κόστος χρηματοδότησης».

Μήπως η OpenAI, η οποία πρόσφατα ανακοίνωσε ότι μετατρέπεται σε μια πλήρως ανεπτυγμένη κερδοσκοπική εταιρεία αξίας 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων, έλεγε πραγματικά ότι οι εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται όπως οι τράπεζες στα τέλη της δεκαετίας του 2000; Αναρωτιέται ο Guardian.

Αυτό πυροδότησε άμεσες προσπάθειες διευκρίνισης από την Φράιαρ, η οποία μέσω LinkedIn αρνήθηκε ότι η OpenAI επιδίωκε ομοσπονδιακή υποστήριξη, ενώ ο Άλτμαν προσπάθησε να ξεκαθαρίσει τα πράγματα στο θέμα μέσω της πλατφόρμας Χ.

Σαμ Άλτμαν: «Δεν έχουμε ούτε θέλουμε κυβερνητικές εγγυήσεις»

Σε μια μακροσκελή ανάρτηση, ο Άλτμαν έγραψε «δεν έχουμε ούτε θέλουμε κυβερνητικές εγγυήσεις για τα κέντρα δεδομένων της OpenAI», προσθέτοντας ότι οι φορολογούμενοι δεν πρέπει να διασώζουν εταιρείες που λαμβάνουν «κακές επιχειρηματικές αποφάσεις». Αντίθετα, ίσως, η κυβέρνηση θα έπρεπε να κατασκευάσει τη δική της υποδομή τεχνητής νοημοσύνης και να δώσει εγγυήσεις δανείων για την υποστήριξη της κατασκευής τσιπ στις ΗΠΑ.

Ο Μπένεντικτ Έβανς, αναλυτής τεχνολογίας, υποστηρίζει ότι η OpenAI προσπαθεί να ανταγωνιστεί τους άλλους μεγάλους παίκτες της τεχνητής νοημοσύνης, όπως η Meta του Μαρκ Ζάκερμπεργκ, η Google και η Microsoft – η οποία αποτελεί και η ίδια κορυφαίο υποστηρικτή της OpenAI – οι οποίοι υποστηρίζονται από τα ήδη εξαιρετικά κερδοφόρα επιχειρηματικά μοντέλα τους.

«Η OpenAI θέλει να φτάσει ή και να ξεπεράσει την υποδομή – τις δεκάδες και εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια υπολογιστικής αξίας – των μεγάλων εταιρειών πλατφορμών. Αλλά αυτές οι εταιρείες έχουν ταμειακές ροές από τις υπάρχουσες επιχειρήσεις τους για να πληρώσουν για αυτό, ενώ η OpenAI όχι, οπότε προσπαθεί να μπει δυναμικά στην ομάδα», λέει.

Υπάρχουν επίσης ερωτήματα σχετικά με τον κυκλικό χαρακτήρα ορισμένων από τις συμφωνίες υπολογιστικής της OpenAI. Για παράδειγμα, η Oracle θα δαπανήσει 300 δισεκατομμύρια δολάρια για την κατασκευή νέων κέντρων δεδομένων για την OpenAI στο Τέξας, το Νέο Μεξικό, το Μίσιγκαν και το Ουισκόνσιν – και η OpenAI θα επιστρέψει στη συνέχεια περίπου το ίδιο ποσό για τη χρήση αυτών των κέντρων δεδομένων. Σύμφωνα με τους όρους μιας συναλλαγής με την Nvidia, τον κορυφαίο κατασκευαστή των τσιπ που χρησιμοποιούν οι εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης, η OpenAI θα πληρώσει την Nvidia σε μετρητά για τα τσιπ και η Nvidia θα επενδύσει στην OpenAI για μη ελεγχόμενες μετοχές.

Ο Άλτμαν αναφέρθηκε επίσης στο ζήτημα των εσόδων, γράφοντας ότι η OpenAI αναμένει να κλείσει το έτος με ετήσια έσοδα άνω των 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων και στη συνέχεια να φτάσει σε «εκατοντάδες δισεκατομμύρια» έως το 2030.

«Με βάση τις τάσεις που παρατηρούμε σχετικά με το πώς οι άνθρωποι χρησιμοποιούν την Τεχνητή Νοημοσύνη και πόσο από αυτήν θα ήθελαν να χρησιμοποιήσουν, πιστεύουμε ότι ο κίνδυνος να μην έχει η OpenAI αρκετή υπολογιστική ισχύς είναι πιο σημαντικός και πιο πιθανός από τον κίνδυνο να έχει πάρα πολλή», κατέληξε.

Πηγή: ot.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ