Η Ευρώπη «θεραπεύει» ελάχιστα τις ψυχικές διαταραχές

Η Ευρώπη «θεραπεύει» ελάχιστα τις ψυχικές διαταραχές

Η ψυχική υγεία παραμένει ένα από τα πιο παραμελημένα κεφάλαια της ευρωπαϊκής δημόσιας υγείας. Σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο The Lancet Regional Health-Europe, οι υπηρεσίες υγείας σε όλη την Ευρώπη παρέχουν «ελάχιστη και ανεπαρκή» κάλυψη στους ενήλικες που πάσχουν από ψυχικές διαταραχές.

Η μελέτη ανέλυσε δεδομένα των δύο τελευταίων δεκαετιών και αποκάλυψε μια ανησυχητική εικόνα: παρά τις προόδους στην ιατρική και την ευαισθητοποίηση γύρω από την ψυχική υγεία, τα ποσοστά κάλυψης παραμένουν χαμηλά σχεδόν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες.

Μόνο στα σοβαρά περιστατικά, όπως οι ψυχώσεις, οι δείκτες θεραπευτικής κάλυψης κυμαίνονται σε ικανοποιητικά επίπεδα (50% έως 90%). Αντίθετα, στις πιο συχνές διαταραχές –όπως η κατάθλιψη και το άγχος– τα στοιχεία είναι απογοητευτικά. Στο Βέλγιο, μόλις το 36% των πασχόντων από μείζονα κατάθλιψη έχει λάβει κάποια μορφή θεραπείας, αλλά μόνο το 11% έλαβε την κατάλληλη. Για το άγχος, τα ποσοστά κυμαίνονται από 47% στη Σουηδία έως 7% στη Βουλγαρία.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_m1’); });

Οι αριθμοί είναι ακόμη πιο ανησυχητικοί στις διαταραχές που σχετίζονται με τη χρήση ουσιών ή αλκοόλ, όπου η πρόσβαση στη θεραπεία είναι σχεδόν μηδενική. Ορισμένες ομάδες του πληθυσμού αποδεικνύονται ιδιαίτερα ευάλωτες: γυναίκες, μετανάστες, άτομα ΛΟΑΤΚΙ+, εθνοτικές μειονότητες και άστεγοι λαμβάνουν ακόμη λιγότερη φροντίδα. Η μελέτη αναδεικνύει και μια ακόμη σοβαρή αδυναμία: την τεράστια έλλειψη αξιόπιστων δεδομένων. Σε πολλές χώρες δεν υπάρχουν καν πλήρη στοιχεία για ορισμένες παθήσεις, όπως η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), γεγονός που καθιστά αδύνατη τη χάραξη στοχευμένων πολιτικών.

Όπως υπογραμμίζεται από αναλυτές, «η Ευρώπη δεν γνωρίζει καν από πού ξεκινά στην ψυχική υγεία». Και όσο τα κενά παραμένουν, εκατομμύρια πολίτες συνεχίζουν να ζουν χωρίς τη φροντίδα που χρειάζονται και που δικαιούνται. Η ανάλυση της μελέτης φωτίζει με σπάνια σαφήνεια ένα διαχρονικό πρόβλημα: η ψυχική υγεία εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται ως «δευτερεύον» πεδίο πολιτικής προτεραιότητας, παρά την εκρηκτική αύξηση των περιστατικών μετά την πανδημία και τη γενικευμένη κρίση κόστους ζωής. Τα ευρήματα δεν δείχνουν απλώς ανεπαρκή κάλυψη, αποκαλύπτουν ένα δομικό χάσμα μεταξύ αναγκών και παρεχόμενων υπηρεσιών. Στην πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών, το σύστημα υγείας παραμένει προσανατολισμένο στη σωματική νόσο, ενώ η ψυχική παραμένει υπό σκιά, χωρίς επαρκή πόρους, προσωπικό ή προγράμματα πρόληψης.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_middle_2’); });

Η ανισότητα είναι επίσης εμφανής: οι πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως οι γυναίκες, οι μετανάστες και τα άτομα ΛΟΑΤΚΙ+, αντιμετωπίζουν εμπόδια πρόσβασης, κοινωνικό στίγμα και πολιτισμικές προκαταλήψεις. Η έλλειψη στοιχείων για παθήσεις όπως το TDAH αποκαλύπτει την αδυναμία συλλογής και αξιοποίησης δεδομένων – μια απαραίτητη προϋπόθεση για οποιαδήποτε αποτελεσματική πολιτική δημόσιας υγείας.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_m2’); });

Επιπλέον, η «ανεπαρκής θεραπεία» δεν σημαίνει μόνο έλλειψη φαρμακευτικής αγωγής· σημαίνει απουσία ολιστικής φροντίδας, ψυχοθεραπείας, κοινωνικής υποστήριξης και επανένταξης. Οι ειδικοί τονίζουν ότι η Ευρώπη χρειάζεται μια νέα στρατηγική, που θα εξισώνει την ψυχική με τη σωματική υγεία. Χωρίς αυτήν, οι αριθμοί θα παραμείνουν ψυχροί και οι άνθρωποι αβοήθητοι…

Πηγή: tanea.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ