Τη θετική δυναμική, αλλά και τις δομικές αδυναμίες που εξακολουθεί να έχει η Ελλάδα, τόνισε ένας ακόμη οίκος αξιολόγησης, ο Scope, ο οποίος προχώρησε στην αλλαγή του outlook σε «Θετικό», χωρίς όμως να κάνει κάποια αλλαγή στην βαθμίδα (ΒΒΒ). Ουσιαστικά, ο οίκος σήμανε ότι η επόμενη κίνηση θα μπορούσε να είναι η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας, υπό την προϋπόθεση όμως να διατηρηθεί η σημερινή πορεία σε κρίσιμους τομείς.
Το τριπλό «στοίχημα» για την Ελλάδα, δηλαδή, είναι ότι, εφόσον συνεχιστεί η δημοσιονομική πειθαρχία, η πρόοδος στις μεταρρυθμίσεις και η μείωση του χρέους, η επόμενη αναθεώρηση μπορεί να οδηγήσει σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας. Αντίθετα, μια χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής ή μια επιβράδυνση της ανάπτυξης θα μπορούσε να ανακόψει αυτή τη θετική πορεία.
«Επανάληψη»
Η αξιολόγηση της Scope, επί της ουσίας, είναι μια “επανάληψη” αυτών που τονίζουν για την ελληνική οικονομία όλοι, σχεδόν, οι οίκοι που την καλύπτουν. Ότι επιδεικνύει αυξημένη ανθεκτικότητα, τη διατηρήσιμη δημοσιονομική βελτίωση και σταθερή καθοδική πορεία του λόγου χρέους προς ΑΕΠ. Ωστόσο, η Scope, όπως και οι μέχρι τώρα φετινές αξιολογήσεις, επισημαίνει ότι η χώρα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει δομικές προκλήσεις που περιορίζουν την πιστοληπτική της αναβάθμιση στο άμεσο μέλλον.
Έτσι, η Scope συμφωνεί με τους άλλους οίκους, ότι οι δομικές αδυναμίες της Ελλάδας είναι:
– Πρώτον, παρά τη σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους από το ανώτατο επίπεδό του το 2020, περίπου στο 206% του ΑΕΠ, το βάρος του χρέους της Ελλάδας παραμένει το υψηλότερο στην ευρωζώνη, στο 145% του ΑΕΠ το 2025. Αυτό το υψηλό επίπεδο δανεισμού εξακολουθεί να περιορίζει τον δημοσιονομικό χώρο της χώρας.
Ωστόσο, η ευνοϊκή διάρθρωση του χρέους, με μακρές λήξεις, κυρίως σταθερά επιτόκια και χαμηλές ανάγκες αναχρηματοδότησης, στηρίζει τη βιωσιμότητά του. Η Scope εκτιμά ότι ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ θα συνεχίσει να μειώνεται σταδιακά έως το 2030, υποστηριζόμενος από διατηρήσιμα πρωτογενή πλεονάσματα και μέτρια ονομαστική ανάπτυξη.
– Δεύτερον, η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει διαρθρωτικούς περιορισμούς στη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη, όπως τη στενή παραγωγική βάση με υψηλή εξάρτηση από υπηρεσίες (τουρισμός και ναυτιλία). Η συμμετοχή στην αγορά εργασίας, ιδίως των γυναικών και ηλικιωμένων εργαζομένων, παραμένει χαμηλότερη από τον μέσο όρο της ΕΕ, ενώ η γήρανση του πληθυσμού, η πτώση των γεννήσεων και η “διαρροή” εξειδικευμένων νέων περιορίζουν το δυνητικό αναπτυξιακό δυναμικό.
Αυτές οι διαρθρωτικές αδυναμίες υπογραμμίζουν τη σημασία της διατήρησης της μεταρρυθμιστικής δυναμικής στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, με έμφαση στην ψηφιοποίηση, την καινοτομία και την αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα, ώστε να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα και οι επενδύσεις.
– Τρίτον, οι εξωτερικές ευπάθειες και οι υπολειπόμενες προκλήσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα εξακολουθούν να περιορίζουν τη μακροπρόθεσμη μακροοικονομική βιωσιμότητα της χώρας. Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών διευρύνθηκε στο 7,1% του ΑΕΠ το 2024, από 6,8% το 2023, αντικατοπτρίζοντας την ασθενή ζήτηση στην ευρωζώνη και την αύξηση των εισαγωγών λόγω της ενισχυμένης επενδυτικής δραστηριότητας.
Αν και έχει βελτιωθεί σε σχέση με το ενεργειακό σοκ του 2022, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αναμένεται να παραμείνει ελλειμματικό, κυρίως εξαιτίας της εξάρτησης της χώρας από εισαγόμενη ενέργεια.
Επιπλέον, η αρνητική καθαρή διεθνής επενδυτική θέση της Ελλάδας υποδηλώνει συνεχή εξάρτηση από ξένα κεφάλαια για τη χρηματοδότηση του ελλείμματος. Η πρόοδος στην ενεργειακή μετάβαση, που θα μειώσει αυτή την εξάρτηση, θα μπορούσε σταδιακά να ενισχύσει τη διεθνή θέση της χώρας, αν και η βελτίωση αυτή αναμένεται να χρειαστεί χρόνο για να υλοποιηθεί.
Οι παραπάνω παράγοντες, σύμφωνα με τον οίκο, περιορίζουν το δυνητικό αξιόχρεο της χώρας και απαιτούν συνέχιση μεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση της παραγωγικότητας και της εξωστρέφειας.
Αναπτυξιακή δυναμική
Παρόλα αυτά, η Scope επιβεβαιώνει ότι η ελληνική οικονομία διατηρεί ρυθμούς ανάπτυξης άνω του μέσου όρου της ευρωζώνης, παρά το δυσμενές εξωτερικό περιβάλλον. Το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,3% το 2024 και κατά 2% στο α’ εξάμηνο του 2025, με εκτίμηση για 2,2% στο σύνολο του έτους.
Η ανεργία υποχώρησε στο 9,5% (από 11%), ενώ η Scope αναμένει διατήρηση ρυθμού μεγέθυνσης περίπου 2% και το 2026, υποστηριζόμενη από ιδιωτικές επενδύσεις, κατανάλωση και εισοδηματικά μέτρα ενίσχυσης.
Επίσης, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί από 145% το 2025 σε 122% το 2030, με δαπάνες τόκων γύρω στο 3% του ΑΕΠ. Η Scope επισημαίνει ότι η διαχείριση του χρέους παραμένει αποτελεσματική, με μέση σταθμισμένη διάρκεια περίπου 18 έτη και χαμηλό μερίδιο μεταβλητού επιτοκίου. Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων παραμένουν κοντά στα ιστορικά χαμηλά, αντανακλώντας τη βελτίωση της επενδυτικής εμπιστοσύνης.
Για το 2026 προβλέπει οριακό έλλειμμα 0,1% του ΑΕΠ, κάτω από τον στόχο του προϋπολογισμού, ενώ το πρωτογενές πλεόνασμα εκτιμάται κατά μέσο όρο στο 2,9% έως το 2030. Η Ελλάδα διατηρεί ταμειακό απόθεμα ύψους 42 δισ. ευρώ, επαρκές για κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών πολλών ετών.
Ξεπέρασαν την κρίση οι τράπεζες
Ιδιαίτερα θετική ήταν η επισήμανση της Scope για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες θεωρεί ότι έχουν εξέλθει της περιόδου της κρίσης, παρουσιάζοντας ουσιαστική βελτίωση ποιότητας ενεργητικού και ενισχυμένη κεφαλαιακή επάρκεια. Ο δείκτης NPL έχει υποχωρήσει στο 3,6%, ενώ ο δείκτης CET1 διαμορφώνεται στο 15,8% και ο συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας στο 20,4%.
Οι δείκτες ρευστότητας παραμένουν σε ιδιαίτερα ασφαλή επίπεδα (LCR 212%, NSFR 136%), με σταθερή πιστωτική επέκταση (+15,9% στα εταιρικά δάνεια το β’ τρίμηνο 2025).
Παρά την πρόοδο, ο οίκος υπενθυμίζει ότι οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων εξακολουθούν να κατέχουν περίπου 94 δισ. ευρώ ιδιωτικού χρέους, αντιστοιχούν στο 44% του ΑΕΠ, διατηρώντας ορισμένους υπολειπόμενους κινδύνους για το σύστημα.
Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει ήδη υιοθετήσει μακροπροληπτικά μέτρα, όπως αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα 0,5% (2026) και νέους κανόνες για δανειολήπτες (2025), ώστε να περιοριστεί η επανεμφάνιση συστημικών κινδύνων.
Τι θα φέρει την αναβάθμιση
Η Scope αποτυπώνει μια θετική εικόνα της ελληνικής οικονομίας, εξηγώντας ότι η πρόοδος στη δημοσιονομική διαχείριση, η εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος και η αποτελεσματική αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων συνιστούν βασικούς πυλώνες αναβάθμισης.
Ενδεχομένως, η ελληνική οικονομία, εντός 12–18 μηνών, να αναβαθμιστεί, υπό τρεις προϋποθέσεις:
– Να συνεχιστεί η δημοσιονομική πειθαρχία και η μείωση του λόγου χρέους,
– Να ενισχυθούν οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης μέσω μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων,
– Να βελτιωθεί η εξωτερική ισορροπία και διατηρηθεί η σταθερότητα του τραπεζικού τομέα.
Πηγή: ot.gr


![Ακρίβεια: Μόλις που τα βγάζουν πέρα 6 στα 10 νοικοκυριά [γραφήματα] - Οικονομικός Ταχυδρόμος](https://www.formedia.gr/wp-content/uploads/2025/11/202511081313031508.jpg)


