Ακίνητα: Ο κίνδυνος από την εκτόξευση των τιμών και το νέο κυβερνητικό σχέδιο –

Ακίνητα: Ο κίνδυνος από την εκτόξευση των τιμών και το νέο κυβερνητικό σχέδιο

Οι τιμές ανεβαίνουν, οι ενοικιαστές πιέζονται, οι νέοι αδυνατούν να αποκτήσουν στέγη, ενώ το κράτος αναζητά τρόπους να ισορροπήσει ανάμεσα στην αναπτυξιακή δυναμική των ακινήτων και στην κοινωνική συνοχή. Η συζήτηση περιστρέφεται διαρκώς γύρω από την τρελή κούρσα των τιμών.

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, οι τιμές των διαμερισμάτων αυξήθηκαν κατά 11,3% το δεύτερο τρίμηνο του 2025, μετά από άνοδο 13,7% το 2024. Από το 2017, η σωρευτική αύξηση ξεπερνά το 55%, ενώ τα εισοδήματα των νοικοκυριών έχουν ενισχυθεί λιγότερο από 20%. Η ψαλίδα αυτή είναι ορατή, με τα στοιχεία να δείχνουν οτι η ιδιοκατοίκηση μειώνεται, η μίσθωση γίνεται ακριβή και η στέγη μετατρέπεται από βασικό αγαθό σε επενδυτικό προϊόν.

Η Eurostat κατατάσσει την Ελλάδα τρίτη στην Ε.Ε. ως προς το ποσοστό νοικοκυριών που επιβαρύνονται υπέρμετρα από το κόστος στέγασης, με πάνω από το 40% του μηνιαίου εισοδήματος. Την ίδια στιγμή, στοιχεία αναφέρουν ότι το 42% των ενοικιαστών αντιμετωπίζει δυσκολία κάλυψης ενοικίου ή δανείου, ενώ το 71% δηλώνει πως δεν θα μπορούσε να αγοράσει κατοικία ακόμη κι αν ήθελε.

Το νέο μείγμα πίεσης

Η αύξηση των επιτοκίων, ο περιορισμός των νέων οικοδομικών αδειών και το αυξανόμενο κόστος δανεισμού δημιουργούν μια σφιχτή αγορά με μειωμένη προσφορά. Παράλληλα, η τουριστική έκρηξη και η άνθηση των βραχυχρόνιων μισθώσεων επιτείνουν την πίεση στα ενοίκια των μεγάλων πόλεων.

Μιλώντας στο ΟΤ FORUM ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης, προανήγγειλε νέα μέτρα για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης. Όπως ανέφερε «θα δείτε και άλλα μέτρα», συμπληρώνοντας με νόημα οτι τα μέτρα «δεν είναι μόνο δημοσιονομικά».

Σε αυτο το πλαίσιο το οικονομικό επιτελείο εξετάζει πλέον ένα νέο πακέτο παρεμβάσεων για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα:

●     τη δημιουργία μητρώου “κορεσμένων” περιοχών όπου θα επιτρέπονται περιορισμένες μισθώσεις τύπου Airbnb,

●     την επιβολή ορίου ημερών ή ακινήτων ανά ΑΦΜ,

●     και την ενίσχυση των μακροχρόνιων ενοικιάσεων με φορολογικά κίνητρα,

●     νέα στεγαστικά προγράμματα που θα «τρέξουν» από το 2026 και θα συνδυάζουν ανακαίνιση και ενεργειακή αναβάθμιση ταυτόχρονα

Η ελληνική περίπτωση δεν είναι μεμονωμένη. Από τη Βαρκελώνη ως τη Λισαβόνα και το Άμστερνταμ, η Ευρώπη αναζητά νέους κανόνες για μια αγορά που μετασχηματίστηκε ριζικά μέσα σε μια δεκαετία. Το 2024, η Γαλλία και η Πορτογαλία εισήγαγαν αυστηρούς περιορισμούς στα Airbnb, με τοπικές άδειες και ανώτατο όριο ημερών ενοικίασης, μια πολιτική που μειώνει ήδη έως και 25% τις βραχυχρόνιες προσφορές σε ορισμένες πόλεις.

Ανάπτυξη ή αναπτυξιακό ρίσκο;

Στην Ελλάδα, η οικοδομή εξακολουθεί να αποτελεί πυλώνα της ανάπτυξης. Όμως, η υπερσυγκέντρωση επενδύσεων στην κατοικία, χωρίς παράλληλη αύξηση εισοδήματος ή παραγωγικότητας, μπορεί να οδηγήσει σε «αναπτυξιακή κρίση». Οι νέες άδειες οικοδομής έχουν μειωθεί κατά 14% το τελευταίο έτος, ενώ το αυξημένο κόστος δανεισμού περιορίζει τη ζήτηση. Το αποτέλεσμα είναι παράδοξο με υψηλές τιμές, χαμηλή διαθεσιμότητα και αναιμική κινητικότητα στην αγορά.

Ο ΟΟΣΑ καταγράφει ότι η στεγαστική ανισότητα είναι σήμερα από τις μεγαλύτερες πηγές κοινωνικού διαχωρισμού στην Ευρώπη. Οι νέοι και τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα αντιμετωπίζουν φραγμούς στην πρόσβαση στη στέγη, κάτι που έχει κοινωνικές αλλά και δημογραφικές επιπτώσεις.

Η στέγη λειτουργεί πλέον ως καθρέφτης της κοινωνικής κινητικότητας. Όποιος εξαρτάται από την ενοικίαση, παραμένει ευάλωτος στις διακυμάνσεις των τιμών και των επιτοκίων. Η κρίση στέγης επιδρά στην εισοδηματική ανισότητα, αλλά και στη δυνατότητα αποταμίευσης. Οι δύο αυτοί παράγοντες καθορίζουν την ανθεκτικότητα των νοικοκυριών σε περιόδους κρίσης.

Το 2025, περισσότεροι από 1 στους 4 νέους 25–34 ετών στην Ελλάδα εξακολουθούν να ζουν με τους γονείς τους, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η καθυστέρηση αυτή στην ανεξαρτητοποίηση δεν είναι μόνο κοινωνικό φαινόμενο, αλλά και οικονομικό, προκαλώντας μειωμένη κατανάλωση και αυξημένη εξάρτηση από την οικογενειακή στήριξη.

Η αγορά ακινήτων υπήρξε πάντοτε βαρόμετρο της οικονομικής συγκυρίας. Σήμερα όμως αποτελεί δείκτης κοινωνικής συνοχής. Η υπερτίμηση των ακινήτων λειτουργεί σαν πολλαπλασιαστής ανισότητας, ενισχύει όσους διαθέτουν ήδη περιουσία και αποκλείει όσους προσπαθούν να αποκτήσουν.

Πηγή: ot.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ