«Δεν προκύπτει κανένας κίνδυνος για τη δημόσια υγεία από την ευλογιά των προβάτων»: Αυτό είναι το μήνυμα που επαναλαμβάνουν οι επιστήμονες του ΕΟΔΥ προς του πολίτες, την ώρα που ο κτηνοτροφικός τομέας στη χώρα μας διανύει μία περίοδο προκλήσεων. Και επιμένουν ότι οι καταναλωτές δεν θα πρέπει να έχουν καμία ανησυχία για τα ζωικά προϊόντα, καθώς δεν υπάρχει πιθανότητας μόλυνσής τους από το παστεριωμένο γάλα ή το κρέας που μαγειρεύουν.
Αναλυτικότερα οι ειδικοί τους Τμήματος Ζωοανθρωπονόσων του ΕΟΔΥ σε συνεργασία με το Τμήμα Λοιμωδών και Παρασιτικών Νοσημάτων του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων δίνουν απαντήσεις σε πέντε ερωτήματα, επιχειρώντας για μία ακόμη φορά να καθησυχάσουν τους πολίτες σχετικά με πιθανές επιπτώσεις στην τροφική αλυσίδα.
Μεταδίδεται ο ιός της ευλογιάς των προβάτων στον άνθρωπο;
Ο ιός της ευλογιάς των προβάτων δεν μεταδίδεται με κανένα τρόπο στον άνθρωπο. Σε κάθε περίπτωση, ο ιός καταστρέφεται με την παστερίωση στο γάλα και όλα τα σφάγια ελέγχονται από επίσημο κτηνίατρο μετά τη σφαγή. Ωστόσο, προκαλεί σοβαρές οικονομικές απώλειες στον κτηνοτροφικό τομέα, λόγω των μειωμένων αποδόσεων των ζώων και της απώλειας ζωικού κεφαλαίου ως αποτέλεσμα των μαζικών θανατώσεων των ζώων με στόχο την εκρίζωση.
Τι είναι η ευλογιά των προβάτων;
Η ευλογιά των προβάτων και των αιγών (Sheep and Goat Pox) είναι ιογενής νόσος των αιγοπροβάτων που οφείλεται σε DNA ιούς, στενά συγγενικά μέλη της οικογένειας Poxviridae του γένους Capripoxvirus. Η μετάδοση της νόσου στα ζώα γίνεται ταχύτατα κυρίως μέσω της άμεσης επαφής και την εισπνοή αερολυμάτων που περιέχουν τον ιό, από το σάλιο, τις ρινικές και οφθαλμικές εκκρίσεις, μολυσμένα περιττώματα ή βλεννώδεις εκκρίσεις σε στάβλους ή σε χώρους συνάθροισης ζώων (π.χ. βοσκότοποι, αγορές). Η έμμεση μετάδοση μεταξύ των ζώων γίνεται μέσω μολυσμένων αντικειμένων, αποξηραμένων εφελκίδων, ή μαλλιού στα οποία ο ιός μπορεί να επιβιώσει για περισσότερο από έξι μήνες. Η μηχανική μετάδοση μέσω εντόμων είναι δυνατή, αλλά λιγότερο συχνή. Η ευλογιά των προβάτων δεν αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, καθώς δεν μεταδίδεται στον άνθρωπο.
Ποια είναι τα «σημάδια» της στα ζώα;
Τα κλινικά συμπτώματα περιλαμβάνουν πυρετό, μείωση της όρεξης, οφθαλμικό και ρινικό έκκριμα και εμφάνιση δερματικών αλλοιώσεων στα άτριχα σημεία του σώματος, δύο έως τέσσερις ημέρες αργότερα. Αρχικά εμφανίζονται ερυθρές κηλίδες που εξελίσσονται στη συνέχεια σε φυσαλίδες και εφελκίδες. Η νοσηρότητα σε ευαίσθητα κοπάδια κυμαίνεται από 75% έως 100% και η θνητότητα από 10% έως 85%, ανάλογα με τη λοιμογόνο δράση του στελέχους του ιού.
Τι πρέπει να κάνουν οι κτηνοτρόφοι;
Σε υποψία της νόσου, ο κτηνοτρόφος ή ο ιδιώτης κτηνίατρος οφείλει να ειδοποιήσει άμεσα τις κτηνιατρικές αρμόδιες Αρχές (Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής), ώστε να προβούν σε επιτόπιο έλεγχο, να εκτελέσουν δειγματοληψία και να λάβουν ειδικά μέτρα επί υποψίας στην εκτροφή. Σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος ακολουθεί η εφαρμογή των μέτρων εκρίζωσης, όπως περιγράφονται στον Κανονισμό (ΕΕ) 2020/687. Ειδικότερα, τα μέτρα περιλαμβάνουν τη θανάτωση των ευαίσθητων ζώων της μολυσμένης εκτροφής, την υγειονομική καταστροφή των νεκρών ζώων και των μολυσμένων ζωοτροφών, την καθαριότητα και την απολύμανση των χώρων της εγκατάστασης εξωτερικά και εσωτερικά, του εξοπλισμού και των μέσων μεταφοράς. Παράλληλα, θεσπίζονται αυστηρά μέτρα απαγόρευσης μετακινήσεων των ζώων και των προϊόντων τους για την αποτροπή εξάπλωσης της μόλυνσης.
Πότε ήρθε στην Ελλάδα;
Η ευλογιά των προβάτων εισήλθε διασυνοριακά στις 23 Αυγούστου του 2024 σε τρεις εκτροφές ζώων, στον Εβρο, από τη γειτονική Τουρκία όπου η νόσος ενδημεί. Ο ιός εξαπλώθηκε δραματικά, συγκριτικά με προηγούμενες επιζωοτίες, παρά την επιβολή των αυστηρών μέτρων της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας, στις περιφέρειες της Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης, της Κεντρικής Μακεδονίας, της Στερεάς και Δυτικής Ελλάδας, αλλά και σε νησιά (Λέσβος, Λήμνος, Ανδρος, Κρήτη). Συνολικά έχουν μολυνθεί περισσότερες από χίλιες εκτροφές και έχουν θανατωθεί περίπου 300.000 ζώα. Αυτό οφείλεται κυρίως στη μη ορθή τήρηση των μέτρων σε συνδυασμό με τη λοιμογόνο δράση του στελέχους του ιού και τη μεγάλη ανθεκτικότητά του στο περιβάλλον.
Πηγή: tanea.gr





