«Χρυσό» λάδι… σε τιμή κόστους για τους παραγωγούς – Από 4,20 έως 4,50 ευρώ
το λίτρο φεύγει από το ελαιοτριβείο
Θετικό πρόσιμο έχει η φετινή ελαιοπαραγωγική χρονιά στη Θεσσαλία, με την παραγωγή να κυμαίνεται περίπου στα περσινά επίπεδα και την ποιότητα του ελαιολάδου να χαρακτηρίζεται πολύ ικανοποιητική, δεδομένου ότι οι καιρικές συνθήκες ήταν ευνοϊκές, και δεν υπήρξε πρόβλημα με τον δάκο. Ωστόσο, παρά τις καλές καιρικές συνθήκες και τις αυξημένες ποσότητες, το σοβαρό πρόβλημα για τους ελαιοπαραγωγούς της περιοχής παραμένει η χαμηλή τιμή παραγωγού.
Γράφει η Βιβή Ζαχοπούλου από την «Πολιτεία Θεσσαλών» Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2025
Ο Δημήτρης Τσακιρίδης, ιδιοκτήτης ελαιοτριβείου στην περιοχή του Πουρναρίου του Δήμου Τεμπών μιλώντας στην «ΠΘ» επισημαίνει πως το ελαιόλαδο που παράγεται φέτος είναι έξτρα παρθένο και αυτή την περίοδο φεύγει από το ελαιοτριβείο με τιμή που κυμαίνεται από 4,20 έως 4,50 ευρώ το λίτρο, τιμή που θεωρείται χαμηλή και ασύμφορη, με βάση τα αυξημένα κόστη καλλιέργειας και συγκομιδής. Οι εκτιμήσεις, μάλιστα, δείχνουν ότι η τιμή ενδέχεται να υποχωρήσει περαιτέρω μέσα στους επόμενους μήνες, καθώς φέτος αναμένεται αυξημένη παραγωγή τόσο στην Ελλάδα όσο και στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου.

Παράλληλα, ο κ. Τσακιρίδης επισημαίνει ότι η πτώση της τιμής παραγωγού θα αποτυπωθεί και στο ράφι των σούπερ μάρκετ, καθώς τα αποθέματα της προηγούμενης χρονιάς οδεύουν προς εξάντληση και η νέα σοδειά θα εισέλθει σταδιακά στην αγορά.
Ωστόσο, ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί στους ελαιοπαραγωγούς και της Θεσσαλίας το υψηλό κόστος παραγωγής. Το ενεργειακό, τα καύσιμα, τα λιπάσματα και κυρίως τα εργατικά — που φτάνουν τα 60 έως 70 ευρώ ημερομίσθιο — κάνουν τη συγκομιδή σε πολλές περιπτώσεις οικονομικά ασύμφορη. «Δεν είναι λίγοι εκείνοι που σκέφτονται να αφήσουν αμάζευτες κάποιες εκτάσεις, εξασφαλίζοντας μόνο την ποσότητα λαδιού που χρειάζεται η οικογένεια για ιδιοκατανάλωση», επισημαίνει χαρακτηριστικά ο κ. Τσακιρίδης, σημειώνοντας πως «με αυτές τις τιμές δεν συμφέρει να μαζέψουν τις ελιές, και θα τις αφήσουν πάνω στα δέντρα».
Σημαντικό κομμάτι της ελαιοκαλλιέργειας στη Θεσσαλία αποτελούν και οι βρώσιμες ελιές, που καλύπτουν περίπου το 60% της συνολικής παραγωγής. Η φετινή χρονιά για τις βρώσιμες ελιές κρίνεται ιδιαίτερα ικανοποιητική, καθώς η τιμή παραγωγού διαμορφώθηκε σε 1,70 έως 1,80 ευρώ το κιλό, τιμή που χαρακτηρίζεται καλή σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Οι εξαγωγές αναμένεται να ξεκινήσουν τον Νοέμβριο, με κύρια χώρα προορισμού την Ιταλία, η οποία διαθέτει το δίκτυο μάρκετινγκ και αναλαμβάνει την επεξεργασία και τη διάθεση του προϊόντος στις διεθνείς αγορές.
Ιδιαίτερη ανησυχία, ωστόσο, προκαλεί στους παραγωγούς το υψηλό κόστος παραγωγής και κυρίως η έλλειψη εργατικών χεριών, ένα διαχρονικό πρόβλημα που τα τελευταία χρόνια έχει ενταθεί. «Η δυσκολία εύρεσης εργατών για το μάζεμα της ελιάς έχει οδηγήσει και σε αυτή την αύξηση των ημερομισθίων», επισημαίνει χαρακτηριστικά ο κ. Τσακιρίδης, τονίζοντας την ανάγκη η Πολιτεία να μεριμνήσει και να λάβει μέτρα.

Σε γενικότερο πλαίσιο, η φετινή παραγωγή ελαιολάδου αναμένεται να είναι μεταξύ 200.000 και 250.000 τόνων, με την γενική εικόνα να μη διαφέρει σημαντικά από την περσινή χρονιά, με ορισμένες περιοχές ωστόσο να εμφανίζουν μικρή μείωση και άλλες ελαφρώς βελτιωμένη απόδοση, ενώ εκτιμάται πως η διακύμανση σχετίζεται με τις κλιματικές συνθήκες και τη φυσική εναλλαγή της καρποφορίας της ελιάς. Οι ελαιοπαραγωγοί τονίζουν πως τα μεγαλύτερα εμπόδια για τον κλάδο είναι δύο και έχουν να κάνουν με το υψηλό κόστος παραγωγής και οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Παράλληλα αυτό που επισημαίνουν είναι πως για να γίνει η ελληνική ελαιοκαλλιέργεια πιο ανταγωνιστική, απαιτούνται συντονισμένες προσπάθειες, επενδύσεις και καλύτερη οργάνωση.
Στο μεταξύ, πίεση καταγράφεται στις τιμές παραγωγού του ελληνικού – και όχι μόνο – ελαιολάδου τον Σεπτέμβριο, σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, παρά το γεγονός ότι σε επίπεδο μήνα κατέγραψαν αύξηση, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιοκομίας (IOC). Παράλληλα, η χώρα μας καταγράφει θετικό πρόσημο στον τομέα των επιτραπέζιων ελιών για την περίοδο Σεπτέμβριος 2024-Ιούλιος 2025, που εξετάζει το IOC και αυτό, παρά τη διψήφια μείωση των εισαγωγών στις κύριες αγορές.
Το ενεργειακό, τα καύσιμα, τα λιπάσματα και κυρίως τα ημερομίσθια (60–70 ευρώ)
καθιστούν τη συγκομιδή οικονομικά δύσκολη, οδηγώντας ορισμένους παραγωγούς
να αφήσουν αμάζευτες ελιές για ιδιοκατανάλωση
Αναφορικά με το ελαιόλαδο, χρειάζεται να διευκρινιστεί πως οι τιμές είναι ακόμη υπό διαμόρφωση, δεδομένου ότι η συγκομιδή ελαιοκάρπου στις χώρες που δεσπόζουν στον τομέα, όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Ελλάδα, βρίσκεται σε εξέλιξη από τα μέσα Οκτωβρίου έως και τον Ιανουάριο.
Σύμφωνα με την έκθεση του IOC, τον Σεπτέμβριο οι τιμές παραγωγού για το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο σημείωσαν άνοδο πάνω από τα 4 ευρώ το κιλό, όμως καταγράφεται σημαντική διολίσθηση, σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, κυρίως Ισπανία και Ελλάδα, ενώ η Ιταλία φαίνεται να έχει περισσότερα «αντισώματα», με τις τιμές να σημειώνουν άνοδο 3% σε ετήσια βάση.
Πού έστειλε ελαιόλαδο η Ελλάδα
Η φετινή παραγωγή ελαιολάδου στη Θεσσαλία παραμένει περίπου στα περσινά επίπεδα (200.000–250.000 τόνοι), με καλή ποιότητα, ευνοούμενη από καλές καιρικές συνθήκες και περιορισμένα προβλήματα δάκου
Τον Αύγουστο του 2025, η μοναδιαία αξία των εξαγωγών ελαιολάδου εκτός ΕΕ για όλες τις χώρες που εξετάζονται στην έκθεση του IOC ήταν 5,32 ευρώ κιλό (-41,9% σε σχέση με την ίδια περίοδο του προηγούμενου καλλιεργητικού έτους και -1,9% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα).
Για το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, το ποσοστό αυτό έφτασε τα 5,80 ευρώ το κιλό.
Ο όγκος των εξαγωγών ανήλθε σε 51.406 τόνους (+15,0% σε ετήσια βάση, -31,2% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα), εκ των οποίων το 70,8% (36.402 τόνοι) αντιστοιχούσε σε εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο.
Παρά τη χαμηλή τιμή παραγωγού, το ελληνικό ελαιόλαδο εξάγεται κυρίως στις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Αυστραλία, ενώ οι βρώσιμες ελιές προορίζονται κυρίως για την Ιταλία
Τα παραπάνω, συνέβαλαν σε αύξηση 11% των εισαγωγών ελαιολάδου από τις κύριες αγορές μεταξύ Οκτωβρίου 2024 και Ιουλίου 2025, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του καλλιεργητικού έτους 2023/24 .
Σημαντική ανάκαμψη παρατηρήθηκε στην Αυστραλία, τον Καναδά, την Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το ελληνικό ελαιόλαδο, κατευθύνθηκε κυρίως προς τις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Αυστραλία.
Ανθεκτική στις εξαγωγές ελιάς η Ελλάδα
Μεταξύ Σεπτεμβρίου 2024 και Ιουλίου 2025, οι εισαγωγές επιτραπέζιων ελιών στις κύριες αγορές (Αυστραλία, Βραζιλία, Καναδάς, ΕΕ, ΗΠΑ) μειώθηκαν κατά 13% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του καλλιεργητικού έτους 2023/24.
Η Ελλάδα εξήγαγε 54.321 τόνους επιτραπέζιας ελιάς, από 52.159 τόνους την περίοδο 2023/2024 και η Τουρκία εξήγαγε 37.044 τόνους επιτραπέζιας ελιάς από 32.973.





