Ορατή η απειλή της πληθυσμιακής κατάρρευσης σε βάθος δεκαετίας - Αρνητικό το ισοζύγιο φυσικής μεταβολής του πληθυσμού με μία γέννηση ανά δύο θανάτους
Ιανός, Daniel, ζωονόσοι… Η Θεσσαλία καλείται διαρκώς να αντιμετωπίσει ορατές απειλές, να διαχειριστεί τις κρίσεις που αυτές επιφέρουν, αλλά και να αντιπαλέψει το σιωπηλό σαράκι που ύπουλα την κατατρώει. τη δημογραφική συρρίκνωση.
Γράφει ο Τάσος Κουρκούμπας από την «Πολιτεία Θεσσαλών» Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2025
Η ΕΛΣΤΑΤ δημοσίευσε πριν λίγες ημέρες την ετήσια μελέτη μετακίνησης πληθυσμού για το 2024, με τα ευρήματα της μελέτης να καθθρεπτίζουν μία ανησυχητική πραγματικότητα για τη Θεσσαλία και τους ανθρώπους της.
Η Θεσσαλία έχει χάσει περίπου 6% του πληθυσμού της μέσα σε μία δεκαετία, ποσοστό διπλάσιο από τον μέσο όρο της χώρας
Η Θεσσαλία γερνάει, χωρίς να ανανεώνεται πληθυσμιακά, αντιμέτωπη πλέον με το δημογραφικό πρόβλημα που πλέον δεν περιορίζεται σε επίπεδο στατιστικής αλλά εξελίσσεται σε έναν αγώνα επιβίωσης μιας περιοχής με ισχυρή παράδοση στον πρωτογενή τομέα, που αναζητεί πλέον νέους για τη διατήρηση του ιστορικού της βάρους.

Η δημογραφική κρίση στη χώρα βαθαίνει, και η Θεσσαλία δεν αποτελεί εξαίρεση. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής το ισοζύγιο φυσικής μεταβολής παγιώνεται πλέον σε δείκτες με αρνητικό πρόσημο.
Ο πληθυσμός μειώνεται και τα
χωριά αδειάζουν
Συγκεκριμένα, το 2024 καταγράφηκαν 4.210 γεννήσεις, παρουσιάζοντας μείωση -5,6% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Κατά το ίδιο διάστημα 8.979 «έφυγαν» από τη ζωή, με το ποσοστό θανάτων να εμφανίζει μεν μείωση κατά 5,3%, η αρνητική φυσική μεταβολή δε όμως να παραμένει άκρως ανησυχητική , αποδεικνύοντας πως ο πληθυσμός της Θεσσαλίας και γερνά και μειώνεται.
Στον επιμερισμό των στοιχείων ανά νομό (πίνακας 2), σε καλύτερη μοίρα βρίσκεται η Λάρισα, η οποία συγκρατεί ακόμη πληθυσμό, όμως οι γεννήσεις υποχωρούν και η γήρανση είναι αισθητή. Συνολικά την περσινή χρονιά γεννήθηκαν 1.800 παιδιά, ποσοστό μειωμένο κατά -2,7%. Παράλληλα καταγράφηκαν πολλοί περισσότεροι θάνατοι. Συνολικά απεβίωσαν 3.216 άτομα, με το παρήγορο να είναι ότι ο αριθμός των θανάτων εμφάνισε μείωση κατά 3,4%.

Στη Μαγνησία και στις Σποράδες σημειώθηκαν 1.181 γεννήσεις, λιγότερες κατά 5,9% της προηγούμενης μέτρησης, ενώ 2.278 ήταν οι θάνατοι μειούμενοι κατά 8,7%. Στον νομό της Καρδίτσας, οι γεννήσεις μετρήθηκαν σε 592 (-4,2% σε σχέση με το 2023) ενώ οι θάνατοι σε 1.665 (-2,9%).
Η μεγαλύτερη μείωση γεννήσεων σημειώθηκε στο νομό Τρικάλων, όπου μετρήθηκαν 637 με πτώση 13,6%. Αριθμός ούτως ή άλλως μικρός, πόσο μάλλον συγκρινόμενος με τους 1.820 θανάτους, έστω κι αν εμφανίστηκε μείωση κατά 6,1%.
Αριθμοί που αποτυπώνουν τη σταθερή υπογεννητικότητα, η οποία, σε συνδυασμό με τη γήρανση του πληθυσμού και τη μετανάστευση νέων ανθρώπων, οδηγεί σε πληθυσμιακή συρρίκνωση, με άμεσες συνέπειες για την οικονομία, την εκπαίδευση και την κοινωνική συνοχή.
«Αδειάζουν» τα χωριά
Η πληθυσμιακή κατάρρευση της Θεσσαλίας αποτυπώθηκε και στην τελευταία μελέτη των ιδρυτικών μελών του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών, καθηγητών Βύρωνα Κοτζαμάνη και Βασίλη Παππά, στην οποία αποτυπώνεται η ανησυχητική εικόνα μιας φθοράς πληθυσμού που εξελίσσεται με σταθερούς ρυθμούς τις τελευταίες δεκαετίες. Σύμφωνα με τα στοιχεία, η Θεσσαλία έχει χάσει περίπου 6% του πληθυσμού της μέσα σε μία δεκαετία, ποσοστό διπλάσιο από τον μέσο όρο της χώρας. Η μείωση αυτή αποδίδεται τόσο στο αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων- θανάτων, όσο και στη μετανάστευση των νέων προς τα αστικά κέντρα ή το εξωτερικό.
Από το 1991 μέχρι σήμερα, ο πληθυσμός της Περιφέρειας Θεσσαλίας μειώνεται σταθερά. Η δεκαετία του 1990 έκλεισε με μια μικρή αύξηση 1,45%, όμως στη συνέχεια η πτωτική πορεία έγινε μόνιμη: -1% την περίοδο 2001–2011 και -6% την τελευταία δεκαετία, ποσοστό διπλάσιο του εθνικού μέσου όρου. Οι θάνατοι υπερτερούν των γεννήσεων, ενώ οι νέοι συνεχίζουν να φεύγουν. Μικρή εξαίρεση αποτέλεσαν τα νησιά των Σποράδων, που παρουσίασαν θετικές μεταβολές μέχρι και το 2011 και περιορισμένη μείωση (-2,5%) την τελευταία δεκαετία. Αντίθετα, ειδικά στα ορεινά τηςΘεσσαλίας καταγράφηκε έντονη πληθυσμιακή διαρροή και γήρανση, με χωριά να αδειάζουν και τα σχολεία να κλείνουν ή να συγχωνεύονται λόγω έλλειψης μαθητών.
Οι δείκτες γονιμότητας κυμαίνονται μεταξύ 1,13 και 1,36 παιδιών ανά γυναίκα, κοντά στον εθνικό μέσο όρο, όμως η καθυστέρηση στην τεκνοποίηση και η φυγή των νέων μειώνουν περαιτέρω τις γεννήσεις. Η προσδόκιμη ζωή φτάνει τα 82,3 έτη, ενώ οι πολίτες άνω των 65 ετών ξεπερνούν το 25% του πληθυσμού.
Λιγότεροι γάμοι, περισσότερα διαζύγια
Σε επίπεδο επικράτειας (πίνακας 1), οι γεννήσεις στην Ελλάδα κατά το 2024 ανήλθαν σε 68.467 (35.216 αγόρια και 33.251 κορίτσια) καταγράφοντας μείωση κατά 4,2% σε σχέση με το 2023 που ήταν 71.455 (36.622 αγόρια και 34.833 κορίτσια). Οι θάνατοι ανήλθαν σε 126.916 (64.144 άνδρες και 62.772 γυναίκες) καταγράφοντας μείωση κατά 0,9% σε σχέση με το 2023 που ήταν 128.101 (64.900 άνδρες και 63.201 γυναίκες). Συνολικά ο πληθυσμός της Ελλάδας εκτιμάται σήμερα στους 9.938.844 πολιτες, μειωμένος κατά 58.449 άτομα συγκριτικά με την προηγούμενη χρονιά.
Οι γάμοι ανήλθαν σε 36.649 (19.695 θρησκευτικοί και 16.954 πολιτικοί) παρουσιάζοντας μείωση κατά 9,2% σε σχέση με το 2023, κατά το οποίο είχαν πραγματοποιηθεί 40.351 (21.402 θρησκευτικοί και 18.949 πολιτικοί). Τα σύμφωνα συμβίωσης το 2024 ανήλθαν σε 14.486, παρουσιάζοντας μείωση κατά 3,9% σε σύγκριση με το 2023 που ήταν 15.069. Στους γάμους του έτους 2024 περιλαμβάνονται 101 γάμοι μεταξύ ανδρών και 81 μεταξύ γυναικών. Αντίστοιχα, στα σύμφωνα συμβίωσης του ίδιου έτους περιλαμβάνονται 192 σύμφωνα συμβίωσης μεταξύ ανδρών και 96 μεταξύ γυναικών.
Τα διαζύγια το 2024 ανήλθαν σε 15.532 παρουσιάζοντας αύξηση κατά 2,8% σε σχέση με το 2023 (15.114 διαζύγια). Αναφορικά με τον τύπο διαζυγίου, κατά το 2024, εκδόθηκαν 12.805 συναινετικά (82,4%) και 1.886 κατ’ αντιδικία διαζύγια (12,1%), ενώ για 841 διαζύγια (5,4%) δεν δηλώθηκε ο τύπος διαζυγίου. Το 66,4% των διαζυγίων που εκδόθηκαν το 2024 αφορά σε γάμους που διήρκησαν 10 και πλέον έτη (10.314 διαζύγια), ενώ η αναλογία διαζυγίων ανά 100 γάμους ήταν 42,4 το 2024, έναντι 37,5 το 2023, 33,4 το 2022, 34,2 το 2021 και 41,2 το 2020.





