Αμοιβαία κεφάλαια: Στο 15% του ΑΕΠ οι επενδύσεις τον Δεκέμβριο –

Αμοιβαία κεφάλαια: Στο 15% του ΑΕΠ οι επενδύσεις τον Δεκέμβριο

Η κατάρρευση της Lehman Brothers τον Σεπτέμβριο του 2008 έμελλε να στιγματίσει για πολλά χρόνια την πορεία της εγχώριας αγοράς συλλογικών επενδύσεων.

Η βίαιη υποχώρηση των αξιών που προκάλεσε στις δύο πλευρές του Ατλαντικού επέφερε και στην Ελλάδα καίριο πλήγμα στα αμοιβαία κεφάλαια, αρκετά εκ των οποίων είχαν άμεση έκθεση σε αμερικανικά στοιχεία, των οποίων η αποτίμηση μηδενίστηκε.

Ο βαθμός υποχώρησης του ενεργητικού στο σύνολο των προϊόντων της κατηγορίας μέσα σε λίγους μήνες είναι ενδεικτικός της πίεσης που ασκήθηκε. Από τα 21 δισ. ευρώ στο τέλος του 2007 έπεσε μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο κατά 12,5 δισ. ευρώ ή 60% περίπου, στα 9 δισ. ευρώ.

Αυτό ήταν αποτέλεσμα της μείωσης της αξίας των χαρτοφυλακίων, αλλά και του κύματος εκροών που καταγράφηκαν, λόγω της γενικευμένης αποστροφής των επενδυτών στο ρίσκο. Η απότομη αυτή συρρίκνωση ωστόσο δεν ήταν η τελευταία. Λίγο καιρό μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης οι αγορές χτύπησαν την Ελλάδα, που λόγω των σοβαρών δημοσιονομικών προβλημάτων χρεοκόπησε.

Ακολούθησαν τα χρόνια της ύφεσης και των μνημονίων, που πίεσαν σε ακόμη πιο χαμηλά επίπεδα την αγορά των αμοιβαίων κεφαλαίων. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ενεργητικό της έφτασε στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 2010, κατά την περίοδο των capital controls, στη ζώνη των 4-6 δισ. ευρώ.

Καταλύτης για την επιστροφή των μεγεθών κοντά στο ιστορικό ρεκόρ των 30 δισ. ευρώ, αποτέλεσε η επιστροφή των ευρωπαϊκών επιτοκίων σε θετικό έδαφος

Το πρώτο βήμα

Χρειάστηκε να περάσουν κάτι περισσότερο από 12 χρόνια για να αρχίσει κάτι να κινείται ξανά και οι αποταμιευτές να στραφούν εκ νέου στους επαγγελματίες των επενδύσεων για τη διαχείριση των διαθεσίμων τους.

Η αρχή έγινε μετά το καλοκαίρι του 2019, με τη βελτίωση της εμπιστοσύνης, ως αποτέλεσμα της πολιτικής αλλαγής στην Ελλάδα.

Κατά την πρώτη φάση της πανδημίας στο β΄ τρίμηνο του 2020 υπήρξε μείωση της ζήτησης για προϊόντα της κατηγορίας, ωστόσο η ταχεία ανάκαμψη των χρηματιστηρίων βελτίωσε το κλίμα στις τάξεις των επενδυτών. Ετσι, η αγορά, σε όρους ενεργητικού, από τα 6 δισ. ευρώ στο τέλος του 2018 σταθεροποιήθηκε την περίοδο 2021-2022, στην περιοχή των 11 δισ. ευρώ. Παρά τον διπλασιασμό της, ωστόσο, η σύγκριση με τα ιστορικά υψηλά των 30 δισ. ευρώ που είχαν καταγραφεί στα πρώτα χρόνια μετά την είσοδο στο ευρώ, αλλά και με τα αντίστοιχα μεγέθη στην υπόλοιπη Ευρώπη ήταν αποκαρδιωτική. Οι τράπεζες έβλεπαν έναν τομέα ο οποίος απέφερε στους ανταγωνιστές τους στη Γηραιά Ηπειρο σημαντικά έσοδα να έχει κυριολεκτικά κολλήσει.

Η επαναφορά

Από το β΄ εξάμηνο του 2022 και ύστερα ωστόσο οι συνθήκες βελτιώθηκαν ραγδαία. Καταλύτης για την επιστροφή των μεγεθών κοντά στο ιστορικό ρεκόρ των 30 δισ. ευρώ που είχε σημειωθεί το 2004 αποτέλεσε η επιστροφή των ευρωπαϊκών επιτοκίων σε θετικό έδαφος, το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς, σε συνέχεια της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Μέσα σε περίπου 15 μήνες το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ από το -0,50% έφτασε το 4%, αλλάζοντας τον χάρτη των προϊόντων σταθερού εισοδήματος. Για πρώτη φορά μετά από αρκετά χρόνια τα ομόλογα αποτελούσαν μία αποταμιευτική επιλογή με υψηλή απόδοση, χωρίς ιδιαίτερο ρίσκο. Σε αυτό το νέο περιβάλλον ήταν στρατηγική επιλογή των τραπεζών στην Ελλάδα να στρέψουν τους καταθέτες σε αμοιβαία κεφάλαια που επενδύουν το μεγαλύτερο μέρος του ενεργητικού τους σε ομολογιακούς τίτλους. Ξεκίνησαν λοιπόν το λανσάρισμα προϊόντων που προσομοιάζουν με προθεσμιακές καταθέσεις και υπόσχονται καλύτερες αποδόσεις για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Μέσα σε μία διετία (2023-2024) οι καθαρές εισροές συνολικά ξεπέρασαν τα 8,1 δισ. ευρώ

Οι επενδύσεις

Η προώθησή τους ήταν απολύτως επιτυχημένη, όπως δείχνουν τα στοιχεία. Μέσα σε μία διετία (2023-2024) οι καθαρές εισροές συνολικά ξεπέρασαν τα 8,1 δισ. ευρώ. Από αυτές τα 7,6 δισ. ευρώ, ήτοι ποσοστό 94%, αφορούσε ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το μερίδιο των τελευταίων επί του συνολικού ενεργητικού της αγοράς από το 28% να βρεθεί στο 52%. Οπως και να έχει, οι τράπεζες κατάφεραν για πρώτη φορά μετά από πάρα πολλά χρόνια να διαθέσουν αμοιβαία κεφάλαια με τρόπο μαζικό.

Πλέον, το asset management οδεύει προς ρεκόρ όλων των εποχών, με τις 4 μεγαλύτερες τράπεζες να αποκομίζουν τα μεγαλύτερα οφέλη λόγω των συστημικών μεριδίων τους και σε αυτόν τον τομέα. Οι επενδύσεις μέσω αμοιβαίων κεφαλαίων ως ποσοστό του ΑΕΠ κινούνται με ταχύτητα προς τον μέσο όρο των χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου (Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία), που βρίσκεται στην περιοχή του 30%. Από το 11% στο τέλος του 2024 αναμένεται να διαμορφωθεί στο 15% τον ερχόμενο Δεκέμβριο, με τις τράπεζες να στοχεύουν σε ενίσχυσή του κατά τουλάχιστον 40% μέχρι και το 2028.

Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ (ΟΤ) – ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Πηγή: ot.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ