Πέντε χώρες ξεχωρίζουν στην κορυφή της λίστας με τα μεγαλύτερα μερίδια αγοράς στις ελληνικές εξαγωγές, με την Ιταλία, παρά την πτώση, να εξακολουθεί να κρατά τα «σκήπτρα». Το Top-5 συμπληρώνουν κατά σειρά η Γερμανία, η Κύπρος, η Βουλγαρία και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ την περίοδο Ιανουαρίου – Ιουλίου οι εξαγωγές προς τις χώρες της Ευρωζώνη αυξήθηκαν κατά 4,6% προσεγγίζοντας τα 12,4 δισ. ευρώ έναντι 11,8 δισ. ευρώ το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2024.
Όμως προς την ΕΕ συνολικά σημειώθηκε ετήσια μείωση 0,5% ή 89,2 εκατ. ευρώ, με τις εξαγωγές προς αυτή την περιφέρεια να φθάνουν τα 16,5 δισ. ευρώ, από 16,6 δισ. ευρώ ένα χρόνο νωρίτερα.

Άνοδος στη ζήτηση από τις χώρες της Ευρωζώνης
Μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης που απορροφούν το μεγαλύτερο τμήμα των ελληνικών εξαγωγών σημειώνονται ενδιαφέρουσες ανακατατάξεις, αφού οι εξαγωγές αγαθών προς τον σημαντικότερο προορισμό, την Ιταλία, υποχώρησαν κατά 12,9% με αποτέλεσμα να διαμορφωθούν σε 2,7 δισ. ευρώ το 2025 από 3,1 δισ. ευρώ. Το μερίδιο της Ιταλίας παραμένει το υψηλότερο, ήτοι 9,4%.
Αντίθετα, σημειώθηκε αύξηση προς την Γαλλία κατά 5,4%, από 898,5 εκατ. ευρώ σε 947,4 εκατ. ευρώ, και αύξηση προς την Γερμανία, κατά 6,9%, από τα 2,1 δισ. σε 2,3 δισ. ευρώ.
Μιλώντας για τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Βουλγαρία εξακολούθησε να αποτελεί τον κυριότερο εξαγωγικό προορισμό, με αύξηση των εκροών προϊόντων προς αυτή σε σχέση με το 2024 κατά 2,0% ή 34,6 εκατ. ευρώ.
Αυξητικές τάσεις σημειώθηκαν προς δύο άλλες χώρες, οι οποίες απορροφούν σημαντικό μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών, τη Ρουμανία (+16,1% ή 164,9 εκατ. ευρώ στα 1,2 δισ.ευρώ) και την Πολωνία +16,3% ή 108,7 εκατ. ευρώ, στα 774,7 εκατ. ευρώ αντίστοιχα.
Αύξηση των εξαγωγών προς τις ΗΠΑ κατά 0,7%, από 1,36 δισ. ευρώ σε 1, 37 δισ. ευρώ
Θετικό το πρόσημο στη Βόρεια Αμερική
Οι εξαγωγές προς τις χώρες της Βόρειας Αμερικής δεν είχαν κάποια σημαντική διαφοροποίηση. Αύξηση των εξαγωγών προς τις ΗΠΑ κατά 0,7%, από 1,36 δισ. ευρώ το 2024 σε 1, 37 δισ. ευρώ το 2025.
Ομοίως, αύξηση παρουσίασαν οι εξαγωγές προς τον Καναδά κατά 3,4% ή 6,2 εκατ. ευρώ στα 187,7 εκατ. ευρώ και υποχώρηση προς το Μεξικό (-15,9%) στα 79,6 εκατ. ευρώ από 94,7 εκατ. ευρώ.
Υποχώρηση κατά 9,6% εμφάνισαν την περίοδο Ιανουάριος-Ιούλιος 2025 οι εξαγωγές προς τις αγορές των χωρών της Κεντρικής-Λατινικής Αμερικής, με την αξία τους να διαμορφώνεται στα 208,5 εκατ. ευρώ από 230,7 εκατ. ευρώ το 2024.
Η μείωση των εξαγωγών προς τις χώρες της συγκεκριμένης περιοχής οφείλεται κυρίως στην υποχώρηση της ζήτησης ελληνικών προϊόντων από την Βραζιλία, κατά 16,8%, που διαμόρφωσε την αξία τους στα 32,4 εκατ. ευρώ από 38,9 εκατ. ευρώ ένα χρόνο νωρίτερα.
Υποχώρηση σε Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική
Οι εξαγωγές προς τις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής παρουσίασαν μείωση, κατά 12,0%, στα 3,5 δισ. ευρώ από 3,0 δισ. ευρώ, κυρίως λόγω της μείωσης των εξαγωγών προς την Αίγυπτο (-37,2%), όπου οι εξαγωγές διαμορφώθηκαν το επτάμηνο Ιανουαρίου – Ιουλίου 2025 στα 342,3 εκατ. ευρώ, έναντι 545,3 εκατ. ευρώ ένα χρόνο νωρίτερα, αλλά και προς την Λιβύη (-34,6%), όπου μειώθηκαν κατά 204,9 εκατ. ευρώ το 2025 σε σχέση με το 2024 και άγγιξαν τα 388,0 εκατ. ευρώ.
Προς δύο επίσης σημαντικούς εξαγωγικούς προορισμούς στη Μέση Ανατολή, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα οι εξαγωγές υποχώρησαν κατά 11,2%, στα 191,4 εκατ. ευρώ ενώ και προς τη Σαουδική Αραβία οι εξαγωγές υποχώρησαν κατά 36,2%, στα 173,6 εκατ. ευρώ.
Μείωση της ζήτησης των ελληνικών αγαθών σημειώθηκε προς τις χώρες της Ασίας, προς τις οποίες οι εξαγωγές υποχώρησαν το επτάμηνο του 2025 κατά 9,6%, στα 1,2 δισ. ευρώ.
Εξέλιξη που οφείλεται κυρίως στην μείωση των εξαγωγών κατά 7,8% προς την Νότια Κορέα, από 305,3 εκατ. ευρώ το 2024 στα 96,1 εκατ. ευρώ το 2025. Αντιθέτως, αύξηση της ζήτησης σημειώθηκε από την Κίνα (+54,0%), στα 346,7 εκατ. ευρώ από 225,0 εκατ. ευρώ το 2024.
Χαμηλές ταχύτητες στην Ωκεανία
Μειωμένη, κατά 14,9%, ήταν η ροή των εξαγωγών ελληνικών προϊόντων προς την Ωκεανία, με την αξία τους το 2025 να διαμορφώνεται στα 121,0 εκατ. από 142,1 εκατ. ευρώ ένα χρόνο νωρίτερα.
Η μείωση προήλθε από την παρόμοια σε κατεύθυνση τάση προς την Αυστραλία, προς την οποία οι εξαγωγές υποχώρησαν με ρυθμό 14,4% και διαμορφώθηκαν στα 109,0 εκατ. από 127,2 εκατ. ευρώ το 2024.
Ομοίως, μείωση σημειώθηκε και προς την Νέα Ζηλανδία (-19,3%) στα 12,0 εκατ.ευρώ από 14,9 εκατ. ευρώ το 2024.
Οι εξαγωγές Βιομηχανικών Προϊόντων ενισχύθηκαν το επτάμηνο του 2025 (+1,9%), με την αξία τους να αγγίζει τα 13,4 δισ. ευρώ
Ο «χάρτης» των προϊόντων που οδηγούν τις εξαγωγές
Οι εξαγωγές αγαθών διαμορφώθηκαν την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2025 στα 28,5 δισ. ευρώ έναντι 30,1 δισ. ευρώ πριν ένα χρόνο, σημειώνοντας υποχώρηση 5,3%, σε τρέχουσες τιμές.
Εξαιρουμένων των εξαγωγών πετρελαιοειδών-πλοίων, οι υπόλοιπες εξαγωγές ενισχύθηκαν κατά 4,9%, στα 22,0 δισ. ευρώ, από 21,0 δισ. ευρώ το 2024.
Οι εξαγωγές στα Αγροτικά Προϊόντα ενισχύθηκαν κατά 10,7% σε τρέχουσες τιμές την περίοδο Ιανουαρίου – Ιουλίου 2025, στα 7,0 δισ. ευρώ, από 6,3 δισ. ευρώ το 2024.
Στις εξαγωγές Καυσίμων σημειώθηκε ονομαστική μείωση, κατά 26,3%, με αποτέλεσμα να διαμορφωθούν στα 7,0 δισ. ευρώ, από 9,5 δισ. ευρώ το 2024. Οι εξαγωγές των δύο συγκεκριμένων κατηγοριών αντιστοιχούν το 2025 στο 49,1% της αξίας των εγχώριων εξαγωγών προϊόντων, από 52,5% ένα χρόνο νωρίτερα.
Οι εξαγωγές Βιομηχανικών Προϊόντων ενισχύθηκαν το επτάμηνο του 2025 (+1,9%), με την αξία τους να αγγίζει τα 13,4 δισ. ευρώ από 13,2 δισ. ευρώ το 2024. Αυτή η εξέλιξη προήλθε κυρίως από την αύξηση που σημειώθηκε στις εξαγωγές για Βιομηχανικά Είδη Ταξινομημένα κατά Πρώτη Ύλη, κατά 2,8%, με αποτέλεσμα από τα 4,4 δισ. ευρώ να φτάσουν τα 4,6 δισ. ευρώ το 2025.
Αντιθέτως, μείωση της διεθνούς ζήτησης σημειώθηκε για τα Μηχανήματα και Υλικό Μεταφορών, κατά 1,8%, με την αξία τους να διαμορφώνεται στα 2,8 δισ., ενώ αυξήθηκαν οι εξαγωγές στα Διάφορα βιομηχανικά είδη κατά 4,4%, με την αξία τους να διαμορφώνεται στα 2,2 δισ. από 2,1 δισ. ευρώ την ίδια περίοδο το 2024.
Τα Χημικά προϊόντα και συναφή ενισχύθηκαν κατά 2,2%, στα 3,8 δισ. ευρώ, ενώ οι των Ειδών & συναλλαγών μη ταξινομημένα κατά κατηγορίες ενισχύθηκαν το επτάμηνο του 2025 (+17,5%), με την αξία τους να αγγίζει τα 79,2 δισ. ευρώ, από 67,4 δισ. ευρώ το 2024.
Πηγή: ot.gr





