Πέντε ομόσπονδα κρατίδια στη Γερμανία θα οδηγηθούν στις κάλπες μέσα στο 2026, σε ένα πολιτικό περιβάλλον όπου η ακροδεξιά «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) συνεχίζει να κερδίζει έδαφος.
Σε εθνικό επίπεδο, η μία δημοσκόπηση μετά την άλλη δείχνει την AfD να πλησιάζει ή και να ξεπερνά τη «Χριστιανική Ένωση» -που συναπαρτίζουν οι κεντροδεξιοί Χριστιανοδημοκράτες (CDU) του καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς και το «αδελφό» κόμμα των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU).
Προσώρας η AfD κυμαίνεται δημοσκοπικά μεταξύ 25-27% πανεθνικά.
Στα ανατολικά κρατίδια Σαξονία-Άνχαλτ και Μεκλεμβούργο-Πομερανία, όπου θα διεξαχθούν του χρόνου εκλογές, αγγίζει το 40%, αποτελώντας μακράν την πρώτη πολιτική δύναμη.
Τα ποσοστά αυτά αποτελούν πλέον τη μεγαλύτερη πρόκληση για την κυβερνώσα κεντροδεξιά του CDU του καγκελαρίου Φρίντριχ Μερτς και για τον ίδιο προσωπικά.
Βρίσκεται αντιμέτωπος με μια δύσκολη εξίσωση, σε μια κρίσιμη δοκιμασία ηγεσίας: πώς θα διατηρήσει την ταυτότητα του CDU, χωρίς να χάσει τους ψηφοφόρους που γοητεύονται από τη ρητορική της AfD, πλέον αξιωματική αντιπολίτευση στη χώρα.
Κομβικό, το θέμα βρέθηκε στο επίκεντρο συνεδρίου του προεδρείου του CDU, εν μέσω εσωκομματικής κριτικής, πολιτικής αμφισημίας και διχόνοιας.
Με το πέρας της, ο Μερτς ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχει περιθώριο συνεργασίας.
«Δεν μας χωρίζουν μόνο λεπτομέρειες», «η AfD θέλει μια εντελώς διαφορετική χώρα», λέει τώρα όψιμα ο Γερμανός καγκελάριος.
Χωρίς ουσιαστικά να παρουσιάσει νέα στρατηγική κατά της γερμανικής ακροδεξιάς, την κατονόμασε «βασική αντίπαλο» της κεντροδεξιάς παράταξής του.
Υπογράμμισε ότι σκοπεύει να αντιπαρατεθεί στη ρητορική απαισιοδοξίας της AfD με ένα πιο θετικό, ενωτικό αφήγημα, αλλά και με πράξεις.
Πέταξε ωστόσο το «μπαλάκι» της ευθύνης και στους συγκυβερνώντες Σοσιαλδημοκράτες, τονίζοντας ότι η μάχη κατά της ακροδεξιάς αποτελεί κοινή ευθύνη.
Στο φόντο είναι οι εσωκομματικοί φόβοι στο CDU για εκλογική καθίζηση, με την AfD να βγαίνει επί της ουσίας κερδισμένη από τις συνεχείς έριδες στον ετερόκλητο κυβερνητικό «μεγάλο συνασπισμό».

Η συμπρόεδρος του ακροδεξιού κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) Άλις Βάιντελ, σε εκδήλωση στη Βουδαπέστη, στις 20 Οκτωβρίου (REUTERS/Bernadett Szabo)
Σε τεντωμένο σχοινί
Σύμφωνα με την εφημερίδα Der Tagesspiegel, ο Μερτς επικεντρώνεται τώρα σε τρεις κατευθυντήριες ως προς την αντιμετώπιση του AfD: ανάδειξη των διαφορών με τους Χριστιανοδημοκράτες, εμπλοκή σε ουσιαστική αντιπαράθεση αντί της απαγόρευσης του ακροδεξιού κόμματος (όπως ζητούν οι συγκυβερνώντες Σοσιαλδημοκράτες) και «υποβολή μιας καλής προσφοράς» στους ψηφοφόρους.
Κατά την Bild, ωστόσο, η «Χριστιανική Ένωση» θέλει να αποστασιοποιηθεί όχι μόνο από τη γερμανική ακροδεξιά, αλλά και από τον κυβερνητικό εταίρο της, το σοσιαλδημοκρατικό SPD, με το οποίο είναι πλέον ξεκάθαρο ότι τη χωρίζει χάος.
Εν μέσω εσωτερικών διαφωνιών, η κυβέρνηση στη Γερμανία πασχίζει τώρα να προωθήσει δύο βασικά νομοσχέδια.
Αφενός για τις συντάξεις, με «πάγωμα» έως το 2031 και την παροχή κινήτρων σε όσους παρατείνουν τη συνταξιοδότησή τους.
Αφετέρου για τη στρατιωτική θητεία, με πρόβλεψη ακόμη και «κληρώσεων» στην στράτευση, σε περίπτωση μειωμένης προσφοράς εθελοντών.
Με την κυβερνητική συνοχή να έχει ήδη πληγεί από τη διαμάχη για τον διορισμό νέου δικαστή στο ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο, η ισχνή κοινοβουλευτική πλειοψηφία του μεγάλου «συνασπισμού» δοκιμάζεται εκ νέου, εντείνοντας τους φόβους για μια -παράλληλη με τη Γαλλία- πολιτική αστάθεια στη Γερμανία.
Αυτά, ενώ η μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης βρίσκεται στο τρίτο έτος στασιμότητας και ποντάρει στην ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας της από την ευρωπαϊκή κούρσα επανεξοπλισμού, ενόσω οι υβριδικές οικονομικές επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία συνεχίζονται, η εμπορική προέλαση της Κίνας κλιμακώνεται και παραμένει προβληματική η απρόβλεπτη πολιτική των απρόθυμα συμμάχων ΗΠΑ.
Εντός της Γερμανίας, ο Μερτς κατηγορείται ότι επιδιώκει φυγή από τα εσωτερικά προβλήματα με εστίαση στην εξωτερική πολιτική, αποκτώντας το παρατσούκλι «ο ξένος καγκελάριος».
Τα ποσοστά αποδοχής του έχουν μειωθεί κατά περίπου 12-15 μονάδες από τον Ιούνιο, πέφτοντας περίπου στο 27%, καθιστώντας τον έναν από τους λιγότερο δημοφιλείς Γερμανούς καγκελάριους στη σύγχρονη ιστορία.


Ο Γερμανός Καγκελάριος και ηγέτης των Χριστιανοδημοκρατών, Φρίντριχ Μερτς, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στα κεντρικά γραφεία του CDU στο Βερολίνο, στις 20 Οκτωβρίου (REUTERS/Annegret Hilse)
Άλλο τα λόγια, άλλο οι πράξεις
Η «Χριστιανική Ένωση» (CDU/CSU) ανέθεσε, σύμφωνα με πληροφορίες του περιοδικού Der Spiegel, την εκπόνηση δύο εσωτερικών μελετών για το θέμα της AfD.
Το βασικό εύρημα, αναφέρει, είναι ότι οι υποστηρικτές του ακροδεξιού κόμματος είναι σχεδόν αδύνατο να αποτραπούν από το να το ψηφίσουν.
Σε αυτό το φόντο, βετεράνοι και στελέχη των Χριστιανοδημοκρατών έχουν αμφισβητήσει ανοιχτά την αποτελεσματικότητα του δημοκρατικού «τείχους προστασίας», με αποκλεισμό κάθε συνεργασίας με την AfD, την ώρα που το ακροδεξιό κόμμα υπαγορεύει έμμεσα, πλην όμως πρόδηλα μέρος της κυβερνητικής πολιτικής, και δη στην ατζέντα του μεταναστευτικού.
Τάση που έχει τροφοδοτήσει στο μεσοδιάστημα ο ίδιος ο Μερτς, παρά τον «πόλεμο» κατά της AfD που όψιμα κηρύσσει τώρα.
Ήταν αυτός που προεκλογικά, ων ακόμη αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, προκάλεσε ρωγμές στο «τείχος προστασίας», συμπράττοντας κοινοβουλευτικά με τη γερμανική ακροδεξιά για έγκριση πακέτου προτάσεων της Κεντροδεξιάς στο μεταναστευτικό.
Ήταν επίσης αυτός που μόλις προ ημερών υιοθέτησε εν μέρει τη ρητορική της AfD, για να κερδίσει δημοσκοπικά έδαφος έναντι της, επικαλούμενος ως πρόβλημα στην ενσωμάτωση των μεταναστών την εγκληματικότητα «στο αστικό πεδίο».
Παρά την κατακραυγή που προκάλεσε από τα κόμματα της αντιπολίτευσης και τις οργισμένες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, ο Μερτς αρνήθηκε να αναιρέσει τη δήλωσή του, πρακτικά τορπιλίζοντας τη μοναδική προοπτική για μετεκλογική «αναχαίτιση» του AfD στα ανατολικά κρατίδια: τη συνεργασία όλων των υπόλοιπων κομμάτων.
Ωστόσο αυτό θα προϋπέθετε πιθανότατα την άρση μιας έτερης απαγορευμένης στην περίπτωση του CDU συνεργασίας: αυτής με το κόμμα της Αριστεράς (Die Linke), που βλέπει τα ποσοστά του επίσης να ανεβαίνουν, καθώς οι Γερμανοί αμφισβητούν όλο και πιο μαζικά τα κόμματα εξουσίας και αναζητούν εναλλακτικές στα άλυτα προβλήματα της καθημερινότητας, με διεύρυνση των ανισοτήτων, αύξηση της ανεργίας και της φτώχειας, υψηλά ενοίκια και αυξανόμενο κόστος της υγειονομικής περίθαλψης.
Πηγή: in.gr