Όποιον δείχτη και να αγγίξει κανείς, θα διαπιστώσει ότι οι τεχνολογικές δυνατότητες της Κίνας έχουν βελτιωθεί δραματικά τις τελευταίες δεκαετίες. Αλλά τι συμβαίνει μετά το 2010 και αυτός ο τεχνολογικός γίγαντας είδε την ανάπτυξη του να επιβραδύνεται και το χρέος να εκτοξεύεται;
Αυτή η αντίφαση οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην τεχνολογική ώθηση που έχει αποφασίσει εδώ και δεκαετίες το Πεκίνο, σύμφωνα με τους Σκοτ Κένεντι, σύμβουλο στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών και τον οικονομολόγο Σκοτ Ρέζελ συνδιευθυντή του Κέντρου για τη Κινεζική Οικονομία στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ.
Είναι αλήθεια ότι από το 2010 έως το 2025, η θέση της Κίνας στον Global Innovation Index, το σημείο αναφοράς για την τεχνολογική ανάπτυξη, ανέβηκε από την 43η στη 10η. Σήμερα βρίσκεται 1η ανάμεσα σε 36 οικονομίες άνω του μεσαίου εισοδήματος και 3η στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, πίσω μόνο από τη Σιγκαπούρη και τη Νότια Κορέα. Οι δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη αυξήθηκαν κατά 475% μεταξύ 2007 και 2023, τοποθετώντας τη ακριβώς πίσω από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το 2017, για πρώτη φορά οι Κινέζοι επιστήμονες δημοσίευσαν περισσότερες επιστημονικές εργασίες από τους Αμερικανούς ομολόγους τους. Μέχρι το 2022, οι εργασίες τους αναφέρονταν επίσης πιο συχνά από άλλους μελετητές.
Η Κίνα ηγείται εδώ και καιρό στον αριθμό αιτήσεων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, αλλά από το 2019 προηγείται και στις παγκοσμίως αναγνωρισμένες αιτήσεις PCT—ένας αντικειμενικός δείκτης ποιότητας.
Η έμφαση στην καινοτομία συνέβαλε στην ανάπτυξη τόσο μέσω επέκτασης εισροών (εκτατική μεγέθυνση) όσο και μέσω βελτίωσης της παραγωγικότητάς τους—ιδίως μέσω τεχνολογικού εκσυγχρονισμού και ενίσχυσης του ανθρώπινου κεφαλαίου στην αστική Κίνα. Η εργασία στα εργοστάσια ήταν κάποτε «φθηνή» τώρα γίνεται υψηλότερης ειδίκευσης.
Οι εργάτες δεν κάνουν πια μόνο απλές, επαναλαμβανόμενες εργασίες· πρέπει να ενεργούν με ακρίβεια, να αλληλεπιδρούν με προηγμένα μηχανήματα και διαδικασίες και να κρίνουν την ποιότητα.
Πολλές εταιρείες, αλλά…
Οι δύο ειδικοί όμως με ανάλυσή τους στο Foreign Policy εξηγούν ότι παρά αυτή την εντυπωσιακή και ταχεία πρόοδο, η ώθηση προς την υψηλή τεχνολογία δεν μεταφράστηκε στη διατήρηση ταχέων ρυθμών ανάπτυξης και ενός ισχυρότερου μακροοικονομικού περιβάλλοντος.
Μετά το οικονομικού μπουμ της περιόδου 1980–2010, η Κίνα έχει δει 15 συνεχόμενα χρόνια επιβράδυνσης της ανάπτυξης και αύξησης του χρέους—και η τεχνολογική ώθηση αποτελεί μέρος του προβλήματος.
Η μαζική υπερεπένδυση σε αρκετές τεχνολογίες δεν έκανε καθόλου καλό. Υπάρχουν πάνω από 100 κατασκευαστές ηλεκτρικών οχημάτων· παλαιότερα ήταν ακόμη περισσότεροι.
Ο αριθμός των εταιρειών που επενδύουν σε ανθρωποειδή ρομπότ έχει εκτοξευθεί. Ενώ οι αξιωματούχοι διαθέτουν πολλούς τρόπους για να προσελκύσουν νέους παίκτες, έχουν πολύ μεγαλύτερη δυσκολία να βγάλουν εκτός τις κακές εταιρείες και να ενοποιήσουν κλάδους.
Μέσα από εύκολη πρόσβαση σε χρηματοδότηση (συχνά μέσω τοπικής αυτοδιοίκησης) και έναν αδύναμο πτωχευτικό νόμο, τόσο οι κρατικές όσο και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις έχουν ακόμα «μαλακούς» δημοσιονομικούς περιορισμούς, που τους επιτρέπουν να επιβιώνουν πολύ πέρα από αυτό που θα άντεχε η αγορά.
Δεν αρκούν τα… φωτοβολταϊκά
Παρότι κινεζικά και δυτικά ΜΜΕ συχνά προβάλλουν τις επιτυχίες της Κίνας στην τεχνολογία, οι αποτυχίες κλάδων και προϊόντων είναι συχνές, δαπανηρές και σπάνια συζητιούνται. Ωστόσο, η χώρα δυσκολεύεται περισσότερο στις πλέον πολύπλοκες, προηγμένες τεχνολογίες, όπου οι οικονομίες κλίμακας είναι λιγότερο πολύτιμες.
Παρά τις επενδύσεις εκατοντάδων δισ. δολαρίων για αρκετές δεκαετίες, η Κίνα παραμένει «δευτεροκλασάτη» στην εμπορική αεροπορία, παρότι τα εσωτερικά αεροπορικά ταξίδια έχουν ανέβει.
Τα περιφερειακά C909 (πρώην ARJ21) και τα μονού διαδρόμου C919 εξαρτώνται σχεδόν εξ ολοκλήρου από δυτικά εξαρτήματα. Οι προσπάθειες της τελευταίας δεκαετίας για σχεδίαση εγχώριου αεροπορικού κινητήρα δεν έχουν ακόμη αποδώσει.
Ένας βασικός λόγος που η επιτυχία στην τεχνολογία δεν μεταφράζεται ευρέως στη μακροοικονομία, σύμφωνα με τους δύο ειδικούς είναι η έλλειψη διασύνδεσης με άλλες κρίσιμες πηγές ευρείας ανάπτυξης, δηλαδή τη μαζική δεξαμενή ανθρώπινου κεφαλαίου της Κίνας.
Η Κίνα σημειώνει εντυπωσιακές επιτυχίες σε τεχνολογίες όπως οι μπαταρίες και τα φωτοβολταϊκά, αλλά αυτό δεν αποφέρει ταχείς ρυθμούς ανάπτυξης, καθώς πρόκειται για σχετικά μικρούς και εντατικούς σε κεφάλαιο -όχι σε εργασία- κλάδους.
Καθώς το κεφάλαιο κατευθύνεται στους τομείς προτεραιότητας, οι επενδύσεις σε πεδία που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν περισσότερη απασχόληση ή αύξηση εισοδήματος «εκτοπίζονται».
Παρά την υπεροχή της Κίνας στη μεταποίηση, το ηλεκτρονικό εμπόριο, τη δασοκομία και την εξόρυξη, υστερεί σε πολλούς κλάδους υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας. Μεταξύ των πιο εξέχοντων είναι η υγεία και η εκπαίδευση, κλάδοι που θα μπορούσαν να απορροφήσουν αστική απασχόληση και να ενισχύσουν το ανθρώπινο κεφάλαιο.
Δεν υπάρχει εκπαιδευμένο προσωπικό
Σημαντικό πρόβλημα της Κίνας που επισημαίνει η ανάλυση του Foreign Policy είναι ότι είναι δύσκολο να διαχυθεί τεχνολογία καθώς το επίπεδο δεξιοτήτων του κινεζικού εργατικού δυναμικού, είναι πολύ χαμηλό.
Πράγματι, η Κίνα διαθέτει ένα από τα λιγότερο εκπαιδευμένα εργατικά δυναμικά στον κόσμο των οικονομιών άνω του μεσαίου εισοδήματος.
Η σχετικά καθυστερημένη επέκταση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που στην ουσία «απογειώθηκε» τη δεκαετία του 2000, σημαίνει ότι περίπου το 60% του εργατικού δυναμικού δεν έχει παρακολουθήσει ούτε μία ημέρα λυκείου.
Αν και αυτό θα αλλάξει με τον χρόνο, οι δύο ειδικοί λένε ότι θα χρειαστούν δεκαετίες για να φθάσει στα επίπεδα που είχαν η Νότια Κορέα και η Ιρλανδία όταν ήταν μεσαίου εισοδήματος και προσπαθούσαν να ανέβουν στο υψηλό εισόδημα. Καμία χώρα στον κόσμο δεν έχει καταφέρει να περάσει από το μεσαίο στο υψηλό εισόδημα με τόσο χαμηλά επίπεδα συνολικού ανθρώπινου κεφαλαίου όσο η Κίνα σήμερα.
Αυτοί όμως είναι η πλειονότητα, καθώς πρόκειται για 900 εκατομμύρια που ζουν με περίπου 10 δολάρια την ημέρα, συχνά σε χιλιάδες μικρές και μεσαίες πόλεις και αγροτικά κωμοπόλεις και χωριά στο εσωτερικό. Έχουν χαμηλά επίπεδα εκπαίδευσης και υγείας και ελάχιστη ή μηδενική πρόσβαση σε μακροχρόνια εργασιακή ασφάλεια, παροχές ή αποταμιεύσεις.
Η άνιση απασχόληση αυτού του τεράστιου τμήματος του εργατικού δυναμικού μπορεί, απλούστατα, να «στριμώξει» την ανάπτυξη στους κλάδους υψηλής τεχνολογίας. Σε μια προηγμένη οικονομία, μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού χρειάζεται να γνωρίζει μαθηματικά, επιστήμες, χρήση υπολογιστών και γλώσσες, για να βρει αξιοπρεπή εργασία και να συμβάλει στην ανάπτυξη.
Εκατομμύρια Κινέζοι εκτοπίζονται από τη μεταποίηση
Στο παρελθόν, το κινεζικό εργατικό δυναμικό δεν χρειαζόταν να είναι τόσο μορφωμένο, επειδή οι εργαζόμενοι απασχολούνταν σε εντάσεως εργασίας μεταποίηση και κατασκευές. Καθώς όμως οι χώρες πλησιάζουν το υψηλό εισόδημα, όχι μόνο μειώνεται το μερίδιο της εργασίας στη μεταποίηση και τις κατασκευές, αλλά οι απαιτήσεις προς το εργατικό δυναμικό σε όλους τους κλάδους αυξάνονται απότομα.
Σκεφθείτε την άνιση διάχυση των επιχειρήσεων ηλεκτρονικού εμπορίου. Επιχειρηματίες που αξιοποιούν το e-commerce για να πουλήσουν αγαθά ή να ξεκινήσουν επιχειρήσεις αφθονούν στις μεγάλες πόλεις, όπου συγκεντρώνονται τα μορφωμένα στρώματα. Ωστόσο, έρευνες δείχνουν ότι μόνο οι πιο μορφωμένοι ή ευκατάστατοι πληθυσμοί στις αγροτικές περιοχές (συχνά αστικοί που μεταφέρονται στην ύπαιθρο) μπορούν να αξιοποιήσουν αυτές τις πλατφόρμες.
Η μεγάλη πλειονότητα των αγροτών δεν διαθέτει δεξιότητες ή τεχνογνωσία για να επωφεληθεί. Πρόκειται για παράδειγμα του πώς το έλλειμμα ανθρώπινου κεφαλαίου μπορεί να αφήσει εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους ανίκανους να κεφαλαιοποιήσουν μια σύγχρονη οικονομία.
Συνεπώς, αυτοί οι άνθρωποι εκτοπίζονται από τη μεταποίηση, και μετά την κατάρρευση της φούσκας ακινήτων, τεράστιοι αριθμοί αγροτικών εργατών δεν χρειάζονται πλέον στις κατασκευές. Το θεμελιώδες πρόβλημα, σύμφωμε με τους δύο αναλυτές είαι ότι πολλοί δεν μπορούν να ανταγωνιστούν στις εξειδικευμένες δουλειές του μέλλοντος. Πολλοί στράφηκαν στη gig economy -οδηγούν ταξί ή κάνουν διανομές- ή σε άλλους άτυπους τομείς σε τέτοιους αριθμούς ώστε μισθοί και συνθήκες ενδέχεται ακόμη και να υποχωρούν. Τα τελευταία 15 χρόνια, το μερίδιο του άτυπου τομέα στο εργατικό δυναμικό ανέβηκε από περίπου 40% σε 60%.
Χαμηλά εισοδήματα, λίγοι αγοραστές
Πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι το 2023 πολύ λιγότεροι ανέφερεαν συγκριτικά με το 2014 βελτιωμένες προοπτικές έναντι της προηγούμενης πενταετίας, και οι περισσότεροι φτωχότεροι κατηγορούσαν την οικονομία αντί για τον εαυτό τους για τα χαμηλά εισοδήματα. Αυτά τα αντιφατικά στοιχεία είναι ορατά παντού στην Κίνα.
Τα αυτοματοποιημένα εργοστάσια εντυπωσιάζουν, αλλά δημιουργούν σχετικά λίγες θέσεις εργασίας. Έτσι, ένα κοντινό εμπορικό κέντρο μπορεί να έχει εντυπωσιακές βιτρίνες και παρουσιάζει τα τελευταία μοντέλα της Li Auto, αλλά οι αγοραστές ήταν λίγοι. Απέναντι βρισκόταν ένα μεγάλο συγκρότημα με πάνω από δώδεκα πολυώροφα που, σύμφωνα με επαφή μας, έμεναν άδεια. Αυτός ο συνδυασμός δυνάμεων και αδυναμιών θα μπορούσε να περιγράψει εκατοντάδες κινεζικές πόλεις.
Μεταξύ αρχών 1990 και μέσων 2010 τα εισοδήματα των νοικοκυριών ανέβηκαν, κυρίως από εμβάσματα μελών που μετανάστευσαν. Σήμερα, μέσα από επαφές με οικογένειες που γνωρίζουμε επί δεκαετίες, ξέρουμε ότι πολλοί νέοι δεν βγάζουν αρκετά ούτε για να συντηρήσουν το ήδη χαμηλό βιοτικό τους επίπεδο.
Έτσι, γι αυτό οι δύο ειδικοί καταλήγουν ότι η επιτυχία της Κίνας στην τεχνολογία και η μακροοικονομική της καχεξία συνδέονται. Το σύστημα γέρνει έντονα υπέρ της βιομηχανίας και της τεχνολογίας σε σχέση με τα νοικοκυριά και τους καταναλωτές. Ενώ κρατικά κατευθυνόμενα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα διοχέτευσαν τρισεκατομμύρια σε έργα προτεραιότητας και επιχειρήσεις, οι μισθοί παραμένουν χαμηλοί, το δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας είναι ανεπαρκές και οι επενδυτικές επιλογές των νοικοκυριών λιγοστές.
Πηγή: in.gr