Ηταν φθινόπωρο του 2010, η Νορβηγική Επιτροπή Νομπέλ ετοιμαζόταν να ανακοινώσει, όπως καλή ώρα και σήμερα, τον νικητή του Νομπέλ Ειρήνης. Κινέζοι και νορβηγοί αξιωματούχοι την είχαν προειδοποιήσει πως η βράβευση οποιουδήποτε κινέζου αντιφρονούντος θα είχε σοβαρές συνέπειες. Οι κινεζικές Αρχές αδυνατούσαν να αποδεχθούν ότι η επιτροπή είναι ανεξάρτητη, είχαν στείλει σαφή μηνύματα. Αλλά η επιτροπή τα αγνόησε όλα και απένειμε το Νομπέλ Ειρήνης στον φυλακισμένο κινέζο αντιφρονούντα συγγραφέα και ακτιβιστή Λιου Σιαομπό, τιμώντας έτσι «τον μακρύ και μη βίαιο αγώνα του για τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα στην Κίνα». Ο Λιου, ένας από τους πρωταγωνιστές της εξέγερσης στην πλατεία Τιενανμέν το 1989, εξέτιε τότε ποινή 11 ετών για τον ρόλο του στη σύνταξη της Χάρτας 08, ενός μανιφέστου υπέρ της δημοκρατίας. Η ποινή του, η βαρύτερη που είχε επιβληθεί ποτέ βάσει του κινεζικού νόμου του 1997 κατά της «υποκίνησης σε ανατροπή της κρατικής εξουσίας», είχε ανακοινωθεί ανήμερα τα Χριστούγεννα του 2009.
Η κυβέρνηση της Κίνας αντέδρασε με οργή στη νορβηγική ανακοίνωση: η απονομή του Νομπέλ σε έναν «εγκληματία», δήλωσε εκπρόσωπός της, αποτελούσε «πλήρη παραβίαση των αρχών του βραβείου και προσβολή του ίδιου του Βραβείου Ειρήνης». Καθώς συνέρρεαν συγχαρητήρια και εκκλήσεις για άμεση απελευθέρωση του Λιου από παλαιότερους βραβευθέντες, όπως ο αρχιεπίσκοπος Ντέσμοντ Τούτου και ο πρώην πρόεδρος της Τσεχίας Βάτσλαβ Χάβελ, αρχηγούς κρατών και άλλους, η επίσημη αντίδραση της Κίνας γινόταν όλο και εντονότερη. Περιελάμβανε από επιθέσεις στους κριτές και στα κίνητρα της «αγέλης των αντικινέζων ριζοσπαστών» στη Δύση γενικά μέχρι επιθέσεις στον ίδιο τον Σιαομπό. Σε ένα άρθρο με τίτλο «Ο πραγματικός Λιου Σιαομπό», που δημοσιεύθηκε ευρέως, ο επίσημος κινεζικός Τύπος ανέσυρε αποσπάσματα από τα γραπτά και τις συνεντεύξεις του στον ρου των ετών, προκειμένου να σκιαγραφήσει την εικόνα ενός άπληστου, προδότη και αλαζονικού απατεώνα.
Κατά την τελετή απονομής του βραβείου, τον Δεκέμβριο του 2010, ο Λιου Σιαομπό εκπροσωπήθηκε από μία κενή καρέκλα. Το Πεκίνο είχε φροντίσει να μην ταξιδέψει κανείς στο Οσλο για να το παραλάβει, θέτοντας μεταξύ άλλων και τη σύζυγό του σε κατ’ οίκον περιορισμό. Η νορβηγίδα ηθοποιός Λιβ Ούλμαν διάβασε μια δήλωση που είχε κάνει ο Λιου στο δικαστήριο τον Δεκέμβριο του 2009: «Γεμάτος αισιοδοξία, προσβλέπω στην έλευση ενός ελεύθερου μέλλοντος για την Κίνα. Διότι δεν υπάρχει δύναμη που να μπορεί να θέσει τέλος στην ανθρώπινη αναζήτηση της ελευθερίας και η Κίνα θα καταστεί τελικά ένα κράτος όπου θα κυριαρχούν το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα». Ο τότε πρόεδρος της επιτροπής Θόρμπγιορν Γιάγκλαντ επαίνεσε την Κίνα για την ανακούφιση εκατομμυρίων ανθρώπων από τη φτώχεια, χαρακτηρίζοντάς την «εξαιρετικό επίτευγμα». Παράλληλα όμως την προειδοποίησε ότι η νέα της θέση ως ηγετικής παγκόσμιας δύναμης σήμαινε ότι «πρέπει να αντιμετωπίζει την κριτική ως κάτι θετικό».
Τόσο έξαλλο έγινε το Πεκίνο με όλα αυτά, που πάγωσε τις διπλωματικές επαφές υψηλού επιπέδου με τη Νορβηγία και διέκοψε τις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου. Οι εισαγωγές νορβηγικού σολομού αντιμετώπισαν εμπόδια, με καθυστερήσεις ή απορρίψεις φορτίων για λόγους «ασφάλειας των τροφίμων». Χρειάστηκε να περάσουν έξι χρόνια μέχρι να αποκατασταθούν επισήμως, στα τέλη του 2016, οι διμερείς σχέσεις. Μερικούς μήνες αργότερα, τον Ιούλιο του 2017, ο Λιου Σιαομπό, κρατούμενος πάντα, πέθαινε σε ένα νοσοκομείο από καρκίνο στο συκώτι. Οι κινεζικές Αρχές είχαν αρνηθεί να του επιτρέψουν να μεταφερθεί στο εξωτερικό για θεραπεία.
Μοιάζει αστείο και που το συζητάμε, κι όμως η Νορβηγία πιθανόν να αντιμετωπίσει και φέτος αντίποινα εξαιτίας των αποφάσεων της Επιτροπής Νομπέλ – ειδικότερα, αν αυτή επιλέξει για το Νομπέλ Ειρήνης «κάποιον που δεν έχει κάνει τίποτα», όπως γκρίνιαξε προκαταβολικά ο Ντόναλντ Τραμπ, αντί για τον ίδιο που, ως γνωστόν, έχει τερματίσει καμιά δεκαριά πολέμους, μπορεί και δώδεκα πια. «Θα είναι μεγάλη προσβολή για τη χώρα μας», έχει προειδοποιήσει ο αμερικανός πρόεδρος. Το κρατικό επενδυτικό ταμείο της Νορβηγίας, βέβαια, είναι το μεγαλύτερο στον κόσμο, αγγίζει τα δύο τρισεκατομμύρια δολάρια. Ομως πρόσφατα αποσύρθηκε από μια σειρά ισραηλινών εταιρειών λόγω των δεσμών τους με τον πόλεμο στη Γάζα. Επιπλέον, αφαίρεσε την αμερικανική εταιρεία Caterpillar Inc. από το χαρτοφυλάκιό του γιατί προμήθευε το Ισραήλ με μπουλντόζες, οι οποίες αργότερα χρησιμοποιήθηκαν στα παλαιστινιακά εδάφη. Κατόπιν αυτών, Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές ζήτησαν την επιβολή περιορισμών στις βίζες των στελεχών του ταμείου, ενδεχομένως και υψηλότερους δασμούς για τη χώρα.
Η κυβέρνηση Τραμπ έχει ήδη επιβάλει δασμούς 15% στις εισαγωγές από τη Νορβηγία, ενώ οι δύο χώρες συνεχίζουν τις εμπορικές διαπραγματεύσεις. Παρότι η έκθεση της Νορβηγίας στην αμερικανική οικονομία είναι σχετικά μικρή – αντιπροσωπεύει μόλις το 3% των νορβηγικών εξαγωγών -, οποιαδήποτε αύξηση των δασμών ή περιορισμοί στο κρατικό επενδυτικό ταμείο θα αποτελούσαν μια ανεπιθύμητη επιπλοκή, συνοψίζει το Bloomberg. Η Νορβηγία, λοιπόν, περιμένει κρατώντας την ανάσα της – και θυμίζοντας πως η Επιτροπή Νομπέλ είναι ανεξάρτητη.
Αν ήταν και λίγο χιουμορίστρια, εκτός από ριψοκίνδυνη, θα απένεμε το φετινό Νομπέλ Ειρήνης στον Αμερικανό που Αντιστέκεται (στον Τραμπ). Και γαία πυρί μιχθήτω.
Πηγή: tanea.gr