Οι τελευταίες ανακοινώσεις της Κομισιόν για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2028–2034 επαναφέρουν στο προσκήνιο την εξάρτηση της Ελλάδας από τους κοινοτικούς πόρους και ταυτόχρονα τις πολλές δυσκολίες που έχει να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια. Η πρόταση προβλέπει συνολικές δεσμεύσεις περίπου 2 τρισ. ευρώ σε επίπεδο ΕΕ, με την Ελλάδα να λαμβάνει περί τα 49,2 δισ. ευρώ μέσω των εθνικών και περιφερειακών σχεδίων.
Η διαθέσιμη χρηματοδότηση
Από αυτά, τα 42,9 δισ. συνδέονται ουσιαστικά με την πολιτική συνοχής και την Κοινή Αγροτική Πολιτική, δηλαδή τα παραδοσιακά εργαλεία στήριξης επενδύσεων και αγροτικού εισοδήματος. Σε ονομαστικούς όρους η κατανομή θυμίζει την τρέχουσα περίοδο. Ωστόσο, αν ληφθεί υπόψη ο πληθωρισμός και η λήξη του Ταμείου Ανάκαμψης το 2027, η πραγματική διαθέσιμη χρηματοδότηση για την επόμενη δεκαετία θα είναι αισθητά χαμηλότερη.
Η Ελλάδα εξακολουθεί να συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών που αντλούν το μεγαλύτερο ποσοστό επενδυτικών πόρων από την ΕΕ.
Η αλλαγή οφείλεται στο νέο σχήμα που προτείνει η Κομισιόν με λιγότερα προγράμματα και αυστηρότερους όρους. Η λογική παραπέμπει στο μοντέλο του Ταμείου Ανάκαμψης καθώς οι εκταμιεύσεις θα εξαρτώνται από την επίτευξη συγκεκριμένων οροσήμων. Αυτό μεταφράζεται σε μεγαλύτερη πίεση για χώρες όπως η Ελλάδα, όπου η ωρίμανση έργων και η ικανότητα να προχωρήσουν τα σχέδια έχουν συχνά αποτελέσει εμπόδιο στην πλήρη απορρόφηση.
Οι δύσκολες συγκρίσεις
Η Ελλάδα εξακολουθεί να συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών που αντλούν το μεγαλύτερο ποσοστό επενδυτικών πόρων από την ΕΕ. Στην τρέχουσα περίοδο, ο συνδυασμός ΕΣΠΑ, ΚΑΠ και Ταμείου Ανάκαμψης ξεπερνά τα 70 δισ. ευρώ, καλύπτοντας ένα σημαντικό τμήμα των δημοσίων επενδύσεων και λειτουργώντας ως μοχλός ανάπτυξης. Από το 2028 όμως, με το Ταμείο Ανάκαμψης εκτός κάδρου και με τους πόρους ΕΣΠΑ και ΚΑΠ να περιορίζονται σε πραγματικούς όρους, το «μαξιλάρι» αυτό θα μικρύνει.
Η συγκριτική εικόνα δείχνει ότι ο Νότος συνολικά θα βρεθεί με λιγότερα ευρωπαϊκά κεφάλαια
Η Ισπανία και η Πορτογαλία βρίσκονται σε παρόμοια θέση, καθώς και αυτές θα δουν μειώσεις στις πραγματικές ροές, αν και διαθέτουν μεγαλύτερες εθνικές αγορές που μπορούν να απορροφήσουν μέρος των κραδασμών.
Η Ιταλία, η οποία αξιοποίησε σημαντικά το Ταμείο Ανάκαμψης, αναμένεται επίσης να αντιμετωπίσει δυσκολίες προσαρμογής όταν οι έκτακτοι πόροι τερματιστούν.
Η συγκριτική εικόνα δείχνει ότι ο Νότος συνολικά θα βρεθεί με λιγότερα ευρωπαϊκά κεφάλαια, σε μια περίοδο που οι ανάγκες για επενδύσεις σε πράσινη μετάβαση και ψηφιακό μετασχηματισμό είναι αυξανόμενες.
Για την Ελλάδα, όπου οι κοινοτικοί πόροι αντιπροσωπεύουν πάνω από το 2% του ΑΕΠ ετησίως, η μείωση θα είναι περισσότερο αισθητή. Οι Περιφέρειες με χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα, όπως η Ήπειρος ή η Δυτική Ελλάδα, κινδυνεύουν να δουν τον ανταγωνισμό μεταξύ έργων να εντείνεται, με τις μεγάλες υποδομές και τις πράσινες επενδύσεις να απορροφούν μεγαλύτερο μερίδιο εις βάρος μικρότερων τοπικών παρεμβάσεων.
Οι μακροοικονομικές επιπτώσεις
Η πρόταση για τη νέα ΚΑΠ περιλαμβάνει περικοπές σε επίπεδο ΕΕ και αλλαγές στη φιλοσοφία των ενισχύσεων. Για την Ελλάδα, όπου οι επιδοτήσεις αποτελούν κρίσιμο μέρος του αγροτικού εισοδήματος, η πραγματική μείωση πόρων εκτιμάται ότι θα επηρεάσει ιδιαίτερα τους κλάδους υψηλής έντασης, όπως η ελαιοπαραγωγή και η κτηνοτροφία.
Ιδιαίτερα θετική θα είναι η στροφή στις μικρότερες εκμεταλλεύσεις, η οποία ενδέχεται να ενισχύσει τους νέους αγρότες, χωρίς όμως να καλύπτει τις ανάγκες χρηματοδότησης για εκσυγχρονισμό και υποδομές.
Ο συνδυασμός μειωμένων επιδοτήσεων και αυξημένου υγειονομικού κινδύνου, δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα για τον πρωτογενή τομέα
Οι προκλήσεις βέβαια δεν είναι μόνο οικονομικές, αλλά και υγειονομικές, καθώς η ελληνική αγροτική οικονομία δοκιμάζεται από μεγάλους κινδύνους. Η ευλογιά που πλήττει εκτροφές αιγοπροβάτων σε διάφορες περιοχές έχει περιορίσει την παραγωγή γάλακτος και κρέατος, με αποτέλεσμα να καταγράφεται μεγάλη απώλεια εισοδήματος σε τοπικό επίπεδο.
Ο συνδυασμός μειωμένων επιδοτήσεων και αυξημένου υγειονομικού κινδύνου, δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα για τον πρωτογενή τομέα. Για πολλούς παραγωγούς το χρηματοδοτικό «δίχτυ ασφαλείας» της ΚΑΠ μπορεί να μην επαρκεί για να αντισταθμίσει τις ζημιές, με κίνδυνο να επιταχυνθεί η εγκατάλειψη της δραστηριότητας και να βαθύνει η κρίση της ελληνικής κτηνοτροφίας.
Σε μακροοικονομικό επίπεδο, η σταδιακή συρρίκνωση των κοινοτικών ροών σημαίνει ότι η συμβολή τους στο ΑΕΠ θα υποχωρήσει. Σήμερα, οι ευρωπαϊκοί πόροι υπολογίζεται ότι καλύπτουν σχεδόν το 25% του συνόλου των δημόσιων επενδύσεων στην Ελλάδα.
Το χρηματοδοτικό κενό
Από το 2028 το ποσοστό αυτό αναμένεται να μειωθεί, μετακυλώντας όλο το βάρος στον εθνικό προϋπολογισμό ή σε ιδιωτικά κεφάλαια. Αυτό σημαίνει ότι περιορίζεται ο ρόλος που έπαιξαν οι κοινοτικοί πόροι την τελευταία δεκαετία. Αποτέλεσμα είναι να υπάρχει κίνδυνος για το ρυθμό ανάπτυξης εάν η χώρα δεν κατορθώσει να αναπληρώσει το χρηματοδοτικό κενό.
Η ΕΕ επιδιώκει να κατευθύνει περισσότερους πόρους σε κοινούς ευρωπαϊκούς στόχους, όπως η άμυνα και η πράσινη μετάβαση, περιορίζοντας αντίστοιχα τα «παραδοσιακά» ταμεία Συνοχής και ΚΑΠ.
Η πολιτική ανησυχία δεν αφορά μόνο τη διαχείριση των κονδυλίων, αλλά και τη διαμόρφωση ενός νέου εθνικού σχεδίου
Για κράτη όπως η Ελλάδα, το στοίχημα είναι αν θα μπορέσουν να προσαρμοστούν σε αυτό το νέο πλαίσιο και να διατηρήσουν την αναπτυξιακή τους δυναμική. Η πολιτική ανησυχία δεν αφορά μόνο τη διαχείριση των κονδυλίων, αλλά και τη διαμόρφωση ενός νέου εθνικού σχεδίου που θα μπορέσει να αντισταθμίσει τη συρρίκνωση της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης.
Πηγή: ot.gr