Η τελειομανία συχνά πηγάζει από μια βαθιά αίσθηση ανεπάρκειας ή κακίας. Από τη μία, το άτομο επιδιώκει να είναι επιτυχημένο ή ηθικά άρτιο, αλλά ταυτόχρονα βασανίζεται από αυτοαμφισβήτηση. Η ερώτηση «Το αξίζω αυτό;» επανέρχεται συνεχώς, και όποια ένδειξη επιτυχίας συναντάται με εσωτερική αμφισβήτηση. Αυτό οδηγεί συχνά στην ελαχιστοποίηση των επιτευγμάτων και στην αναζήτηση νέων τρόπων για να «αποδείξει» την αξία του, χωρίς ποτέ να νιώσει πλήρης ικανοποίηση.
Ο φόβος της αποτυχίας συνδέεται με την αίσθηση ότι κάθε λάθος θα αποκαλύψει την «απάτη» που νιώθει ο τελειομανής ότι είναι. Αυτός ο φόβος οδηγεί σε αποφυγή ή αυτοπεριορισμό, καθώς η αναγνώριση μιας επιτυχίας προκαλεί εσωτερική ένταση. Η τελειομανία δεν χρησιμοποιείται τόσο για να ενισχύσει την αυτοεκτίμηση, όσο για να αποφευχθεί το αίσθημα ανεπάρκειας.
Στη θεραπεία, οι ειδικοί συχνά προτείνουν στους τελειομανείς να μάθουν να αποδέχονται την επιτυχία και την αποτυχία, χωρίς να ταυτίζουν την αξία τους αποκλειστικά με το αποτέλεσμα. Η αναγνώριση ότι η επιτυχία δεν συνεπάγεται αυτομάτως αριστεία ή μόνιμη αναγνώριση βοηθά στην καλλιέργεια μιας πιο υγιούς σχέσης με τον εαυτό και τους στόχους του. Αφήνοντας το κοινό να αποφασίσει για την αξία ενός έργου ή μιας προσπάθειας, ο τελειομανής μπορεί να μειώσει την εσωτερική πίεση και να βιώσει μεγαλύτερη ελευθερία και ικανοποίηση.
Πηγή: govastileto.gr