Την έκδοση “Η φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και Στοιχεία 2024”, καθώς και τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης “Η συμβολή του κλάδου φαρμάκου στην ελληνική οικονομία” παρουσίασε σήμερα σε ειδική συνέντευξη Τύπου το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, με τη συνεργασία του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος.
Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος, στην ετήσια έκθεση “Η Φαρμακευτική Αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και Στοιχεία 2024” παρουσιάζονται τα κυριότερα στοιχεία και δεδομένα για τον κλάδο, οι εξελίξεις και οι τάσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη τόσο στον χώρο του φαρμάκου όσο και στο ευρύτερο οικοσύστημα της υγείας. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στις τρέχουσες κρίσιμες προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος σήμερα, καθώς και στις προοπτικές που διαμορφώνονται στον ευρύτερο τομέα της υγείας το επόμενο διάστημα.
Στην τελευταία έκθεση, αποτυπώνονται οι νέες συνθήκες που διαμορφώνονται για την ελληνική οικονομία, ενώ παραμένουν οι προκλήσεις αναφορικά με τον πληθωρισμό και το εμπορικό ισοζύγιο.
Επιπλέον, η έκθεση επισημαίνει το κενό στη χρηματοδότηση της φαρμακευτικής δαπάνης που προέρχεται από την περίοδο της οικονομικής κρίσης και την επιβολή δημοσιονομικών μέτρων.
Η δημογραφική πρόκληση
Οι δημογραφικές εξελίξεις και η κατάσταση υγείας του πληθυσμού επηρεάζουν τις πολιτικές για τις δαπάνες υγείας και φαρμάκου. Το προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα επανήλθε το 2024 στο υψηλό επίπεδο των 81,9 ετών, έπειτα από τη μείωση λόγω της πανδημίας, λίγο πάνω τον μέσο όρο της ΕΕ27 (81,7).
Ωστόσο, το 2024, το ποσοστό των ατόμων άνω των 65 ετών ανέρχεται στο 23,3% του συνολικού πληθυσμού, ενώ έως το 2070 αναμένεται να αυξηθεί σταδιακά στο 33,1%, οδηγώντας σε αυξημένες ανάγκες για δαπάνες υγείας και φαρμάκου λόγω της γήρανσης του πληθυσμού.
Ταυτόχρονα, το αρνητικό φυσικό ισοζύγιο (γεννήσεις – θάνατοι) οδηγεί σε σταδιακή μείωση του συνολικού πληθυσμού στα 8 εκατ. μέχρι το 2070. Επιπρόσθετα, το 2024, το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω με χρόνιο πρόβλημα υγείας αντιστοιχεί στο 24,5%, ενώ στην ηλικιακή κατηγορία άνω των 65 ετών ξεπερνά το 60%, δημιουργώντας μεγαλύτερη πίεση στις δαπάνες υγείας.
Η φαρμακευτική δαπάνη
Στον τομέα των δαπανών, η συνολική φαρμακευτική δαπάνη (εξωνοσοκομειακή και νοσοκομειακή) για το 2023 διαμορφώθηκε στα €7,5 δισεκ., ενώ εκτιμάται ότι το 2024 η δαπάνη ανήλθε στα €8,5 δισεκ.
Η δημόσια δαπάνη για το 2023 ήταν στα €2,8 δισεκ., με εκτίμηση για €3,0 δισεκ. το 2024, ενώ η συμμετοχή της φαρμακοβιομηχανίας στη φαρμακευτική δαπάνη αυξήθηκε για το 2023 στα €3,9 δισεκ., και στα €4,6 δισεκ. το 2024 (εκτίμηση).
Από το 2022 και μετά το κράτος έκανε ανακατανομή της δαπάνης στα τρία κανάλια διανομής (retail, ΦΥΚ και νοσοκομεία), με αποτέλεσμα μια άνιση ανακατανομή των υποχρεωτικών επιστροφών, ειδικά στα νοσοκομειακά φάρμακα και στα φάρμακα υψηλού κόστους.
Τέλος, η συμμετοχή των ασθενών αυξήθηκε το 2023 στα €740 εκατ. και στα €810 εκατ. το 2024.
Αργή ενσωμάτωση νέων φαρμάκων
Επιπλέον, περιορισμένες φαρμακευτικές θεραπείες και με καθυστέρηση σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης φτάνουν στους Έλληνες ασθενείς, καθώς από τα 173 νέα φάρμακα που εγκρίθηκαν κατά την περίοδο 2020–2023, μόλις τα 75 (43%) εισήχθησαν στην Ελλάδα, ενώ μόνο μόνο ένα (1) στα πέντε (5) καινοτόμα φάρμακα της τελευταίας τετραετίας είναι διαθέσιμο στην ελληνική αγορά.
Φαρμακοβιομηχανία: Ισχυρό εξαγωγικό αποτύπωμα, R&D
Η φαρμακοβιομηχανία, αποτελεί έναν από τους δυναμικότερους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, με ιδιαίτερη σημασία για το σύστημα υγείας, τους ασθενείς και την ελληνική οικονομία.
Η δαπάνη του κλάδου για Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α) προσεγγίζει τα €161 εκ. (2022), ενώ την περίοδο 1995-2024 διενεργήθηκαν 2.034 κλινικές μελέτες (1.715 ολοκληρωμένες) ανεξαρτήτου φάσης ή σταδίου.
Σημαντικός είναι και ο ρόλος του φαρμακευτικού κλάδου στο συνολικό εξωτερικό εμπόριο, καθώς οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων ανήλθαν το 2024 στα €2,8 δισεκ. και αντιστοιχούν στο 5,7% των συνολικών εξαγωγών αγαθών με κυριότερους εξαγωγικούς προορισμούς την Γερμανία, την Αυστρία και την Κύπρο.
Αντίστοιχα, οι εισαγωγές αποτελούν περίπου το 5,1% των συνολικών εισαγωγών της χώρας το 2024.
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ για το οικονομικό αποτύπωμα του κλάδου του φαρμάκου στην ελληνική οικονομία, η συνολική συνεισφορά του σε όρους ΑΕΠ εκτιμάται σε €6,9 δισεκ. (3,1% του ΑΕΠ) το 2023.
Έτσι, για κάθε €1 προστιθέμενης αξίας των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του φαρμάκου, δημιουργούνται πρόσθετα €1,3 στην ελληνική οικονομία.
Σε όρους απασχόλησης, η συνολική συνεισφορά εκτιμάται σε 119 χιλ. θέσεις εργασίας (ή 2,8% της συνολικής απασχόλησης). Δηλαδή, κάθε 10 θέσεις εργασίας στον κλάδο του φαρμάκου υποστηρίζουν επιπλέον 24 θέσεις πλήρους απασχόλησης στην οικονομία. Τέλος, η επίδραση στα φορολογικά έσοδα από τη δραστηριότητα του κλάδου φαρμάκου εκτιμάται περίπου στα €1,9 δισεκ.
Πηγή: capital.gr