Στην Ελλάδα υπάρχουν αρκετές μελέτες που δείχνουν ότι η αϋπνία είναι συχνό πρόβλημα στους ηλικιωμένους, με ποσοστά που κυμαίνονται από περίπου 40% έως 65%. Παρότι όμως η αϋπνία είναι συχνό φαινόμενο δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως «φυσιολογικό» μέρος του γήρατος. Αν και μερικές αλλαγές στον ύπνο είναι αναμενόμενες με την ηλικία, η χρόνια δυσκολία να αποκοιμηθεί ή να παραμείνει κάποιος κοιμισμένος μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την υγεία και την ποιότητα ζωής.
Σύμφωνα με τη Mayo Clinic, η πρώτη γραμμή αντιμετώπισης δεν είναι τα υπνωτικά φάρμακα, αλλά οι αλλαγές στις καθημερινές συνήθειες. Οι ειδικοί προτείνουν:
– Σταθερό πρόγραμμα ύπνου: Υπνος και ξύπνημα την ίδια ώρα κάθε μέρα.
– Περιορισμό μεσημεριανής σιέστας: Οχι πάνω από 20-30 λεπτά και ποτέ αργά το απόγευμα.
– Κατάλληλο περιβάλλον: Ησυχο, σκοτεινό και δροσερό υπνοδωμάτιο.
– Αποφυγή καφεΐνης, νικοτίνης και αλκοόλ πριν από τον ύπνο.
– Ηπια άσκηση καθημερινά, κατά προτίμηση πρωινές ή απογευματινές ώρες.
– Χαλαρωτική ρουτίνα πριν από το κρεβάτι (π.χ. ζεστό ντους, διάβασμα, μουσική).
Επιπλέον, η Mayo Clinic τονίζει τη σημασία της γνωσιακής-συμπεριφορικής θεραπείας για την αϋπνία, μιας ειδικής μορφής ψυχοθεραπείας που εκπαιδεύει τον ασθενή να αλλάξει τις σκέψεις και τις συμπεριφορές που τροφοδοτούν το πρόβλημα. Η μέθοδος αυτή έχει αποδειχθεί πιο αποτελεσματική μακροπρόθεσμα από τη φαρμακευτική αγωγή. Τα φάρμακα, όπως η μελατονίνη ή ορισμένα υπνωτικά, μπορεί να χρησιμοποιηθούν σε επιλεγμένες περιπτώσεις, αλλά μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα και υπό στενή ιατρική παρακολούθηση, καθώς στους ηλικιωμένους αυξάνουν τον κίνδυνο πτώσεων και σύγχυσης. Σε κάθε περίπτωση, οι ειδικοί υπογραμμίζουν ότι η αϋπνία δεν είναι απλώς ενόχληση. Μπορεί να επηρεάσει τη μνήμη, τη διάθεση, ακόμα και την καρδιαγγειακή υγεία. Η έγκαιρη αντιμετώπιση, με έμφαση σε υγιεινές συνήθειες, είναι το κλειδί για καλύτερο ύπνο και καλύτερη ποιότητα ζωής στην τρίτη ηλικία.
Πηγή: tanea.gr