Της Ελευθερίας Κούρταλη
Ιδιαίτερα θετική για την πορεία του ελληνικού χρέους δηλώνει η Wood, θεωρώντας “συντηρητικές” τις εκτιμήσεις του οικονομικού επιτελείου για τον δείκτη χρέους και εκτιμώντας πως θα πλησιάσει το 100% του ΑΕΠ στο τέλος της επομένης 5ετίας χάρη στην εξαιρετική διαχείριση, κάτι που θα υποστηρίξει περαιτέρω αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας. Εκτιμά ότι παρόλο που η οικονομική δραστηριότητα μειώθηκε κατά το πρώτο εξάμηνο, η Ελλάδα παραμένει σε τροχιά ισχυρής ανάπτυξης κατά 2% φέτος και 2,5% το 2026.
Πάντως, όπως επισημαίνει, καθώς τα περισσότερα κέρδη από ιδιωτικοποιήσεις πιθανότατα έχουν περάσει, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και η ανάπτυξη γίνονται ολοένα και πιο σημαντικά στο μέλλον. Σχολιάζοντας το πακέτο δημοσιονομικής χαλάρωσης που ανακοίνωσε η κυβέρνηση στη ΔΕΘ, ενόψει της προεκλογικής χρονιάς, ο οίκος πιστεύει ότι ένα άλλο μέτριο πακέτο σχεδιάζεται για το επόμενο έτος. Όπως διαμηνύει εμμέσως πλην σαφώς, χρειάζονται κι άλλα μέτρα στο φορολογικό μέτωπο καθώς η κατανομή πόρων δεν είναι η βέλτιση και καταστέλλει τα εισοδήματα, συμβάλλοντας στον υποκείμενο πληθωρισμό.
Ειδικότερα, όπως επισημαίνει η Wood σε σημερινή της ανάλυση για την ελληνική οικονομία, ο Έλληνας πρωθυπουργός ανακοίνωσε ένα πακέτο δημοσιονομικής χαλάρωσης για το επόμενο έτος, ενόψει της προεκλογικής χρονιάς, με στόχο την ανακατανομή των κερδών και την άμβλυνση της δυσαρέσκειας των ψηφοφόρων μετά το σοκ του πληθωρισμού, το οποίο περιλαμβάνει ευρείες μειώσεις φόρου εισοδήματος, πρόσθετη στήριξη για οικογένειες, νέους και συνταξιούχους και μια επικαιροποιημένη μισθολογική κλίμακα για τις ένοπλες δυνάμεις, την αστυνομία, την πυροσβεστική και το λιμενικό σώμα. Το πακέτο αποτιμάται σε 1,76 δισ. ευρώ (0,7% του ΑΕΠ) για το 2026 και 2,5 δισ. ευρώ (0,9% του ΑΕΠ) για το 2027 και αναμένεται να ωφελήσει περίπου 4 εκατομμύρια φορολογούμενους.
Ο οίκος βλέπει θετικά τα μέτρα σχολιάζοντας ειδικά εκείνα που έχουν επίκεντρο τους νέους και κυρίως της φοροαπαλλαγή για τους κάτω των 25 ετών, δεδομένης της πολύ χαμηλής συμμετοχής τους στο εργατικό δυναμικό, στο 22,7% το 2024, σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 40,5%.
Όσον αφορά τον προϋπολογισμό, η Wood επισημαίνει ότι συνεχίζει να υπεραποδίδει. Ο δημοσιονομικός χώρος έχει δημιουργηθεί χάρη στην αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία, τη συνεχιζόμενη προσπάθεια ιδιωτικοποιήσεων και τις συνεχείς προσπάθειες για την εξυγίανση της οικονομίας.
Τα μέτρα φορολογικής συμμόρφωσης αποδίδουν επίσης καρπούς, επισημαίνει η Wood: σε σύγκριση με τα επίπεδα πριν από την COVID-19, οι εισπράξεις από τον φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων έχουν αυξηθεί κατά 1 ποσοστιαία μονάδα, στο 3% του ΑΕΠ, ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων κατά +0,6 ποσοστιαίες μονάδες, στο 6,4%, και ο ΦΠΑ κατά +0,7 ποσοστιαίες μονάδες, στο 4,2%. Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι τα έσοδα από τον τουρισμό παραμένουν κάτω από τα υψηλά προ πανδημίας του 9,9% του ΑΕΠ, στο 9,2% τον Ιούνιο του 2025 (κυλιόμενη βάση 12 μηνών).
Ωστόσο, όπως υπογραμμίζει ο οίκος, ενώ αυτοί οι αριθμοί είναι ενθαρρυντικοί, υποδεικνύουν μια μη βέλτιστη κατανομή πόρων, καταστέλλοντας το μερίδιο του εισοδήματος για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις και συμβάλλοντας στον υποκείμενο πληθωρισμό. Η φορολογική επιβάρυνση είναι γενικά υψηλότερη στην Ελλάδα, με υψηλό οριακό φόρο εισοδήματος και υψηλότερη εργοδοτική εισφορά κοινωνικής ασφάλισης, με τον τυπικό συντελεστή ΦΠΑ 24% να είναι από τους υψηλότερους στην ΕΕ, αλλά με περιορισμένη φορολογική βάση.
Η ανάπτυξη υποστηρίζεται από βελτιώσεις στην παραγωγική ικανότητα
Η οικονομική δραστηριότητα μειώθηκε κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025, αλλά παραμένει σε τροχιά ανάπτυξης κατά 2% και 2,5% κατά τη διάρκεια του τρέχοντος και του επόμενου έτους, αντίστοιχα, όπως εκτίμα η Wood.
Η επενδυτική δυναμική παραμένει ισχυρή και υποστηρίζεται από τις βελτιώσεις της χωρητικότητας και την ταχεία απορρόφηση των κονδυλίων ανάκαμψης, όπως προσθέτει. Πάντως όπως επισημαίνει, καθώς τα περισσότερα κέρδη από ιδιωτικοποιήσεις πιθανότατα έχουν περάσει, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και η ανάπτυξη γίνονται ολοένα και πιο σημαντικά στο μέλλον.
Στο μέτωπο της αγοράς εργασίας, ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε κατά 6% το 2025, από 830 ευρώ σε 880 ευρώ το μήνα, και η κυβέρνηση σκοπεύει να τον αυξήσει περαιτέρω, στα 950 ευρώ, κατά το εκλογικό έτος 2027. Αυτό αντιστοιχεί σε +4% σε ετήσια βάση το 2026 και +3,8% το 2027, και θα πρέπει να διατηρήσει συγκρατημένη την αύξηση των πραγματικών μισθών. Ως αποτέλεσμα, η παραγωγικότητα θα πρέπει να συνεχίσει να υπερβαίνει το κόστος εργασίας, περιορίζοντας έτσι τις πληθωριστικές πιέσεις.
Το χρέος σε απότομη πτωτική τροχιά
Ο Έλληνας πρωθυπουργός έχει δώσει προτεραιότητα στη δημοσιονομική εξυγίανση με δυναμικό τρόπο τα τελευταία χρόνια και αυτό έχει αποδώσει καρπούς με βάση τα επαναλαμβανόμενα δημοσιονομικά πλεονάσματα που υπερβαίνουν τον στόχο, σχολιάζει η Wood.
Την ίδια στιγμή, το μέτωπο της χρηματοδότησης παραμένει εξαιρετικά “άνετο”: η κυβέρνηση διατηρεί σχεδόν τριπλάσια ταμειακά αποθέματα (Ιούλιος), στα 42,6 δισ. ευρώ (17,5% του ΑΕΠ), έναντι των ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών των 15,3 δισ. ευρώ (6,2% του ΑΕΠ) για το τρέχον έτος. Η πραγματική εικόνα είναι ακόμη πιο έντονη και τοποθετεί τα ταμειακά αποθέματα σε περίπου 8-9 φορές τις ακαθάριστες ανάγκες, δεδομένου ότι το πρωτογενές πλεόνασμα ανερχόταν στο 6,5% του ΑΕΠ σε κυλιόμενη βάση 12 μηνών από τον Ιούλιο, ξεπερνώντας το πλεόνασμα 2,3% του ΑΕΠ που είχε προβλεφθεί στο σχέδιο χρηματοδότησης.
Σύμφωνα και με αναφορές της κυβέρνησης, το μεγαλύτερο μέρος των επιπλέον εσόδων θα διοχετευτεί σε πρόωρες πληρωμές των δανείων GLF με στόχο την πλήρη εξόφλησή τους μία δεκαετία νωρίτερα. Αυτή η προσέγγιση, όπως επισημαίνει η Wood, θα επιταχύνει τη μείωση του χρέους, ενώ παράλληλα θα περιορίσει το κόστος εξυπηρέτησης του, καθώς τα προηγουμένως χαμηλού κόστους δάνεια της εποχής της κρίσης (επιτόκια κάτω του 1,5-2%) θα μετακυληθούν, ενώ αν δεν γινόταν αυτό, με επιτόκια που βασίζονται στην αγορά και υπερβαίνουν το 3%, θα αυξανόταν το πραγματικό επιτόκιο του συσσωρευμένου χρέους.
Το χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής του χρέους παραμένει διαχειρίσιμο και ομοιόμορφα κατανεμημένο, με μέσο όρο περίπου 11 δισ. ευρώ ετησίως μεταξύ του 2026 και του 2036, σημειώνει ο οίκος. Η πρόωρη αποπληρωμή του GLF θα μπορούσε να μειώσει περαιτέρω την ετήσια απόσβεση, έως και 2 δισ. ευρώ κατά την περίοδο 2031-2041.
Αξιολογώντας με βάση την αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία, τη δέσμευση για μείωση του χρέους και ένα αυξανόμενο αναπτυξιακό προφίλ, η Wood αναμένει ότι η δημοσιονομική πορεία της Ελλάδας θα παραμείνει ισορροπημένη τα επόμενα χρόνια, με επίμονα πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 2%.
Αυτό την καθιστά πιο αισιόδοξη όσον αφορά την πορεία του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ σε σύγκριση με τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης και αναμένει ότι ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ θα μειωθεί από 154,1% το 2024 σε 144,2% το 2025, 134,5% το 2026 και 101,3% το 2030, σε σύγκριση με την πρόβλεψη της κυβέρνησης για 120% του ΑΕΠ έως το 2030, υποστηρίζοντας τις περαιτέρω αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας.
Πολιτική
Ενόψει των γενικών εκλογών, που αναμένεται να διεξαχθούν στα μέσα του 2027, οι δημοσκοπήσεις για το κυβερνών κόμμα (ΝΔ) έχουν σταθεροποιηθεί, μετά τον ανασχηματισμό του υπουργικού συμβουλίου από τον πρωθυπουργό τον Μάρτιο. Ωστόσο, για τη ΝΔ, η πρόθεση ψήφου έχει μειωθεί σημαντικά κάτω από το επίπεδο του 40% κατά τη στιγμή των εκλογών του 2023 και είναι απίθανο να ανακάμψει γρήγορα, δεδομένου ότι ο πληθωρισμός που αντιλαμβάνονται οι καταναλωτές παραμένει υπερβολικά υψηλός, σύμφωνα με περισσότερο από το διπλάσιο του ισχύοντος ποσοστού πληθωρισμού του 3%, επισημαίνει η Wood. Οι αυξανόμενες ανησυχίες για την ανεργία έχουν επίσης αντιστρέψει τη βελτίωση που παρατηρήθηκε νωρίτερα φέτος.
“Επομένως, είναι εύλογο να αναμένουμε περαιτέρω μέτρα δημοσιονομικής χαλάρωσης τον επόμενο χρόνο, κατά την άποψή μας, αν και όχι σε κλίμακα που να θέτει σε κίνδυνο τον κυρίαρχο στόχο της μείωσης του χρέους”, όπως σημειώνει.
Πηγή: capital.gr