Η εικόνα της κατοικίας στην Ελλάδα μοιάζει με παζλ που λείπουν τα σημαντικότερα κομμάτια. Από τη μία η ιδιοκατοίκηση, σύμφωνα με την Eurostat, υποχωρεί από το 84,6% το 2009 στο 72,5% το 2023 και από την άλλη, η ενοικίαση αποτελει πλέον δυσβάσταχτο οικονομικό βάρος. Τα στοιχεία δείχνουν ότι το 28,5% του πληθυσμού δαπανά πάνω από το 40% του εισοδήματός του μόνο για στέγη, ποσοστό που αποτελεί το υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για τα φτωχότερα νοικοκυριά, το βάρος αγγίζει το 85,3%. Με αυτές τις συνθήκες η στέγαση παύει να είναι δικαίωμα και μετατρέπεται σε βαρίδι.
Οι φετινές εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ περιελάμβαναν περιορισμένες φορολογικές παρεμβάσεις στη κλίμακα φορολόγησης των εισοδημάτων από ενοίκια, την σταδιακή κατάργηση του ΕΝΦΙΑ σε μικρά χωριά και τη διατήρηση της κατάργησης του ΦΠΑ για τα νεόδμητα ακίνητα. Το γεγονός ότι δεν υπήρξε καμία παρέμβαση στο χαμηλό κλιμάκιο, αλλά για εισόδημα πάνω από 12.000 ευρώ ευνοεί κατα κύριο λόγο ιδιοκτήτες με μεγαλύτερη ακίνητη περιουσία. Ακόμα όμως και αν η παρέμβαση στην κλίμακα ήταν πιο σημαντική, η κρίση στην αγορά δεν μπορεί να απαντηθεί αποκλειστικά με φορολογικές παρεμβάσεις στο εισόδημα των ιδιοκτητών. Αποτέλεσμα είναι η στέγη των πολλών να παραμένει στο περιθώριο.
Μια κρίση με ευρωπαϊκή διάσταση
Στο στεγαστικό τοπίο της Ευρώπης η Ελλάδα παραμένει αρνητική πρωταγωνίστρια. Σύμφωνα με τη Eurostat, μόλις το 9% των ενοικιαστών στην Ε.Ε. δαπανούν πάνω από το 40% του εισοδήματός τους για στέγαση. Στην Ελλάδα, το ποσοστό αυτό υπερβαίνει το 30%. Στη Γαλλία το αντίστοιχο ποσοστό είναι 14,4%, στη Γερμανία 13%, ενώ στη Σουηδία περιορίζεται στο 9,1%. Η απόκλιση δείχνει όχι απλώς μια επιμέρους δυσκολία, αλλά αποτυχία της στεγαστικής πολιτικής.
Με μεγάλη ταχύτητα υποχωρεί στη χώρα μας και το ποσοστό ιδιοκατοίκησης, γεγονός που τοποθετεί την Ελλάδα στις υψηλότερες θέσεις στην Ευρώπη. Στην Ισπανία, για παράδειγμα, παρά τις έντονες πιέσεις της αγοράς, η ιδιοκατοίκηση παραμένει πάνω από το 75%. Στην Πορτογαλία, όπου επίσης το πρόβλημα της βραχυχρόνιας μίσθωσης είναι έντονο, το ποσοστό ιδιοκατοίκησης αγγίζει το 77%. Η Ελλάδα κινείται πλέον πιο κοντά σε χώρες όπως η Γερμανία και η Αυστρία, όπου η ενοικίαση είναι κανόνας. Η διαφορά μας όμως με αυτές τις χώρες είναι ότι δεν διαθέτουμε καμία πρόνοια για κοινωνική κατοικία, όπως διαθέτουν εκείνες.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι η Ελλάδα καταγράφει το υψηλότερο ποσοστό στεγαστικής επιβάρυνσης στην Ευρώπη, με το πρόβλημα να εντοπίζεται κυρίως στα χαμηλότερα εισοδήματα. Τεράστια παραμένει και η έλλειψη κοινωνικής κατοικίας, την ώρα που η αγορά δείχνει εντελώς ανεξέλεγκτη.
Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι. Από το 2019 έως το 2023, περισσότερες από 180.000 κατοικίες χάθηκαν μέσω πλειστηριασμών. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της απογραφής πληθυσμού-κατοικιών του 2021, που πραγματοποίησε η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), ο συνολικός αριθμός των κλειστών ακινήτων ανήλθε σε όλη τη χώρα σχεδόν σε 800.000 . Στην πράξη, η χώρα βιώνει μια διπλή στρέβλωση, καθώς οι διαθέσιμες κατοικίες μειώνονται, οι τιμές αυξάνονται, αλλά η προσφορά παραμένει σε απόλυτη ανισορροπία.
Το βάρος στους πολλούς
Όλα τα παραπάνω οδηγούν όχι μόνο σε στρέβλωση της αγοράς, αλλά και σε άνιση κατανομή του οικονομικού βάρους. Για το πλουσιότερο κομμάτι των νοικοκυριών, μόλις το 1,2% των εισοδημάτων τους κατευθύνεται στα έξοδα στέγασης. Για το φτωχότερο όμως, το αντίστοιχο ποσοστό φτάνει το 85,3%. Η στέγη λειτουργεί, όχι μόνο ως δείκτης κοινωνικής ανισότητας, αλλά και ως μηχανισμός διόγκωσης της.
Απέναντι σε αυτή την εικόνα, οι παρεμβάσεις που εξαγγέλθηκαν στη ΔΕΘ λειτουργούν περισσότερο ως ανακουφιστικές κινήσεις για επιμέρους ομάδες, παρά ως απάντηση στο πρόβλημα. Η κοινωνική πίεση ωστόσο παραμένει και εντείνεται, καθώς το πρόβλημα δεν αγγίζει πια μόνο τα χαμηλά εισοδήματα, αλλά επεκτείνεται και προς τα μεσαία στρώματα.
Η στέγη των πολλών στο περιθώριο
Η Ελλάδα δεν διαθέτει ανεπτυγμένη πολιτική κοινωνικής κατοικίας, όπως συμβαίνει σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης, ούτε πλαίσιο ρύθμισης των ενοικίων όπως εφαρμόστηκε πρόσφατα στην Ισπανία ή στη Γερμανία. Το αποτέλεσμα είναι ότι η αγορά κινείται χωρίς πραγματικό έλεγχο, με τις βραχυχρόνιες μισθώσεις να απορροφούν ένα σημαντικό μέρος του αποθέματος κατοικιών και τα ενοίκια να καταγράφουν αύξηση άνω του 40% μέσα σε μια πενταετία.
Η πολιτική βούληση να στηριχθεί η «στέγη των πολλών» δεν έχει ακόμη μετατραπεί σε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο. Οι εξαγγελίες της ΔΕΘ δείχνουν κατεύθυνση, αλλά όχι τη λύση, ενώ το κόστος για στέγαση να συνεχίζει να απορροφά το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματος για εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά..
Πηγή: ot.gr