Σοβαρές διαμάχες έχει προκαλέσει η μεγάλη τουριστική ανάπτυξη γύρω από το Όρος Σινά, στην Αίγυπτο, συμπεριλαμβανομένης της Μονής της Αγίας Αικατερίνης. Παρά τις διαψεύσεις από πλευράς της κυβέρνησης του Καΐρου περί σχεδίων δημιουργίας πολυτελούς θερέτρου στον ιερό τόπο, εξακολουθούν να υπάρχουν έντονες ανησυχίες για ενδεχόμενη καταστροφή του παρθένου βραχώδους τοπίου.
Ο απομονωμένος αυτός τόπος, που αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς συμπεριλαμβανομένου του μοναστηριού, της πόλης και του βουνού, φαίνεται να μεταμορφώνεται δραματικά. Πολυτελή ξενοδοχεία, βίλες και τουριστικά παζάρια απειλούν την πολιτιστική, πνευματική και περιβαλλοντική κληρονομιά της περιοχής, εκτοπίζουν την τοπική κοινότητα των Βεδουίνων και δημιουργούν εντάσεις μεταξύ της Αιγύπτου, της Ελλάδας, της UNESCO και των υποστηρικτών της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Όπως αναφέρει άρθρο του BBC, παρά τις διπλωματικές εντάσεις και τις ανησυχίες της UNESCO, το μεγαπρότζεκτ σε έναν τους πιο ιερούς τόπους της Αιγύπτου – σεβαστό από Εβραίους, Χριστιανούς και Μουσουλμάνους – συνεχίζεται καθώς η χώρα στοχεύει σε 30 εκατομμύρια επισκέπτες μέχρι το 2028.
Γνωστό ως Jabal Musa, το Όρος Σινά θεωρείται το σημείο όπου ο Μωυσής έλαβε τις Δέκα Εντολές. Πολλοί πιστεύουν επίσης ότι είναι το σημείο όπου, σύμφωνα με τη Βίβλο και το Κοράνι, ο Θεός μίλησε στον προφήτη μέσα από τη φλεγόμενη βάτο. Το μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης του 6ου αιώνα, που διοικείται από την Ελληνορθόδοξη Εκκλησία, βρίσκεται επίσης εκεί – και φαίνεται ότι οι μοναχοί του θα παραμείνουν, καθώς οι αιγυπτιακές αρχές, υπό την πίεση της Ελλάδας, αρνήθηκαν ότι σκοπεύουν να το κλείσουν.
Οι Βεδουίνοι έχουν αναγκαστεί να ξεθάψουν νεκρούς από το κοιμητήριο της περιοχής για να δημιουργηθεί χώρος στάθμευσης

Η Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης Όρους Σινά από ψηλά, μέσα στο επιβλητικό βραχώδες τοπίο
Εκτοπίζονται οι Βεδουίνοι
Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν βαθιές ανησυχίες για το πώς ο απομονωμένος αυτός τόπος, πατρίδα της φυλής Τζεμπελέγια, καταστρέφεται σταδιακά. Ήδη οι Βεδουίνοι της περιοχής, γνωστοί ως Φύλακες της Αγίας Αικατερίνης, έχουν δει τα σπίτια και τα οικολογικά τουριστικά καταλύματά τους να κατεδαφίζονται χωρίς αποζημίωση, ενώ έχουν αναγκαστεί ακόμα και να ξεθάψουν νεκρούς από το κοιμητήριο της περιοχής για να δημιουργηθεί νέος χώρος στάθμευσης.
Το πρότζεκτ παρουσιάστηκε ως «απαραίτητη βιώσιμη ανάπτυξη» που θα ενισχύσει τον τουρισμό, όμως έχει επιβληθεί στους Βεδουίνους χωρίς τη συγκατάθεσή τους, λέει ο βρετανός συγγραφέας ταξιδιωτικών οδηγών Μπεν Χόφλερ, ο οποίος έχει συνεργαστεί στενά με τις φυλές του Σινά. «Αυτή δεν είναι ανάπτυξη όπως τη βλέπουν ή τη ζήτησαν οι Τζεμπελέγια, αλλά τους επιβάλλεται για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των ξένων και όχι της τοπικής κοινότητας» πρόσθεσε μιλώντας στο βρετανικό μέσο.
Όπως εξήγησε, «ένας νέος αστικός κόσμος χτίζεται γύρω από μια φυλή νομάδων Βεδουίνων, ένας κόσμος από τον οποίο επέλεξαν να παραμένουν αποκομμένοι, στον οποίο δεν συναίνεσαν και που θα αλλάξει για πάντα τη θέση τους στην πατρίδα τους. Από την πλευρά τους οι περίπου 4.000 κάτοικοι της περιοχής διστάζουν να μιλήσουν ανοιχτά για τις αλλαγές, την ώρα που από τις ξένες κυβερνήσεις, μόνο η Ελλάδα έχει εκφράσει πιο έντονα τη δυσαρέσκειά της για τα αιγυπτιακά σχέδια λόγω της σύνδεσής της με το μοναστήρι.
Οι εντάσεις μεταξύ Αθήνας και Καΐρου κλιμακώθηκαν τον Μάιο έπειτα από απόφαση αιγυπτιακού δικαστηρίου που έκρινε ότι η Αγία Αικατερίνη – το αρχαιότερο σε συνεχή λειτουργία χριστιανικό μοναστήρι του κόσμου – βρίσκεται σε κρατική γη. Μετά από δεκαετίες διαμάχης, οι δικαστές αποφάνθηκαν ότι το μοναστήρι έχει μόνο «δικαίωμα χρήσης» της γης.


Η Μονή Σινά στα αριστερά πριν από τη διαμόρφωση της περιοχής στο πλαίσιο του μεγα-πρότζεκτ στα δεξιά (Πηγή: BBC)
Το άρθρο αναφέρεται μεταξύ άλλων στον προκαθήμενο της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο και στην αντίδρασή του: «Η περιουσία του μοναστηριού κατάσχεται και απαλλοτριώνεται. Αυτός ο πνευματικός φάρος της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού αντιμετωπίζει τώρα υπαρξιακή απειλή». Επίσης, παραθέτει μια δήλωση του Αρχιεπισκόπου Δαμιανού που είχε χαρακτηρίσει την απόφαση «βαρύ πλήγμα για εμάς… και ντροπή».
Στη συνέχεια τονίζεται ο τρόπος διαχείρισης της υπόθεσης από τον ίδιο, που οδήγησε σε πικρές διαιρέσεις μεταξύ των μοναχών και στην πρόσφατη απόφασή του να παραιτηθεί. Το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων υπενθύμισε ότι το ιερό αυτό σημείο – το οποίο τελεί υπό την εκκλησιαστική του δικαιοδοσία – είχε λάβει «εντολή προστασίας» από τον ίδιο τον Προφήτη Μωάμεθ.
Τόνισε ότι το βυζαντινό μοναστήρι – το οποίο περιλαμβάνει και ένα μικρό τζαμί της εποχής των Φατιμιδών – αποτελεί «σύμβολο ειρήνης μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων και καταφύγιο ελπίδας για έναν κόσμο που σπαράσσεται από συγκρούσεις». Παρά τη διατήρηση της αμφιλεγόμενης δικαστικής απόφασης, η έντονη διπλωματική κινητικότητα οδήγησε τελικά σε κοινή διακήρυξη Ελλάδας και Αιγύπτου για τη διασφάλιση της ελληνορθόδοξης ταυτότητας και πολιτιστικής κληρονομιάς της Αγίας Αικατερίνης, αναφέρει το BBC.
«Δώρο» ή προσβολή;
Η Αίγυπτος ξεκίνησε το κρατικό μεγα-πρότζεκτ (Great Transfiguration Project) το 2021. Το σχέδιο περιλαμβάνει την κατασκευή ξενοδοχείων, οικολογικών καταλυμάτων, ενός μεγάλου κέντρου επισκεπτών, καθώς και την επέκταση του μικρού κοντινού αεροδρομίου και την εγκατάσταση τελεφερίκ προς το Όρος Σινά.
Η αιγυπτιακή κυβέρνηση παρουσιάζει την εν λόγω τουριστική ανάπτυξη ως «δώρο της Αιγύπτου προς όλο τον κόσμο και όλες τις θρησκείες». Οι επικριτές του σχεδίου, από την άλλη, αντιτείνουν ότι τα ιδιαίτερα φυσικά χαρακτηριστικά της περιοχής καταστρέφονται.
«Το έργο θα παρέχει όλες τις τουριστικές και ψυχαγωγικές υπηρεσίες για τους επισκέπτες, θα προωθήσει την ανάπτυξη της πόλης και των γύρω περιοχών διατηρώντας τον περιβαλλοντικό και πολιτιστικό χαρακτήρα της παρθένας φύσης» δήλωσε πέρυσι ο υπουργός Στέγασης Σερίφ Ελ-Σεερμπίνι.
Πάντως, η πεδιάδα του Ελ-Ράχα με θέα προς το μοναστήρι έχει ήδη μεταμορφωθεί, παρότι οι εργασίες φαίνεται να έχουν σταματήσει προσωρινά λόγω οικονομικών προβλημάτων.
Το 2023, η Unesco εξέφρασε τις ανησυχίες της και κάλεσε την Αίγυπτο να σταματήσει τις εργασίες, να ελέγξει τον αντίκτυπό τους και να καταρτίσει ένα σχέδιο διατήρησης του τοπίου, όμως αυτό δεν συνέβη.
Σοβαρές ανησυχίες οργανώσεων και ακτιβιστών
Τον Ιούλιο, η οργάνωση World Heritage Watch απέστειλε ανοιχτή επιστολή ζητώντας από την Επιτροπή Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Unesco να εντάξει την περιοχή της Αγίας Αικατερίνης στη Λίστα Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς σε Κίνδυνο.
Ακτιβιστές απευθύνθηκαν επίσης στον Βασιλιά Κάρολο, ως προστάτη του St Catherine Foundation, το οποίο συγκεντρώνει πόρους για τη διατήρηση και μελέτη της πολιτιστικής κληρονομιάς του μοναστηριού, με την πολύτιμη συλλογή αρχαίων χριστιανικών χειρογράφων. Ο Κάρολος έχει χαρακτηρίσει τον τόπο ως «έναν μεγάλο πνευματικό θησαυρό που πρέπει να διατηρηθεί για τις μελλοντικές γενιές»
Το μεγα-πρότζεκτ δεν είναι το πρώτο στην Αίγυπτο που δέχεται επικρίσεις για έλλειψη ευαισθησίας απέναντι στη μοναδική ιστορία της χώρας.
Ωστόσο, η κυβέρνηση βλέπει τη σειρά αυτών των μεγαλεπήβολων σχεδίων ως κλειδί για την αναζωογόνηση της δοκιμαζόμενης οικονομίας.
Ο πάλαι ποτέ ανθηρός τομέας του τουρισμού στην Αίγυπτο είχε αρχίσει να ανακάμπτει από τις επιπτώσεις της πανδημίας Covid-19, όταν επλήγη από τον βάναυσο πόλεμο στη Γάζα και ένα νέο κύμα περιφερειακής αστάθειας. Η κυβέρνηση έχει θέσει ως στόχο την προσέλκυση 30 εκατομμυρίων επισκεπτών μέχρι το 2028.
Υπό διαδοχικές αιγυπτιακές κυβερνήσεις, η εμπορική ανάπτυξη του Σινά προχωρά χωρίς διαβούλευση με τις τοπκές κοινότητες.
Η κατασκευή των τουριστικών θέρετρων της Ερυθράς Θάλασσας, όπως το Σαρμ Ελ Σέιχ, ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980. Πολλοί βλέπουν ομοιότητες με όσα συμβαίνουν τώρα στην Αγία Αικατερίνη.
Ο Αιγύπτιος δημοσιογράφος Μοχάνναντ Σάμπρι (Mohannad Sabry) σημειώνει: «Οι Βεδουίνοι ήταν οι άνθρωποι της περιοχής, ήταν οι οδηγοί, οι εργάτες, αυτοί από τους οποίους νοίκιαζαν οι επισκέπτες. Μετά ήρθε ο μαζικός τουρισμός και εκτοπίστηκαν».
Πηγή: in.gr