Του Τάσου Δασόπουλου
Η πολύ πιθανή πια κατάρρευση της κυβέρνησης Μπαϊρού στη Γαλλία, η οποία αναμένεται στην ψηφοφορία της Δευτέρας για ψήφο εμπιστοσύνης, θα εκκινήσει την 3η πολιτικοοικονομική κρίση στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ, κάνοντας όλους να ανησυχούν για τη συνέχεια.
Εκτός από το μέγεθός της, η Γαλλία, μαζί με τη Γερμανία, αποτελούν ως γνωστό το ηγετικό δίπολο της ΕΕ, το οποίο προώθησε και εφάρμοσε την κοινή προμήθεια των εμβολίων και στη συνέχεια, εμπνεύστηκαν και έδωσαν οντότητα στο Ταμείο Ανάκαμψης.
Η Γαλλία είχε προτείνει πρώτη, στις αρχές του 2023, τη δημιουργία ενός Ταμείου Άμυνας με αρχικό κεφάλαιο 100 εκ. ευρώ. Η ιδέα απορρίφθηκε τότε από τις βόρειες χώρες, οι οποίες δεν ήθελαν να ακούσουν για την έκδοση νέου κοινού χρέους για την άμυνα της ΕΕ.
Δύο χρόνια αργότερα, η Σύνοδος Κορυφής ενέκρινε την αύξηση των αμυντικών δαπανών κατά 800 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 150 δισ. θα είναι τα δάνεια από το πρόγραμμα SAFE για τον επανεξοπλισμό της Ευρώπης.
Η Γαλλία, εκτός από ένα πολιτικό κεφάλαιο για την Ευρώπη, είναι και ένα ευρωπαϊκό κράτος παραδοσιακά πολύ φιλικό προς την Ελλάδα. Αυτό φάνηκε και στα χρόνια της κρίσης, αλλά και πιο πρόσφατα με την αμυντική συμφωνία που έχουν υπογράψει οι δύο χώρες.
Σήμερα, η ΕΕ βρίσκεται “τραυματισμένη” από τη συμφωνία που έγινε με τον Πρόεδρο Τραμπ για τους δασμούς. Η οικονομία της ΕΕ βρίσκεται πρακτικά σε στασιμότητα επί μια τριετία, λόγω της υστέρησης σε ανταγωνιστικότητα και των κυρώσεων που επέβαλε στη Ρωσία.
Η διακοπή της φθηνής ενέργειας που στήριζε επί δεκαετίες τη βιομηχανία της και τις εξαγωγές, οι οποίες αποτελούσαν ανέκαθεν το “ισχυρό χαρτί” της ΕΕ.
Οι οικονομικές συνέπειες
Στη Γαλλία μιλούν από τώρα για την απόπειρα μιας Κυβέρνησης “τεχνοκρατών”, στην οποία θα συμμετέχουν τεχνοκράτες και τραπεζίτες, οι οποίοι ως… μη-πολιτικοί, θα μπορέσουν να επιβάλουν τις περικοπές ύψους 44 δισ. ευρώ, που είναι απαραίτητες για να τιθασευτεί το έλλειμμα που θα ξεπεράσει φέτος το 6% του ΑΕΠ.
Προς το παρόν είναι σαφές ότι η σημερινή Κυβέρνηση δεν μπορεί τόσο σκληρά μέτρα. Αν όμως και αυτή η λύση αποτύχει, μπορεί η Γαλλία του 2025 να προκαλέσει κρίση ανάλογη με αυτή που ξεκίνησε με την Ελλάδα το 2010.
Από τότε βέβαια έχουν συσταθεί μηχανισμοί διάσωσης, οι οποίοι μπορούν να αντιμετωπίσουν δημοσιονομικές κρίσεις. Δεν υπάρχουν όμως τα αποθέματα που θα μπορούν να στηρίξουν ένα μέγεθος ανάλογο της Γαλλίας.
Οι αγορές αντέδρασαν αρνητικά στην είδηση ότι η Κυβέρνηση της Γαλλίας θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης, την οποία είναι πολύ πιθανό να μην εξασφαλίσει.
Έστειλαν τις αποδόσεις των γαλλικών ομολόγων στα επίπεδα των ιταλικών για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια. Τα ελληνικά ομόλογα δεν έμειναν εκτός των πιέσεων που δέχθηκαν οι τίτλοι της Ευρωζώνης, καθώς πληρώνουμε ακόμη το risk premium του υψηλότερου χρέους στην Ευρωζώνη.
Μια παράταση της κρίσης της Γαλλίας θα πιέσει και άλλες χώρες με υψηλό έλλειμμα, αφού θα πρέπει να δανείζονται από τις αγορές με όλο και υψηλότερα επιτόκια.
Τούτο ενώ το χρέος στην ΕΕ βρίσκεται ακόμη στο 82% του συνολικού ΑΕΠ της ΕΕ, έχοντας υποχωρήσει μόνο 8% τα τελευταία πέντε χρόνια από το 90% που είχε φτάσει το 2020, λόγω των επιπλέον δαπανών για την κάλυψη των αναγκών του κορονοϊού.
Η συνθήκη αυτή κάνει ακόμη πιο επικίνδυνο τον δανεισμό κρατών με υψηλό έλλειμμα, αφού θα επιδεινώνει συνεχώς τη θέση τους, απειλώντας στην ουσία μια νέα κρίση χρέους.
Πηγή: capital.gr