Γ. Γεραπετρίτης: Αν εμποδιστούν οι εργασίες για την πόντιση του καλωδίου, θα υπάρξουν συνέπειες

Απεσταλμένος του Αλ Σάρα στην Αθήνα με ανοικτή ατζέντα

Πιθανή θεωρείται η συνάντηση ανάμεσα στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στα τέλη Σεπτεμβρίου, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.

Όπως αποκάλυψε ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, μιλώντας στο Action24, δεν έχει «κλειδώσει» ακόμη ημερομηνία, ωστόσο το ενδεχόμενο εξετάζεται για το διάστημα 22–26 Σεπτεμβρίου στη Νέα Υόρκη. Ο κ. Γεραπετρίτης χαρακτήρισε τη συνάντηση «ουσιαστική», εκφράζοντας την προσδοκία «να αμβλυνθούν οι διαφορές που υπάρχουν».

Σε ερώτηση για την πόντιση του ηλεκτρικού καλωδίου που θα συνδέσει Ελλάδα και Κύπρο, υπογράμμισε ότι η έρευνα «δεν σταμάτησε λόγω της τουρκικής αντίδρασης αλλά επειδή ολοκληρώθηκε σύμφωνα με τον προγραμματισμό». Τόνισε επίσης ότι «η Τουρκία δεν αναχαίτισε την Ελλάδα» και ότι «αν υπάρξει παρεμπόδιση από τρίτη χώρα, θα υπάρξουν συνέπειες».

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_m1’); });

Ολόκληρη η συνέντευξη:

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Υποδεχόμαστε στην πρεμιέρα μας τον Υπουργό Εξωτερικών, τον κύριο Γιώργο Γεραπετρίτη. Καλησπέρα Υπουργέ, ευχαριστούμε πάρα πολύ που είστε μαζί μας στην πρεμιέρα της εκπομπής.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Είναι μεγάλη χαρά και τιμή. Εύχομαι να σας κάνω καλό ποδαρικό και να τα πάμε πρίμα αυτή τη χρονιά.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_m2’); });

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ευχαριστούμε πολύ. Και σε σας, καλή δύναμη σε όλα, γιατί είναι πραγματικά κρίσιμη η θέση σας. Και θα ξεκινήσω από την άμεση επικαιρότητα. Είναι ακόμα νωπές οι δηλώσεις του Τούρκου ομολόγου σας, του κυρίου Fidan. Και με βάση αυτές τις δηλώσεις, θα ήθελα να σας ρωτήσω αν θεωρείτε ότι ανάβει ξανά το φιτίλι της έντασης ή αν διατηρούνται τα ήρεμα νερά στο Αιγαίο και αν υπάρχει και ένα θέμα εμπιστοσύνης, τελικά, μεταξύ των δύο πλευρών.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Δουλέψαμε πολύ, τα τελευταία δύο χρόνια, για να μπορέσουμε να εμπεδώσουμε ένα κλίμα σχέσης, την οποία εγώ χαρακτηρίζω λειτουργική. Είναι μία σχέση, η οποία στηρίζεται σε μία στοιχειώδη εμπιστοσύνη. Από την άλλη πλευρά, αντιλαμβανόμαστε ότι οι υποκείμενες θέσεις των δύο χωρών δεν αλλάζουν και δεν είμαστε τόσο αφελείς να πιστεύουμε ότι θα αλλάξουν. Από την άλλη πλευρά, σήμερα, δύο χρόνια μετά, αφότου ξεκινήσαμε την προσπάθεια αυτή, πλέον ο κόσμος ολόκληρος φαίνεται ότι αλλάζει. Φαίνεται ότι πηγαίνουμε σε μία πολύ πιο ασύμμετρη διπλωματία, σε έναν κόσμο, ο οποίος επηρεάζεται πάρα πολύ από τα πολιτικά φαινόμενα, σε γεωπολιτικές εξελίξεις πολύ δυνατές, σε ένα νέο γεωστρατηγικό σκηνικό, όπου το ο,τιδήποτε μπορεί να συμβεί. Θεωρώ πάρα πολύ σημαντικό να μπορέσουμε να έχουμε κλείσει τα ανοικτά θέματα, τα οποία έχουμε στη γειτονιά μας. Δεν καταφέρνουμε να τα κλείσουμε, αλλά καταφέρνουμε να τα ελέγξουμε. Και νομίζω ότι ο ελληνικός λαός, τον οποίο κοιτώ έντιμα, αναγνωρίζει το γεγονός της προσπάθειας, να μπορούμε σε δύσκολους καιρούς να μην έχουμε μεγάλες αναταράξεις.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_middle_2’); });

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Υπουργέ, ο κύριος Fidan είναι πολιτικός. Έχετε μια θεσμική θέση, είναι η εξωτερική πολιτική σκηνή. Προφανώς, όμως, όλες οι κυβερνήσεις κοιτούν στο εσωτερικό. Μας κατηγόρησε, σας κατηγόρησε ως ελληνική κυβέρνηση, ότι όταν έχετε προβλήματα, αυτά τα προβλήματα τα παίρνετε, τα φέρνετε στο εσωτερικό και βάζετε τον κίνδυνο της Τουρκίας. Δηλαδή, ότι χρησιμοποιείτε μικροπολιτικά τη σχέση μας με τη γείτονα. Και θέλω να σας ρωτήσω: τι του απαντάτε σε αυτό, δηλαδή τι απαντάτε στον Τούρκο ομόλογό σας;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Είναι πάρα πολύ σαφές. Η Ελλάδα δεν πρόκειται να ετεροκαθοριστεί ποτέ. Εκείνο, το οποίο έχουμε καταφέρει, ιδιαίτερα την τελευταία διετία, είναι να μπορούμε να πορευόμαστε με ένα πολύ ισχυρό διπλωματικό αποτύπωμα. Να μην κοιτάμε τη γειτονιά μας για εκείνα, τα οποία πράττουμε. Σας διαβεβαιώ λοιπόν, ότι όταν καθορίζουμε την ελληνική εξωτερική πολιτική, έχουμε πλέον τέτοιου τύπου ισχύ, ώστε να μην προσδιοριζόμαστε από την Τουρκία. Και δεν θα το πράξουμε ποτέ. Και δεν ανεχόμαστε και την οποιαδήποτε συμβουλή.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_middle_3’); });

Εγώ θέλω να είμαι απολύτως ειλικρινής. Προσπάθησα να χτίσω μια ελληνική διπλωματία, η οποία δεν θα προσδιορίζεται από το τι κάνει η Τουρκία. Νομίζω ότι το έχουμε καταφέρει. Έχουμε αναλάβει μια σειρά από πρωτοβουλίες, οι οποίες ακριβώς αναδεικνύουν τη σημασία του να έχεις εσύ τον πρώτο λόγο. Σήμερα η Ελλάδα είναι μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Ολόκληρη η διεθνής αρχιτεκτονική ασφαλείας περνάει μέσα από την Ελλάδα. Έχουμε έναν ισχυρότατο λόγο στη διαμόρφωση των ισορροπιών. Πήραμε εμείς τον πρώτο λόγο στη σκακιέρα της πολιτικής. Έχουμε κάνει στο πεδίο πράγματα στο Αιγαίο, στην Ανατολική Μεσόγειο. Δεν κοιτάμε τη γειτονιά μας, κοιτάμε πρώτα απ’ όλα πώς θα ενισχύσουμε την πατρίδα μας. Άρα, για να συνοψίσω, ενδεχομένως η Τουρκία να θεωρεί ότι είναι τόσο ισχυρή δύναμη, ώστε να καθορίζει τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα. Η πραγματικότητα, όμως, είναι ότι η πρωτοβουλία ανήκει στην πατρίδα μας.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Αυτό, ωστόσο, έρχεται σε αναντιστοιχία με τη στάση που έχουμε κρατήσει μέχρι στιγμής στο θέμα του καλωδίου. Θυμόμαστε όλοι ότι ξεκίνησαν να γίνονται οι εργασίες για το περιβόητο καλώδιο. Αντέδρασε η Τουρκία, υποχώρησαν οι Ιταλοί και τη συγκεκριμένη στιγμή βλέπουμε πως ό,τι και να λένε οι άμεσα ενδιαφερόμενες χώρες – πρώτα απ’ όλα εμείς, δεύτερον οι Ιταλοί ή κάποιοι άλλοι – η Τουρκία συνεχίζει, με το «όχι» που λέει, να καθορίζει τις εξελίξεις. Αυτό δεν δείχνει ότι τελικά η Τουρκία, με τον τρόπο που έχει επιλέξει, καθορίζει τις εξελίξεις στην περιοχή;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Με κάθε σεβασμό, θεωρώ ότι ισχύει το ακριβώς αντίστροφο. Καταρχάς, για να θέσουμε τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση. Το τι συνέβη στην πρώτη φάση της ανάπτυξης της έρευνας για την πόντιση του ηλεκτρικού καλωδίου είναι γνωστό. Δεν σταμάτησε η έρευνα. Η έρευνα ολοκληρώθηκε σύμφωνα με τον προγραμματισμό της. Πράγματι, η Τουρκία επιχείρησε να ασκήσει μία πολιτική παρεμπόδισης του ευρωπαϊκού αυτού έργου. Αυτό δεν αναχαίτισε την ελληνική προσπάθεια. Ολοκληρώθηκαν οι έρευνες. Και οι έρευνες αυτές θα συνεχιστούν. Η πόντιση του ηλεκτρικού καλωδίου Ελλάδος-Κύπρου είναι ένα σημαντικό έργο, το οποίο κυρίως αφορά την Κύπρο, επειδή αίρει την ενεργειακή της απομόνωση. Θα συνεχιστεί και είναι, αν θέλετε, ένα κομμάτι από το γεωστρατηγικό παζλ στην Ανατολική Μεσόγειο.

Θέλω να σας θυμίσω ότι εκτός από αυτό υπάρχει ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός, υπάρχουν τα θαλάσσια πάρκα και, κυρίως και πάνω από όλα, υπάρχει η προκήρυξη των οικοπέδων προς εκμετάλλευση, στα οποία εκτιμούμε ότι θα έχουμε ένα μεγάλο ενδιαφέρον από αμερικανικούς κολοσσούς. Άρα, εάν δούμε συνολικά το τι έχει συμβεί την τελευταία διετία, η αίσθησή μου – και νομίζω ότι αυτό είναι μία δίκαιη αίσθηση – είναι ότι έχουμε αποκτήσει πολύ μεγαλύτερα ερείσματα στο πεδίο. Η έρευνα και πόντιση του ηλεκτρικού καλωδίου θα συνεχισθεί το επόμενο διάστημα. Αντιλαμβάνομαι ότι υπάρχει η πιθανότητα – εμείς πάντοτε είμαστε προετοιμασμένοι για όλα τα δυνατά σενάρια και αυτό κάνουμε ως Υπουργείο Εξωτερικών, είναι υποχρέωσή μας – εάν υπάρξει διάθεση παρεμπόδισης από οποιαδήποτε τρίτη χώρα, είναι προφανές ότι θα υπάρξουν συνέπειες. Η δε Ελλάδα δεν πρόκειται να σταματήσει να υπερασπίζεται τα κυριαρχικά της δικαιώματα στο πεδίο. Έχουμε αποδείξει ότι δεν φοβόμαστε όταν πρόκειται να υποστηρίξουμε την πατρίδα στο πεδίο.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Δεν μπορείτε να μου πείτε συγκεκριμένα πότε θα συνεχιστούν οι εργασίες;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι αυτό θα γίνει στο προσεχές μέλλον. Δεν έχει ακόμη καθοριστεί η ακριβής ημερομηνία. Είναι κάτι, το οποίο θα πρέπει να γίνει σε συνεργασία με την εταιρεία. Ξέρετε, είναι και μία άσκηση, η οποία δεν είναι απλή. Πρόκειται για ένα έργο, του οποίου η έκταση είναι απείρως μεγαλύτερη σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο έργο. Καλύπτει μία πολύ μεγάλη έκταση στον θαλάσσιο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου. Πρέπει να εκδοθούν NAVTEX, οι οποίες να είναι τμηματικές. Έχει λοιπόν μία σειρά από ζητήματα, τα οποία πρέπει να διευθετηθούν. Θα είναι μία επιλογή, η οποία θα υλοποιηθεί το αμέσως επόμενο διάστημα. Και εδώ θα είμαστε για να τα συζητάμε και να αναλύουμε την πρόοδό του.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θέλω να ρωτήσω το εξής. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του δελτίου μας απόψε, είναι στα σκαριά μία συνάντηση του Πρωθυπουργού με τον Τούρκο Πρόεδρο, τον κύριο Erdogan. Θέλω να μου πείτε αν ισχύει αυτό. Και αν ισχύει, σε ποια ατμόσφαιρα θα γίνει αυτή η συνάντηση. Και γιατί το ρωτώ; Διότι η Τουρκία έχει πάνω στο τραπέζι το casus belli, έχει τη «γαλάζια πατρίδα» και σήμερα, μετά από δύο χρόνια, από το 2023, είχαμε για πρώτη φορά παραβίαση του FIR από οπλισμένα τουρκικά F-16. Θα γίνει σε ένα περιβάλλον αλληλοκατανόησης ή σε ένα περιβάλλον συνεχών φορτίσεων και προκλήσεων από την τουρκική πλευρά;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Κατ’ αρχάς να θέσουμε τα δεδομένα όπως είναι στην πραγματικότητα. Το πρώτο είναι ότι την τελευταία διετία έχουμε μία ελαχιστοποίηση έως μηδενισμό των παραβιάσεων. Στο όχι μακρινό παρελθόν είχαμε 7.000 παραβιάσεις ετησίως.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Αλήθεια είναι και γι’ αυτό σας είπα ότι για πρώτη φορά από το 2023 έχουμε οπλισμένα τουρκικά F-16.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Η πραγματικότητα, λοιπόν, είναι ότι υπάρχει μία πολύ μεγάλη ύφεση, όπως μεγάλη ύφεση υπάρχει και σε όλα τα υπόλοιπα μέτωπα του Αιγαίου. Να μην ξεχνάμε ότι μέχρι πριν από 2-3 χρόνια, εκείνο, το οποίο συνέβαινε στο Αιγαίο είναι ότι είχαμε δεκάδες χιλιάδες παράτυπους μετανάστες, οι οποίοι περνούσαν από τις μικρασιατικές ακτές και έφταναν στα νησιά του Αιγαίου. Σήμερα αντ’ αυτού έχουμε, βάσει της πρωτοβουλίας που έχουμε αναλάβει για τη γρήγορη θεώρηση, τουρισμό, ο οποίος έρχεται από την Τουρκία και ενισχύει την τοπική οικονομία πολλών νησιών του Αιγαίου μας. Από την άλλη πλευρά, εκείνο, το οποίο ισχύει είναι ότι πράγματι υπάρχει μια σχετική αναβάθμιση σε επίπεδο ρητορικής. Εμείς εκείνο, στο οποίο προσβλέπουμε, είναι να εξακολουθήσουμε να έχουμε έναν δομημένο διάλογο. Ποια είναι η διαφορά σε σχέση με το παρελθόν; Γιατί όλες οι κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης – όλες, μηδεμίας εξαιρουμένης – επιχείρησαν να κάνουν διάλογο με την Τουρκία. Σήμερα έχουμε μία διαφορετική κατάσταση για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι έχουμε έναν διάλογο, ο οποίος δομείται πάνω σε συγκεκριμένους πυλώνες. Έχουμε διαδικασία, έχουμε ιδιοκτήτες, έχουμε παραδοτέα. Άρα, είναι πολύ πιο δομημένος ο διάλογος. Και το δεύτερο είναι ότι έχουμε αποτελέσματα στο πεδίο. Μπορεί πράγματι να μην προχωρήσαμε στο να συζητήσουμε τη μεγάλη μας διαφορά, που είναι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών. Θα ήταν κάτι που θα το προσδοκούσαμε. Δεν έχει καταστεί ακόμη δυνατό, διότι διαφωνούμε σε ό,τι αφορά το εύρος της συζήτησης. Από την άλλη όμως πλευρά, ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει ότι έχουμε μια κατάσταση σχετικής ηρεμίας. Θα υπάρξει η συζήτηση μεταξύ των δύο ηγετών.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θα γίνει το ραντεβού; Πότε; Το ρεπορτάζ του δελτίου μας λέει τέλη Σεπτεμβρίου – 23, συγκεκριμένα.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Όχι, ημερομηνία, ακόμη δεν έχει καθοριστεί, έχει όμως ήδη συζητηθεί ως βάσιμο ενδεχόμενο το να υπάρξει μια συνάντηση των δύο ηγετών στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, η οποία θα γίνει την εβδομάδα από 22 έως 26 Σεπτεμβρίου. Άρα κινείστε προς τη σωστή κατεύθυνση.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θα είναι συνάντηση ουσιαστική; Όχι «εθιμοτυπική», εντός εισαγωγικών. Θα είναι ουσιαστική συνάντηση;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Δεν υπάρχει – και αυτή είναι η δική μου εμπειρία μετά από τα δύο χρόνια τιμητικής υπηρεσίας στο Υπουργείο Εξωτερικών – καμία συνάντηση μεταξύ του Έλληνα Πρωθυπουργού και του Τούρκου Προέδρου που να είναι μόνο εθιμοτυπική. Μακάρι να μπορούσαμε να φτάσουμε σε ένα επίπεδο – και νομίζω έχουν γίνει βήματα – έτσι ώστε να κανονικοποιηθεί αυτή η σχέση. Να μην αποτελεί είδηση πρώτου μεγέθους ότι δύο ηγέτες γειτονικών χωρών βρίσκονται και συζητούν. Ακόμη όμως είμαστε στη φάση, κατά την οποία αποτελεί πράγματι ένα ζήτημα μείζονος ενδιαφέροντος. Σας λέω λοιπόν ότι πράγματι θα υπάρξει η συνάντηση αυτή, θα είναι ουσιαστική συνάντηση.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Επιβεβαιώνετε το ρεπορτάζ του δελτίου.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Δεν θα μπορούσα να κάνω και διαφορετικά. Αλλά θέλω να πω κάτι, το οποίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Δεν περιμέναμε ότι από τη μία στιγμή στην άλλη, σε έναν πολύ σύντομο πολιτικό χρόνο, θα μπορούσαν να αναιρεθούν οι αξιώσεις της Τουρκίας, οι οποίες έχουν αναπτυχθεί εδώ και 30 με 40 χρόνια. Η θεωρία της «γαλάζιας πατρίδας» ανατρέχει στη δεκαετία του 1990, όπως και οι φερόμενες αποστρατιωτικοποιημένες ζώνες στο Αιγαίο, όπως επίσης και οι «γκρίζες ζώνες». Το τουρκολιβυκό μνημόνιο ανατρέχει στο 2019. Άρα, όλες οι αξιώσεις της Τουρκίας προϋπήρχαν. Δεν θεωρούσαμε ότι θα μπορούσαν να αναιρεθούν. Όπως εξάλλου και η Ελλάδα εμμένει απαρέγκλιτα στις δικές της θέσεις, οι οποίες ερείδονται στο Διεθνές Δίκαιο. Εκείνο το οποίο είπαμε είναι ότι μπορούμε να λειτουργήσουμε έτσι ώστε, αναγνωρίζοντας τις διαφορές μας, να μπορούμε, αν μη τι άλλο, να συζητούμε για να αποσυμπιέζονται εντάσεις και να μην καθίστανται κρίσεις.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, μήπως σε αυτή τη φάση υπάρχει πλέον μία διαφοροποίηση; Δηλαδή, βλέπουμε ότι υπάρχει ένα καινούργιο τρίγωνο Τουρκία-Λιβύη-Αίγυπτος και ίσως θα έπρεπε να μας απασχολήσει, γιατί βλέπουμε ότι σε όλα τα θέματα, τα οποία έχουν να κάνουν με τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, τους βρίσκουμε απέναντι.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Χαίρομαι για την ευκαιρία που μου δίνετε να αναφερθώ στο ζήτημα της Λιβύης και της Αιγύπτου. Καταρχάς, να σας πω για την Αίγυπτο ότι έχουμε μια σχέση όχι απλά γειτονική, αλλά μία σχέση στρατηγική, θα μου επιτρέψετε να πω μία σχέση αδελφική. Τα συμφέροντά μας με την Αίγυπτο είναι απολύτως κοινά. Έχουμε στηρίξει την Αίγυπτο σε όλα τα επίπεδα, και διμερώς και στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο επίπεδο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και θα συνεχίσουμε να το πράττουμε.

Από την άλλη πλευρά, η Λιβύη είναι μία ιδιαίτερη κατάσταση. Γνωρίζετε ότι στη Λιβύη επικρατεί ένας de facto διχασμός, υπάρχει μία διχασμένη εξουσία. Υπάρχει μία πολιτική διαδικασία προς την κατεύθυνση της εύρεσης μιας βιώσιμης λύσης για την Λιβύη. Από την άλλη πλευρά, η πραγματικότητα είναι ότι όταν έχεις δύο κυβερνήσεις σε μία χώρα, είναι πάντοτε δύσκολη η συνεννόηση. Κάναμε μία προσπάθεια ως ελληνική κυβέρνηση, έτσι ώστε να προσεγγίσουμε τουλάχιστον την de facto κυβέρνηση της ανατολικής Λιβύης. Η δυτική Λιβύη ήταν εκείνη που υπέγραψε το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Τι έχουμε καταφέρει σήμερα; Σήμερα έχουμε καταφέρει, πρώτον, να μην έχει κυρωθεί το τουρκολιβυκό μνημόνιο από τη Βουλή της Λιβύης, μολονότι φερόταν ως δεδομένο ότι θα συμβεί αυτό. Δεύτερον, καταφέραμε να ελέγξουμε τις μεταναστευτικές ροές. Δεν είναι μικρό πράγμα, ιδιαιτέρως μετά από την επίσκεψη, την οποία είχα και στην ανατολική και στη δυτική Λιβύη. Τρίτον, έχουμε καταφέρει να είμαστε η μόνη ευρωπαϊκή χώρα, η οποία να συνομιλεί στο ανώτατο επίπεδο και με τις δύο κυβερνήσεις. Να έχει τη δυνατότητα ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών να μπορεί να συνομιλεί, τόσο με την κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό στη δυτική Λιβύη, όσο και με τον στρατάρχη Haftar και τους γιους του, στους οποίους κατανέμεται η εξουσία.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Με τον Haftar, συνομιλούμε μαζί του, αλλά το αποτέλεσμα δεν είναι αυτό που περιμένατε κύριε Υπουργέ.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Θα μου επιτρέψετε να πω ότι το αποτέλεσμα είναι ακριβώς εκείνο, το οποίο περίμενα. Και το αποτέλεσμα αυτό είναι – επαναλαμβάνω: δεν υπήρξε κύρωση του τουρκολιβυκού μνημονίου, έχουν μειωθεί, σχεδόν ελαχιστοποιηθεί, οι μεταναστευτικές ροές, οι οποίες είχαν πράγματι μια μεγάλη πίεση, και το αμέσως επόμενο διάστημα θα ξεκινήσουν οι συζητήσεις των τεχνικών επιτροπών για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών μεταξύ Ελλάδος και Λιβύης, κάτι το οποίο εκκρεμεί από το 2010. Μετά λοιπόν από 15 χρόνια θα επανεκκινήσουν οι συζητήσεις αυτές. Νομίζω ότι είναι μια σημαντική στιγμή για τις σχέσεις μεταξύ Ελλάδος και Λιβύης. Θέλω να σας πω ότι αποδίδουμε πολύ μεγάλη σημασία στις σχέσεις αυτές. Η Ελλάδα με την Λιβύη είναι γνήσια γειτονικά κράτη.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ο Haftar έδωσε την άδεια στην Τουρκία να κάνει έρευνες…

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Να πούμε και δυο κουβέντες για τις έρευνες, χαίρομαι που το αναφέρατε. Γιατί σημασία δεν έχουν μόνο οι αξιώσεις, οι οποίες προβάλλονται, οι οποίες μπορεί να είναι μαξιμαλιστικές, αλλά το τι πράττει στο πεδίο. Η Λιβύη, λοιπόν, σεβάστηκε την ελληνική μέση γραμμή. Όταν, λοιπόν, παραχώρησε οικόπεδα προς εκμετάλλευση, το έκανε νοτίως της γραμμής εκείνης που η ελληνική πλευρά θεωρεί ως μέση γραμμή. Άρα, μολονότι υπάρχει ένα ζήτημα σε σχέση με το ότι η Λιβύη θεωρείται ότι υπερκέρασε τη γραμμή της Αιγύπτου, της Ιταλίας, της Μάλτας, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, τη σεβάστηκε. Και κάτι σημαντικό. Στις 11 Σεπτεμβρίου λήγει η προθεσμία για την εκδήλωση ενδιαφέροντος για τα ελληνικά οικόπεδα που προκηρύχθηκαν νοτίως της Κρήτης. Είναι πολύ σημαντικό. Θεωρώ ότι θα πρόκειται για μια σπουδαία επιτυχία της ελληνικής κυβέρνησης, της ελληνικής διπλωματίας, ένας αμερικανικός κολοσσός, η Chevron, να βρεθεί εδώ. Γιατί, στο τέλος της ημέρας, εκεί που κρινόμαστε όλοι είναι στο πεδίο. Και στο πεδίο, είναι εκεί που τα κυριαρχικά δικαιώματα βρίσκουν την εφαρμογή τους.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, επειδή αναφέρατε και την Αίγυπτο, θέλω να έρθω σε ένα θέμα επίσης της επικαιρότητας, για τη Μονή Σινά. Είχαμε και έκκληση του Αρχιεπισκόπου Κύπρου για ενότητα μεταξύ των μοναχών. Θα θέλαμε να μας πείτε τι εικόνα έχετε, αν θα έχουμε εξομάλυνση και θετικές εξελίξεις συνολικά για την Μονή.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Είναι δύο οι διαστάσεις. Είναι η διάσταση η εκκλησιαστική και είναι και η διάσταση η διμερής, που αφορά την υπόσταση της Μονής. Σε ό,τι αφορά στα εκκλησιαστικά, η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να έχει όσο το δυνατόν μικρότερη συμμετοχή. Πρόκειται για ζητήματα, τα οποία είναι εκκλησιαστικά, κανονικού δικαίου, τα οποία θα πρέπει να τα επιλύει η Εκκλησία, η Μονή από μόνη της. Και εκείνο το οποίο εμείς πράττουμε είναι να δίνουμε τα «όπλα» εκείνα, για να μπορούν να επιλύονται τα ζητήματα.

Η αλήθεια είναι ότι θεωρούμε ότι το αμέσως επόμενο διάστημα η κατάσταση που διαμορφώθηκε, μια κατάσταση, η οποία δεν ήταν μία κανονική κατάσταση, θα εξομαλυνθεί. Θα έχουμε δηλαδή μια ενιαία ηγεσία στη Μονή. Γιατί η πραγματικότητα είναι, για να είμαστε δίκαιοι, ότι η μεγάλη προσπάθεια που γίνεται αυτή τη στιγμή για τη ρύθμιση των θεμάτων της Μονής μπορεί να βρει απέναντί της την πραγματικότητα την εκκλησιαστική. Άρα, προσβλέπουμε και βοηθάμε στο να επιλυθεί αυτή η κατάσταση διχασμού που προέκυψε. Τώρα, σε ό,τι αφορά τη συζήτηση για τα ρυθμιστικά. Είναι μια πολύ δύσκολη συζήτηση. Θέλω να ενημερώσω τους ακροατές σας, είναι πολύ δύσκολα τα θέματα αυτά.

Η Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Όρους Σινά είναι η μακροβιότερη εν λειτουργία Μονή του Ορθόδοξου κόσμου. Είναι εν λειτουργία δεκαπέντε αιώνες. Μολονότι πρόκειται για μία Μονή δεκαπέντε αιώνων, δεν υπήρξε ποτέ μία ρύθμιση, η οποία να προβλέπει το ειδικό νομικό της καθεστώς. Το αποτέλεσμα είναι ότι υπήρχε μία σοβαρότατη αμφιβολία και για την ιδιοκτησία της Μονής, αλλά και για τη νομική της υπόσταση. Εθεωρείτο μία κοινή αρχαιότητα. Επ’ ευκαιρία της έντασης που δημιουργήθηκε με την έκδοση της απόφασης του Εφετείου της Ισμαηλίας στην Αίγυπτο, ξεκίνησε μια συζήτηση μεταξύ των δύο κυβερνήσεων, της Αιγύπτου και της Ελλάδας, για να βρεθεί ένας νέος τρόπος, έτσι ώστε η Μονή να αποκτήσει την οντότητα εκείνη, η οποία είναι αναγκαία για να συνεχίσει τον χαρακτήρα της ως ελληνορθόδοξης Μονής.

Και νομίζω ότι θα υπάρξει μια ευκαιρία, για πρώτη φορά σε δεκαπέντε αιώνες, να έχουμε μια ρύθμιση του αιγυπτιακού δημοσίου, με την οποία, πρώτον, θα αναγνωρίζονται δικαιώματα στη Μονή, που είναι πάρα πολύ σημαντικό, θα διασφαλίζεται εις το διηνεκές ο ελληνορθόδοξος χαρακτήρας της Μονής και, επιπλέον, θα διασφαλίζεται η συνέχεια της Μονής. Διότι ξέρετε, σήμερα που μιλάμε, εκείνοι οι οποίοι βρίσκονται εντός της Μονής, οι μοναχοί, βρίσκονται με άδειες παραμονής μικρής διάρκειας, μηνιαίες και τριμηνιαίες. Εκείνο, το οποίο είναι αναγκαίο, είναι όσοι βρίσκονται εντός της Μονής να βρίσκονται επί μακρόν…

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Υπάρχει χρονοδιάγραμμα για αυτή τη συμφωνία που μας περιγράψατε;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Βρισκόμαστε σε μια διαρκή συνεννόηση με την αιγυπτιακή κυβέρνηση. Υπάρχει μια σχέση αμοιβαίας κατανόησης. Θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό να εξασφαλιστεί εκείνο, το οποίο ανέφερα, δηλαδή ο διαρκής, αέναος ελληνορθόδοξος χαρακτήρας της Μονής και ευελπιστώ ότι στις επόμενες εβδομάδες θα έχουμε νεότερα σε ό,τι αφορά τη ρύθμιση. Θέλω να επισημάνω – γιατί αυτό έχει την αξία του και να το αναδείξουμε – ότι το γεγονός ότι η ελληνική Πολιτεία συμμετέχει στις συζητήσεις για το μέλλον και την υπόσταση της Μονής είναι από μόνο του ένα επίτευγμα. Διότι δεν ήταν καθόλου αυτονόητο ότι η ελληνική κυβέρνηση θα ήταν καίριος παράγοντας στις συζητήσεις, οι οποίες γίνονται. Χάρη στη στρατηγική διμερή σχέση που έχουμε με την Αίγυπτο και χάρη στην ισχυρή θέση που απολαύει η Ελλάδα, αυτή τη στιγμή είμαστε σε θέση να είμαστε κρίσιμοι παράγοντες.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πάμε λίγο στο θέμα το Ουκρανικό, κύριε Υπουργέ. Περνάει σε μία νέα φάση ο πόλεμος και με τα όσα έχουν γίνει το προηγούμενο διάστημα στις Ηνωμένες Πολιτείες, είδαμε σήμερα την κυρία von der Leyen να κατηγορεί τη Ρωσία ότι υπέστη το αεροσκάφος της ηλεκτρονικό πόλεμο. Είδαμε τον θερμό εναγκαλισμό του Erdogan με τον Putin, την ίδια ώρα που η Ουκρανία παίρνει drones από την Τουρκία για να χτυπήσει τη Ρωσία. Θέλω να μου πείτε αν σας ανησυχεί όλο αυτό το νέο περιβάλλον που δημιουργείται. Ποια είναι η θέση της χώρας μας στο Ουκρανικό, στην επόμενη φάση, και αν σας ανησυχεί και αυτός ο θερμός εναγκαλισμός που είδαμε σήμερα μεταξύ Erdogan και Putin.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Με προβληματίζουν όλα. Θα ήμουν πραγματικά αφελής να θεωρώ ότι όλα όσα συμβαίνουν απηχούν μία διπλωματική κανονικότητα. Όχι, δεν είναι κανονικά αυτά, τα οποία συμβαίνουν. Βιώνουμε μία σοβαρότατη μετάλλαξη του γεωστρατηγικού παιχνιδιού. Και σε αυτή τη μετάλλαξη η Ελλάδα οφείλει να έχει μια στιβαρή θέση. Σας λέω λοιπόν ευθέως σε ό,τι αφορά την Ουκρανία, η Ελλάδα από την πρώτη στιγμή τήρησε μια στάση αρχής, υπέρ του αμυνόμενου, υπέρ του Διεθνούς Δικαίου, κατά του αναθεωρητισμού, κατά της αλλαγής των συνόρων. Ακούω με δισταγμό, ο οποίος φθάνει τα όρια του φόβου, εκείνους, οι οποίοι λένε ότι θα πρέπει να έχουμε μια γραμμή, η οποία να είναι αμφίσημη.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σαν της Τουρκίας.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Να είμαστε δηλαδή και υπέρ του Διεθνούς Δικαίου, αλλά και υπέρ του ισχυρού, προσβλέποντας στα οφέλη εκείνου που στο τέλος μπορεί να είναι ο νικητής σε αυτήν τη διπλωματική αντιπαλότητα. Εγώ θέλω να πω το εξής για όσους θεωρούν ότι αυτού του τύπου η συναλλακτική θέση ταιριάζει στην Ελλάδα. Ας σκεφτούμε ότι η Ελλάδα, καλώς ή κακώς, σε βάθος χρόνου θα βρεθεί να συζητά για τα μεγάλα της θέματα, για τα θέματα που αφορούν την Κύπρο, την Ανατολική Μεσόγειο, το Αιγαίο. Γιατί είναι η φορά των πραγμάτων τέτοια. Μπορεί να μην γίνει σε αυτήν την πολιτική γενιά, μπορεί να γίνει στην επόμενη. Το μεγάλο μας όπλο θα παραμείνει ότι εμείς είμαστε πάντοτε, ανεπιφύλακτα, χωρίς αστερίσκους, με το μέρος του Διεθνούς Δικαίου. Αν σήμερα αποστούμε από τη βασική θέση κατά του αναθεωρητισμού και κατά της αλλαγής των συνόρων, δεν θα έχουμε κανένα, ούτε ηθικό, ούτε πολιτικό έννομο συμφέρον να επικαλεστούμε κάποια στιγμή αυτήν τη θέση μας κατά του αναθεωρητισμού. Άρα, η Ελλάδα, είναι συνεπώς υπέρ της Ουκρανίας, κατά της αλλαγής των συνόρων και υπέρ της ακεραιότητας. Βεβαίως, η θέση μας είναι ότι σε αυτή τη φάση δεν θα συμμετέχουμε στρατιωτικά στις εγγυήσεις ασφαλείας υπέρ της Ουκρανίας. Θα συμμετέχουμε στην ανασυγκρότηση, θα συμμετέχουμε στις ανθρωπιστικές εκστρατείες, όχι σε ό,τι αφορά τις εγγυήσεις. Όμως η βασική θέση αρχής για την Ελλάδα παραμένει: Διεθνές Δίκαιο χωρίς αστερίσκους.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πάμε και στο Παλαιστινιακό. Κύριε Υπουργέ, προφανώς παρακολουθείτε από κοντά αυτά που γίνονται στη Γάζα. Εγώ ήθελα να σας ρωτήσω αν για την ελληνική κυβέρνηση αυτό που γίνεται εκεί είναι γενοκτονία. Αντιλαμβάνομαι ότι το Ισραήλ είναι σύμμαχος της Ελλάδας, αλλά πριν από λίγο και εσείς μιλήσατε για το Διεθνές Δίκαιο και για την μη αλλαγή των συνόρων, όταν το Ισραήλ επιχειρεί στην πραγματικότητα να αλλάξει τα σύνορα, τα έχει αλλάξει κατ’ επανάληψη με τους εποίκους. Και γενικότερα, θα ήθελα να μου πείτε πώς αντιμετωπίζετε την κατάσταση, η οποία επικρατεί σε αυτό το μέρος του πλανήτη.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Θα είμαι σαφής και δεν πρόκειται να υπεκφύγω. Αυτή τη στιγμή συντελείται μια ανθρωπιστική καταστροφή στη Γάζα. Και δυστυχώς τα σχέδια, τα οποία υπάρχουν για εποικισμούς στη Δυτική Όχθη, δεν βοηθούν. Και γι’ αυτό το λόγο εμείς, που έχουμε μια εξαιρετική σχέση με το Ισραήλ, είμαστε σε θέση να μπορούμε να μεταφέρουμε ρητά το μήνυμα αυτό. Εμείς θεωρούμε αυτή τη στιγμή ότι θα πρέπει να εξαντληθεί κάθε δυνατότητα, έτσι ώστε να σταματήσουν άμεσα οι εχθροπραξίες, να αποκατασταθεί η ανθρωπιστική ροή βοήθειας, να επιστραφούν χωρίς όρους οι όμηροι και να υπάρξει στο πλαίσιο της πολιτικής λύσης η εγκατάσταση του κράτους της Παλαιστίνης. Είμαστε πάρα πολύ σαφείς. Ήμασταν πρωτοπόροι και είμαστε ακόμη στο κομμάτι της ανθρωπιστικής βοήθειας. Δεν το διαφημίζουμε. Η θέση μας δεν είναι να διαφημίζουμε το τι κάνουμε. Το εντελώς αντίθετο. Εμείς είμαστε εδώ για να είμαστε ωφέλιμοι. Θέλω, όμως, να σας πω ότι με δικές μας πρωτοβουλίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών έχουν υπάρξει βοήθειες, οι οποίες είναι πολύ σημαντικές. Η Ελλάδα πρωτοστάτησε στο να δεχτούμε μικρά παιδιά, ασθενείς του πολέμου, από τη Γάζα και αυτή τη στιγμή φιλοξενούνται σε δομές και σε ιατρικές εγκαταστάσεις στην Ελλάδα.

Στην Ελλάδα έχουμε ήδη δρομολογήσει μακρά ροή ανθρωπιστικής βοήθειας, η οποία γίνεται και με αεροπορικές ρίψεις. Σε πολλές περιπτώσεις έχουμε μεσολαβήσει, έτσι ώστε να υπάρξει συμμετοχή της Παλαιστινιακής Αρχής, να υπάρξει η UNRWA, η οποία είναι η αρχή των Ηνωμένων Εθνών, η οποία βοηθάει στα ανθρωπιστικά στην Παλαιστίνη. Η Ελλάδα είναι πρωτοπόρος στο κεφάλαιο αυτό.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Αν μου επιτρέπετε μια διακοπή. Aφού γίνονται όλα αυτά, πάω στην αξιωματική αντιπολίτευση, θεσμικά στη Βουλή, γιατί το ΠΑΣΟΚ λέει να επαναφέρετε και εσείς τη συζήτηση για αναγνώριση του Παλαιστινιακού κράτους, όπως ο Starmer, όπως ο Macron; Και λέει επίσης ότι η κυβέρνηση κλείνει τα μάτια σε ό,τι συμβαίνει στην Παλαιστίνη. Τι απαντάτε στο ΠΑΣΟΚ; Γιατί από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης το έβαλε και θεσμικά ο κ. Ανδρουλάκης. Ζήτησε να συζητηθεί αυτό το θέμα στη Βουλή.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Να ξεκινήσουμε από τη βασική παραδοχή ότι το ζήτημα της αναγνώρισης του παλαιστινιακού κράτους είναι ένα ζήτημα, το οποίο ανατρέχει δεκαετίες. Καμία κυβέρνηση δεν προχώρησε στην αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους. Για μένα και για την κυβέρνηση είναι σαφές. Η Ελλάδα θα αναγνωρίσει το κράτος της Παλαιστίνης. Το ερώτημα δεν είναι αν θα γίνει αυτό, αλλά το πότε θα γίνει αυτό. Εκείνο, το οποίο εμείς πιστεύουμε, είναι ότι η αναγνώριση του κράτους της Παλαιστίνης θα πρέπει να συνδεθεί με μια διαδικασία, η οποία σήμερα βρίσκεται σε εξέλιξη, για την πολιτική λύση, με τη διακοπή των εχθροπραξιών, η οποία θα οδηγήσει στο κράτος της Παλαιστίνης. Εμείς συμμετέχουμε σε όλες τις διεργασίες για τη λύση των δύο κρατών και θα συνεχίσουμε να το πράττουμε. Θα είμαστε στην πρωτοπορία. Το πότε θα γίνει η αναγνώριση εκ μέρους της ελληνικής πλευράς είναι κάτι, το οποίο θα συζητήσουμε. Από την άλλη πλευρά, θεωρώ ότι εκείνοι, οι οποίοι προτείνουν την αναγνώριση «εδώ και τώρα» θα πρέπει να σκεφθούν τις ευρύτερες γεωπολιτικές συνέπειες και κατά πόσον θα είναι ωφέλιμο. Γιατί, ναι, πράγματι όλοι θεωρούμε ότι αυτή τη στιγμή έχουμε μια ανθρωπιστική καταστροφή στη Γάζα και όλοι νομίζω μπορούμε να συμφωνήσουμε σε αυτό το τραπέζι και στη Βουλή, ότι θα πρέπει να υπάρξει αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους.

Από την άλλη πλευρά, εκείνο, το οποίο σήμερα έχει προτεραιότητα, είναι να σταματήσει η ανθρωπιστική αυτή καταστροφή. Πραγματικά είναι ανείπωτο αυτό, το οποίο συμβαίνει στη Γάζα. Να διασφαλίσουμε τις εγγυήσεις εκείνες, έτσι ώστε να μπορεί να υπάρξει παλαιστινιακό κράτος. Διότι δεν έχει σημασία μόνο η αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους, αλλά και η πραγματική του υπόσταση. Δεν μπορούμε αυτή τη στιγμή να δίνουμε λευκή επιταγή για δράσεις, οι οποίες de facto μπορεί να μηδενίσουν την προοπτική ενός παλαιστινιακού κράτους. Εγώ εκείνο, το οποίο λέω από την πρώτη στιγμή, είναι ότι σε αυτή την συγκυρία εκείνο, το οποίο θα πρέπει να γίνει είναι ότι θα πρέπει να δοθεί όραμα στον παλαιστινιακό λαό.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, έχετε δεχτεί πάρα πολύ σκληρή κριτική κι εσείς και η κυβέρνηση από την αντιπολίτευση για την πολιτική που ακολουθείτε. Πολλές φορές τα κόμματα της αντιπολίτευσης μιλάνε για ήττες, λένε ότι πραγματικά φεύγετε από τις πάγιες ελληνικές θέσεις. Εγώ θα ήθελα να σας ρωτήσω το απλό. Η κυβέρνηση έχει μία πυξίδα; Ποιοι είναι οι σύμμαχοί μας σήμερα; Γιατί με τη Ρωσία τα έχουμε σπάσει. Με τις άλλες χώρες είμαστε μετέωροι. Πώς κινείται η κυβέρνηση στα θέματα εξωτερικής πολιτικής;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Υπάρχει ένας σχεδιασμός, ο οποίος είναι πάρα πολύ ακριβής και είναι στρατηγικός σχεδιασμός. Ο σχεδιασμός αυτός λέει αύξηση και ενίσχυση του διεθνούς αποτυπώματος της Ελλάδας στον κόσμο και παράλληλα διασφάλιση όσο το δυνατόν πιο ισχυρών συμμαχιών για την πατρίδα μας. Στα δύο αυτά επίπεδα, έχω να σας πω το εξής. Πρώτον, η Ελλάδα, έχει αυξήσει σημαντικά τη θέση της στο διεθνές στερέωμα, παμψηφεί σχεδόν εκλεγμένη, αιρετό μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Συγγνώμη που σας διακόπτω. Τα ξέρω αυτά. Σας μιλάω επί της ουσίας. Τι κάνουμε ως χώρα απέναντι στην Τουρκία; Απέναντι στη Ρωσία; Έχουμε χάσει έναν βασικό σύμμαχο, τον οποίο τον είχαμε για πάρα πολλά χρόνια. Οι σχέσεις μας με την Αμερική είναι μετέωρες. Μη μας πείτε τι έχει κάνει η κυβέρνηση. Συγγνώμη. 

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Μου ζητάτε, όμως, να σας πω γιατί δεν έχουμε ήττες. Άρα θα σας πω τις νίκες. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Μου αναφέρετε ένα συγκεκριμένο πράγμα, το οποίο είναι η Ρωσία. Θέλω να σας πω ότι αυτή τη στιγμή ολόκληρη η Δύση έχει απομειώσει τις σχέσεις της με τη Ρωσία. Εγώ θέλω να σας πω ότι σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης και γενικότερα της Δύσης, η Ελλάδα βρίσκεται σε μια σχετικώς πιο ήπια σχέση. Εκείνο, το οποίο εμείς λέμε είναι ότι δεν πρόκειται να κάνουμε ποτέ καμία παρέκκλιση από το Διεθνές Δίκαιο.

Αλλά να σας πω κάτι άλλο, επειδή μου μιλάτε για ήττες και η ευκολία με την οποία η αντιπολίτευση αναφέρεται σε ήττες είναι πράγματι ανησυχητική και αφελής, αν όχι επικίνδυνη. Διότι όταν μιλάμε για ήττες θα πρέπει να μιλούμε για κάτι συγκεκριμένο. Ας τα πάρουμε τα δεδομένα, λοιπόν. Πού είναι η ήττα; Είναι σε σχέση με την Τουρκία; Πού βρισκόταν η Τουρκία το 2023 και πού είναι σήμερα; Η Τουρκία, το 2023 είχε μία θέση την οποία πράγματι δεν έχει απομειώσει σήμερα. Οι αξιώσεις της είναι ίδιες. Η Ελλάδα όμως έχει να παρουσιάσει πολύ περισσότερα πράγματα σε σχέση με εκείνα που είχε το 2023.

Δεύτερον, ποιες είναι οι συμμαχίες, τις οποίες είχαμε το 2023 και ποιες είναι αυτές που έχουμε σήμερα; Να σας πω, λοιπόν, ότι η σχέση μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι άριστη. Εγώ προσωπικά έχω αναπτύξει όλους εκείνους τους διαύλους, έτσι ώστε σήμερα οι Έλληνες, σε ασύμμετρο κόσμο, να αισθάνονται απολύτως ασφαλείς. Έχουμε άριστες σχέσεις με τους ισχυρούς του Κόλπου, έχουμε άριστη σχέση με την Αίγυπτο. Και η Ελλάδα, είναι η μοναδική χώρα της Ευρώπης, η οποία έχει ταυτοχρόνως ισχυρότατες σχέσεις με το Ισραήλ, αλλά και με όλο τον αραβικό κόσμο. Άρα, όταν μιλούμε για συμμαχίες, μιλούμε στην πραγματικότητα για μια πολυμερή ελληνική διπλωματία, η οποία δημιουργεί τις συνθήκες της ισχυρής Ελλάδας.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μια ερώτηση. Είναι εύκολο να απαντήσετε στην αντιπολίτευση και να την επικρίνετε. Όμως πολλές φορές έχετε δεχθεί κριτική και εντός των τειχών, δηλαδή και από βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, ότι είστε ενδεχομένως περισσότερο ευγενής από ό,τι θα έπρεπε. Ως άνθρωπος είστε έτσι και αλλιώς ευγενής. Το ερώτημα είναι αν πρέπει κανείς να είναι ευγενής και ως Υπουργός Εξωτερικών και αν θεωρείτε αυτή την κριτική ότι είναι ένα αρνητικό σας – δηλαδή η ευγένεια στις διεθνείς σχέσεις – και τι απαντάτε σε αυτούς τους συναδέλφους σας εντός της Νέας Δημοκρατίας που σας το επιρρίπτουν αυτό;

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Εγώ δεν πρόκειται να μεταλλαχθώ. Εγώ προσήλθα στην πολιτική με μια ευγενή φιλοδοξία να προσφέρω στην πατρίδα μου. Δεν προέρχομαι από πολιτική οικογένεια, δεν είχα πολιτικές φιλοδοξίες και δεν έχω ακόμα. Μία είναι η θέση μου και είναι η υπηρεσία στην πατρίδα. Δεν πρόκειται να αλλάξω. Αλλά από την άλλη πλευρά, εκείνοι, οι οποίοι θεωρούν ότι η ευγένεια είναι αδυναμία, κάνουν μεγάλο λάθος. Όταν πρόκειται για την υπηρεσία στην πατρίδα, για την εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων, δεν χωρεί ευγένεια, χωρεί μόνο ισχύς. Και θέλω να σας πω ότι έχω τη συνείδησή μου ήσυχη. Μπορεί να δέχομαι κριτική. Εγώ πάντοτε είμαι πολύ ανεκτικός στην κριτική, ήμουν ως ακαδημαϊκός, είμαι και σήμερα ως πολιτικός. Θεωρώ ότι η κριτική είναι αναγκαία στη δημοκρατία. Από την άλλη πλευρά, θέλω να πω ότι η συνείδησή μου είναι ήσυχη. Εγώ φροντίζω έτσι ώστε οι Έλληνες πολίτες να αισθάνονται ασφαλείς σε καιρούς που είναι πάρα πολύ δύσκολοι και να αισθάνονται υπερήφανοι. Θα συνεχίσω να το πράττω. Δεν θα μείνω αιώνια στην πολιτική, αλλά όσο μείνω εγώ, θέλω οι πολίτες να είναι ασφαλείς και υπερήφανοι.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ευχαριστούμε πολύ.

Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Ήταν μεγάλη μου τιμή.

Πηγή: tanea.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ