Το λιγότερο αμηχανία θα μπορούσε να πει κανείς ότι ένιωσε διευθυντικό στέλεχος μιας από τις μεγαλύτερες δεξαμενές σκέψης (think tank) στις ΗΠΑ, το Ατλαντικό Συμβούλιο, όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφο για τα οικονομικά του φορέα που εργάζεται. Ο ίδιος μάλιστα χαρακτήρισε, κατά λάθος, το μη κερδοσκοπικό ίδρυμα «εταιρεία»… γλώσσα λανθάνουσα.
Η άβολη στιγμή για τον Μαρκ Μάσα, αναπληρωτή διευθυντή στο Scowcroft Center for Strategy and Security του Ατλαντικού Συμβουλίου ήρθε όταν η δημοσιογράφος Χιντ Χασάν Al Jazeera, τον ρώτησε για χρηματοδότηση του think tank από εταιρείες κατασκευής όπλων.
«Υπήρξαν κάποιες άλλες δεξαμενές σκέψης και οργανισμοί που ανέλυσαν τις συστάσεις που έχει κάνει το Ατλαντικό Συμβούλιο [προς το κράτος] και διαπίστωσαν ότι τείνουν να ωφελούν τις ίδιες εταιρείες όπλων που ταυτόχρονα δίνουν πολλά χρήματα στο Ατλαντικό Συμβούλιο», είπε η Χασάν, προσθέτοντας: «Πώς απαντάτε σε αυτό;».
«Το μόνο που θα πω είναι ότι το Ατλαντικό Συμβούλιο έχει μια πολύ ισχυρή πολιτική πνευματικής ανεξαρτησίας για τους ερευνητές μας και για τη δουλειά που παράγουμε», απάντησε ο Μάσα, ο οποίος είναι αναπληρωτής διευθυντής στο Scowcroft Center for Strategy and Security του Ατλαντικό Συμβούλιο.
Η Χασάν επανέλαβε την ερώτηση: «Πώς μπορείτε να αποσυνδεθείτε από τα συμφέροντα των εταιρειών όπλων, όταν λαμβάνετε χρήματα από αυτές; Απλώς προσπαθώ να καταλάβω τη λογική πίσω από αυτό».
Τότε, ο Μάσα πάγωσε για 10 δευτερόλεπτα, δίχως να αποκρίνεται.
«Νομίζω ότι έχετε δίκιο, είναι κάτι για το οποίο πολλοί έχουν σχολιάσει, η σχέση… η σχέση ανάμεσα, ξέρετε, στα συμφέροντα, το βλέπουμε, το βλέπουμε, το βλέπουμε συχνά», είπε ο Μάσα, φανερά αμήχανος.
«Αλλά θα έλεγα ότι, αν ενδιαφέρεστε να μάθετε περισσότερα για την πολιτική πνευματικής ανεξαρτησίας του Ατλαντικού Συμβουλίου, μπορώ να σας φέρω σε επαφή με ανθρώπους του οργανισμού μου που μπορούν να σας μιλήσουν γι’ αυτό».
Watch as an Atlantic Council fellow is speechless in response to a simple question about the organization’s funding from weapons manufacturers: pic.twitter.com/obAckpfP4N
— Nick Cleveland-Stout (@nick_clevelands) August 21, 2025
«Κάθε δωρητής ενός think tank έχει πρόθεση»
Όπως εξηγεί στο Responsible Statecraft ο Νικ Κλίβελαντ-Στάουτ ερευνητής στη δεξαμενή σκέψης Κουίνσι Άνταμς, ο Μάσα δυσκολεύτηκε να απαντήσει γιατί υπάρχει μια κατάφωρη εμφάνιση σύγκρουσης συμφερόντων.
Τα 50 κορυφαία think tanks εξωτερικής πολιτικής στις ΗΠΑ έλαβαν τουλάχιστον 35 εκατομμύρια δολάρια από κορυφαίους εργολάβους του Πενταγώνου τα τελευταία πέντε χρόνια. Το Ατλαντικό Συμβούλιο πήρε πάνω από 1,2 εκατ. δολάρια από τη SAAB, 850.000 από τη General Atomics και 750.000 από την RTX (πρώην Raytheon).
«Οι πραγματικοί αριθμοί είναι πιθανότατα πολύ υψηλότεροι, αφού δεν υπάρχει νομική υποχρέωση για τις δεξαμενές σκέψης να αποκαλύπτουν τις πηγές χρηματοδότησής τους. Όσο καλή κι αν είναι μια πολιτική πνευματικής ανεξαρτησίας, οι ειδικοί γνωρίζουν ποιοι είναι οι δωρητές τους. Και συχνά, αυτοί περιλαμβάνουν γνωστά ονόματα όπως η Lockheed Martin και η Northrop Grumman, εταιρείες που ενδιαφέρονται λιγότερο για την ακαδημαϊκή έρευνα και περισσότερο για το να εκμεταλλεύονται τις τιμές στο Πεντάγωνο και, για παράδειγμα, να πουλούν βόμβες που πέφτουν στη Γάζα».
«Όπως μου είπε πρόσφατα ο εκτελεστικός διευθυντής ενός σημαντικού think tank στην Ουάσιγκτον, «κάθε δωρητής έχει πρόθεση»» λέει ο Στάουτ.
Ενώ οι εταιρείες λογοδοτούν σε μετόχους που αναζητούν απόδοση επένδυσης, στις δεξαμενές σκέψης οι επενδυτές, όπως η Lockheed Martin, αποσκοπούν στην παραγωγή ευνοϊκών αναφορών ώστε να τις επικαλούνται ενώπιον του Κογκρέσου για να δικαιολογήσουν τις πωλήσεις των όπλων τους (π.χ ICBMs).
«Αυτή είναι η «απόδοση επένδυσης» που επιδιώκουν» λέει ο αναλυτής, σημειώνοντας ότι τα τελευταία πέντε χρόνια το Ατλαντικό Συμβούλιο έχει εισπράξει 10 εκατ. δολ. από εταιρείες που έχουν δοσοληψίες με το Πεντάγωνο.
Πηγή: in.gr