Όταν η 55χρονη Κέιτ Πράις, ήταν 6 ετών, το καλοκαίρι του 1976, ο πατέρας της, Κένεθ, την κάλεσε κοντά του, κρατώντας έναν σουγιά. Με μια κίνηση, χαράζει ένα «Χ» στο εσωτερικό του αριστερού της χεριού, στο μαλακό δέρμα κάτω από τον πήχη. «Είσαι δική μου. Θα είσαι πάντα δική μου», της είπε. Ήταν η πρώτη πράξη ενός κύκλου φρίκης που θα κρατούσε για έξι ολόκληρα χρόνια.
Η ίδια τότε, σε αυτή την τρυφερή ηλικία δεν καταλάβαινε τι συνέβαινε αλλά ένιωθε ότι κάτι σκοτεινό ερχόταν.
Λίγο καιρό μετά και σύμφωνα με την Πράις, εκείνη και μια φίλη της μπήκαν κρυφά στο φορτηγό του πατέρα της. Κατακλυζόταν από τρομακτικά συναισθήματα και αναζητούσε απαντήσεις. Υποπτευόταν ότι ο πατέρας της έκανε πράγματα. Απλώς δεν μπορούσε να θυμηθεί…
Ήθελε να βρει απαντήσεις. Θυμόταν ότι ο Κένεθ μιλούσε συχνά στον ασύρματο με έναν άνδρα που αποκαλούσε «Chicken Plucker». Πήρε το μικρόφωνο στα χέρια της, μιμήθηκε τον τόνο του πατέρα της και είπε: «Breaker, breaker one-niner… Ψάχνω τον Chicken Plucker».
Η απάντηση ήρθε άμεσα: «Εδώ ο Chicken Plucker». Η φωνή του ακούστηκε μεγαλύτερη και πιο βαριά από του πατέρα της. Εκείνη τη στιγμή, η Κέιτ ένιωσε έναν κόμπο στο στομάχι. Δεν ήταν φαντασία. Υπήρχε κάτι πραγματικό και επικίνδυνο πίσω από τις μνήμες της.
Αναζητώντας απαντήσεις
Η Πράις μεγάλωσε τη δεκαετία του 1970 και του 1980 στην εργατική πόλη Μπλούμσμπουργκ της Πενσιλβάνια.
Η βία στο σπίτι ήταν καθημερινότητα. Στα οκτώ της, είδε τον πατέρα της να ξεριζώνει μια πόρτα και να πιάνει από τον λαιμό την μεγαλύτερη αδελφή της, Κάρι. Πήγε να τρέξει για βοήθεια, αλλά η μητέρα της την τράβηξε πίσω: «Τι θα πουν οι γείτονες;»
Η μητέρα της, Κάρολιν, εργαζόταν στο ίδιο νοσοκομείο με τον Κένεθ. Δεν την υπερασπίστηκε ποτέ, κάτι που η Κέιτ πιστεύει ότι οφειλόταν στον φόβο της να χάσει την επιμέλεια ή να υποστεί την οργή του άντρα της. Ωστόσο, η Κάρολιν πίεζε την κόρη της να σπουδάσει και να αναζητήσει κάτι καλύτερο, σαν να ήξερε ότι έπρεπε να βρει τρόπο να αποδράσει.
Η Κάρολιν πέθανε τον Νοέμβριο του 1993. Μέχρι το 1990, η Πράις σπούδαζε περιβαλλοντική εκπαίδευση στο Κολλέγιο Λέσλι έξω από τη Βοστώνη, ταξίδευε στην Ινδία και εργαζόταν τους καλοκαιρινούς μήνες στο Κολοράντο.

Η Κέιτ Πράις σε μικρή ηλικία
Η πρώτη προσπάθεια να μιλήσει
Στα 17 της, μια σχολική σύμβουλος παρατήρησε ότι ψυχολογικά δεν ήταν καλά και τη συμβούλεψε να ξεκινήσει θεραπεία. Η Κέιτ δεν καταλάβαινε τι ακριβώς της συνέβαινε· μόνο ότι δεν μπορούσε να σταματήσει να κλαίει και κάποιες φορές ένιωθε ότι δεν μπορούσε να αναπνεύσει. Πλήρωνε τις συνεδρίες μόνη της, με χρήματα από εποχικές δουλειές σε πισίνα και σε κατάστημα νυφικών. Παρά τη θεραπεία, οι μνήμες έμεναν θολές. Ήξερε μόνο ότι κάτι πολύ άσχημο είχε συμβεί, χωρίς να μπορεί να το περιγράψει.
«Δεν μισώ τον πατέρα μου», λέει. «Έχει φύγει από τη ζωή μου εδώ και χρόνια. Αλλά η αλήθεια είναι ότι πολλοί γονείς πληγώνουν τα παιδιά τους. Και αυτό πρέπει να αλλάξει».
Σύμφωνα με την Πράις, τα πρώτα της όνειρα άρχισαν όταν ήταν 6 ετών, την ίδια χρονιά που ο πατέρας της έκανε το «Χ» στο χέρι της. Τα περιγράφει ως σκοτεινές, φρικτές λάμψεις που δεν μπορούσε να εξηγήσει, αλλά δεν μπορούσε να τις ξεχάσει.
Η ταινία που εφερε τις αναμνήσεις
Ένα χιονισμένο βράδυ του 1998, στο διαμέρισμά της στο Κέιμπριτζ της Μασαχουσέτης, παρακολουθεί την ταινία «Bastard Out of Carolina», που αφηγείται την ιστορία ενός κοριτσιού που κακοποιείται από τον πατριό του. Οι σκηνές λειτουργούν σαν καταλύτης. Ξαφνικά, επιστρέφουν εικόνες: η καμπίνα του φορτηγού, φανέλες, το άρωμα του ουίσκι, το τρύπημα μιας σύριγγας, τα χέρια του πατέρα της και — το πιο τρομακτικό — δεκάδες ανδρικά πρόσωπα. «Με ανοιχτά μάτια, είδα εκατό οδηγούς φορτηγών που με είχαν βιάσει», θυμάται. «Ο πατέρας μου με πουλούσε για σεξ σε φορτηγατζήδες», αναφέρει στην αφήγησή της.
Σε πανικό, τηλεφώνησε στην ψυχοθεραπεύτριά της, η οποία την έστειλε άμεσα στο ιατρείο. Εκεί γνώρισε τον διακεκριμένο ψυχίατρο Μπέσελ βαν ντερ Κολκ, ειδικό στην τραυματική μνήμη. Μέσα από τις συνεδρίες, άρχισε να ανακτά πιο καθαρές μνήμες: η κακοποίηση ξεκίνησε στα έξι, κράτησε έξι χρόνια, γινόταν σε ένα γκαράζ, με μυρωδιές που ακόμη πυροδοτούν κρίσεις πανικού.
Θυμάται να την παίρνουν από το κρεβάτι μέσα στη νύχτα και να την παραδίδουν σε άνδρες οδηγούς σε σταθμούς φορτηγών.
Για πάνω από δέκα χρόνια, συνεργάστηκε με τη δημοσιογράφο της Boston Globe Τζανέλ Νάνος, που κατέγραψε την ιστορία της και μίλησε με μάρτυρες. Μια οικογενειακή φίλη επιβεβαίωσε ότι η μητέρα της Κέιτ τής είχε μιλήσει για την κακοποίηση στο παρελθόν. Το 1999, η Κέιτ ενημέρωσε το παιδιατρικό νοσοκομείο όπου εργαζόταν ο πατέρας της. Λίγες μέρες μετά, την κάλεσαν και της είπαν ότι είχαν ληφθεί μέτρα για την ασφάλεια των παιδιών.
Λίγο αργότερα, η Κέιτ με δύναμη ψυχής αποφάσισε να του τηλεφωνήσει:
– «Θυμάσαι που μου ζήτησες συγγνώμη που ήσουν κακός πατέρας;»
– «Ναι»
– «Τι θα έλεγες να παραδεχτείς και να ζητήσεις συγγνώμη για το ότι με κακοποίησες σεξουαλικά; Μπαμπά, με βίασες. Πολλές φορές».
Εκείνος άρχισε να ουρλιάζει: «Όχι, όχι, όχι». Της είπε να μην τον ξανακαλέσει. Ήταν η τελευταία φορά που μίλησαν.
Στις 20 Απριλίου, Κυριακή του Πάσχα, ο σύζυγός της, δημοσιογράφος Κρις Πράις, τής έδειξε την ηλεκτρονική αγγελία θανάτου του πατέρα της. Ούτε η ίδια ούτε η αδελφή της αναφέρονταν σε αυτήν. «Δεν αισθάνθηκα τίποτα. Δεν υπήρξε θλίψη, μόνο ανακούφιση. Ήξερα ότι δεν θα με κυνηγήσει ξανά».
Ο πατέρας της Πράις δεν κατηγορήθηκε ποτέ. Ομοσπονδιακοί αξιωματούχοι διερεύνησαν κάποια στιγμή, αλλά αρνήθηκε οποιαδήποτε παράβαση. Τόσο ο ίδιος όσο και η μητέρα της έχουν πεθάνει.
«Κανείς δεν θα με πίστευε. Ήταν γοητευτικός. Αλλά πιστεύω ότι ήταν ένας ψυχοπαθής και ναρκισσιστής», λέει η Πράις. «Οι άνθρωποι πίστευαν ότι ήταν ένας υπέροχος τύπος. … Αν η οικογένειά μου με πίστευε, θα έπρεπε να συμφιλιωθούν με το γεγονός ότι εξαπατήθηκαν για δεκαετίες.»
«Δεν μισώ τον πατέρα μου»
Σήμερα, η 55χρονη Κέιτ Πράις είναι ακαδημαϊκός, ερευνήτρια και ακτιβίστρια για την καταπολέμηση της παιδικής σεξουαλικής εκμετάλλευσης. Το βιβλίο της «This Happened to Me» αποτελεί τη δημόσια, πλήρη καταγραφή της ιστορίας της. Στο βιβλίο της περιγράφει τα χρόνια που πέρασε προσπαθώντας να ανακαλύψει τι έκανε πραγματικά ο πατέρας της σε εκείνη όταν ήταν μικρή και τη ζωή που έχτισε ως ενήλικη.
«Δεν μισώ τον πατέρα μου», λέει. «Έχει φύγει από τη ζωή μου εδώ και χρόνια. Αλλά η αλήθεια είναι ότι πολλοί γονείς πληγώνουν τα παιδιά τους. Και αυτό πρέπει να αλλάξει».
Πηγή: in.gr