«Η Ευρωπαϊκή Ενωση είναι ένας κολοσσός. Γιατί, λοιπόν, δειλιάζει μπροστά στον Τραμπ σαν να ήταν ποντίκι;». Το ερώτημα που έθεσε αυτή την εβδομάδα σε άρθρο του ο συντάκτης της βρετανικής «Guardian» για ευρωπαϊκά θέματα, Αλεξάντερ Χαρστ, αποτυπώνει την απορία που έχουν πολλοί. Ειδικά μετά την πρόσφατη διπλή συνθηκολόγηση της ΕΕ απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες και τους εκβιασμούς του προέδρου τους: Αρχικά, με την αποδοχή της αύξησης στο 5% του ΑΕΠ των στρατιωτικών τους δαπανών (ως μέλη του ΝΑΤΟ) και, στη συνέχεια, με την εμπορική συμφωνία την οποία συνήψε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν με τον Τραμπ, η οποία ισοδυναμεί με συνθηκολόγηση, καθώς προβλέπει οριζόντιους δασμούς της τάξης του 15% για τα προϊόντα της που εξάγονται στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού – κάτι που ο πρωθυπουργός της Γαλλίας δεν δίστασε να χαρακτηρίσει «μαύρη μέρα» και «πλήρη υποταγή». Εύκολες και ανώδυνες απαντήσεις προφανώς και δεν υπάρχουν στο ερώτημα που τέθηκε παραπάνω. Ο προβληματισμός δε μεγαλώνει όταν διαπιστώνεται ότι υπάρχουν ηγέτες που μοιάζουν να απολαμβάνουν το… θέαμα που προσφέρει η Ευρώπη – όπως είναι, για παράδειγμα, ο νυν γ.γ. του ΝΑΤΟ και μέχρι πρόσφατα πρωθυπουργός της Ολλανδίας, Μαρκ Ρούτε, ο οποίος είχε πει το εξής αμίμητο προς τον Τραμπ λίγο πριν από τη σύνοδο κορυφής της Συμμαχίας τον περασμένο Ιούνιο: «Οδεύετε προς μία ακόμη μεγάλη επιτυχία στη Χάγη (…) Η Ευρώπη πρόκειται να πληρώσει αδρά, όπως και θα όφειλε να κάνει και αυτό αποτελεί δική σας επιτυχία»!
Ο,τι και να λέει ο Ρούτε, πάντως, αυτό που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι το γεγονός ότι, όπως εύστοχα το διατυπώνουν οι συντάκτες της ισπανικής «Εl Pais», «ο Τραμπ αποκάλυψε την αδυναμία της Ευρώπης μέσα σε μόλις έξι μήνες (…) εκμεταλλευόμενος ότι η Ευρώπη είναι ευάλωτη σε γεωπολιτικό και οικονομικό επίπεδο». Ανάλογο είναι και το συμπέρασμα στο οποίο κατέληγε το κεντρικό άρθρο της ισπανικής εφημερίδας την προηγούμενη Κυριακή, στο οποίο διαπιστώνουν την «εμπορική και στρατιωτική υποταγή στον Τραμπ», προσθέτοντας παράλληλα ότι η αδυναμία της ΕΕ σε αυτά τα ζητήματα «συμπίπτει με την ντροπή της ανικανότητάς την οποία έχει επιδείξει απέναντι στη σφαγή που διεξάγεται στη Γάζα».
Η δικαίωση της Ακροδεξιάς;
Το δεύτερο ερώτημα που τίθεται ευλόγως είναι το εξής: Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά και πώς έφτασε η Ευρώπη σε αυτό το σημείο; «Ο Τραμπ δεν είναι η αιτία της αδυναμίας της Ευρώπης, απλώς την εκμεταλλεύεται σε βαθμό που δεν το είχαν κάνει οι προηγούμενοι πρόεδροι των ΗΠΑ», εξηγεί στην «Εl Pais» ο πρώην σύμβουλος της Κομισιόν, Χανς Κρίμπε. Και συνεχίζει: «Η εμπορική συμφωνία δεν υπήρξε αποτέλεσμα κάποιας διαπραγμάτευσης, αλλά της ανάγκης για προστασία την οποία πρέπει να πληρώσουν οι Ευρωπαίοι ώστε να είναι ασφαλείς απέναντι στη Ρωσία». Μαζί του συμφωνεί και ο Τσαρλς Κούπτσαν, καθηγητής και μέλος του γνωστού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής (CFR): Η Ευρώπη – εκτιμά – φοβήθηκε πως «θα αναγκαζόταν να διαχειριστεί την Ουκρανία και τη Ρωσία μόνη της. Ετσι, μου φαίνεται πως προτίμησε να μη διακινδυνεύσει την κλιμάκωση» ενός εμπορικού πολέμου με τις ΗΠΑ.
Αξίζει, επίσης, να αναρωτηθούμε κάτι ακόμη. Κι αυτό είναι το εάν υπάρχουν κάποιοι στην Ευρώπη που ωφελούνται από τις εξελίξεις και την κατάσταση που δημιουργείται; Η απάντηση φαντάζει προφανής, τουλάχιστον με βάση τα εκλογικά αποτελέσματα και τους πολιτικούς συσχετισμούς που διαμορφώνουν: Η Ακροδεξιά, η οποία αντλεί ψήφους και επιρροή από δύο δεξαμενές ταυτόχρονα: Αφενός, από το γεγονός ότι δεν έκρυψε ποτέ τον θαυμασμό της για τον Τραμπ και το κίνημα MAGA, κάτι που σημαίνει ότι βρίσκεται στην πλευρά του πιο ισχυρού. Αφετέρου, από το επιχείρημα που προβάλει ότι ο ευρωσκεπτικισμός της δικαιώνεται πανηγυρικά, καθώς η ΕΕ έχει καταντήσει να μοιάζει με ένα «αδειανό πουκάμισο».
Σε αυτό το φόντο, οι εμβληματικοί ηγέτες της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς – από την Τζόρτζια Μελόνι και τον Βίκτορ Ορμπάν μέχρι την Αλις Βάιντελ και τον Σαντιάγο Αμπασκάλ – έχουν κάθε λόγο να πιστεύουν ότι είναι αυτοί που θα γράψουν την επόμενη σελίδα στην ιστορία της Ευρώπης.
Πηγή: tanea.gr