Του Τάσου Δασόπουλου
Εξίσωση με πολλές μεταβλητές θα αποτελέσει η εξέλιξη της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ από τον Σεπτέμβριο, αφού οι διεθνείς συνθήκες είναι συνεχώς μεταβαλλόμενες και επηρεάζουν σημαντικά την πορεία της Ευρωζώνης αλλά και του ευρώ.
Η ηγεσία της ΕΚΤ έχει υιοθετήσει τυπικά την θέση ότι οι αποφάσεις του φθινοπώρου θα εξαρτηθούν από τα στοιχεία για την πορεία και τις προοπτικές του πληθωρισμού που θα έχει στη διάθεσή του το συμβούλιο για να αποφασίσει. Στο μεταξύ, η Eurostat ανακοίνωσε την πρόβλεψή της ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη αυξήθηκε στο 2% τον Ιούλιο, από 1,9% το Μάιο. Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν φαίνεται ανησυχεί την ΕΚΤ, αφού είναι κοινά αποδεκτό ότι ο στόχος για πληθωρισμό στο 2% θα έχει επιτευχθεί μέχρι και το τέλος του χρόνου.
Επίσης, με τις οκτώ μειώσεις επιτοκίων στις οποίες προχώρησε η Κεντρική Τράπεζα του ευρώ έχει φτάσει τα βασικά επιτόκιά της στα “ουδέτερα” επιτόκια, δηλαδή σε κόστος χρήματος που είναι ίδιο με τον πληθωρισμό. Με αυτές τις δύο συνθήκες σε ισχύ, η πλειοψηφία των μελών του νομισματικού συμβουλίου της ΕΚΤ θεωρεί ότι η Τράπεζα έχει το περιθώριο να τηρήσει στάση αναμονής μέχρι να υπάρξουν στοιχεία που να υποδεικνύουν την ανάγκη αλλαγών.
Ωστόσο, στη συνεδρίαση του περασμένου Μαΐου, η πρόεδρος της ΕΚΤ, παρ’ ότι επέμεινε στο ότι η Τράπεζα στοχεύει αποκλειστικά στην σταθερότητα των τιμών, τόνισε ότι και η οικονομική πορεία της Ευρωζώνης είναι υπό παρακολούθηση , με την έννοια ότι μια υπερβολική επιβράδυνση ή μια ύφεση μπορεί να οδηγήσει σε αποπληθωρισμό.
Η πορεία της Ευρωζώνης
Στην παρούσα φάση, η πορεία της οικονομίας της Ευρωζώνης χαρακτηρίζεται ως “ανθεκτική”. Μάλιστα, η στροφή για μεγάλη αύξηση στις αμυντικές δαπάνες θεωρείται ότι μπορεί να δώσει νέα αναπτυξιακή προοπτική από το 2026. Το ίδιο συμπέρασμα προκύπτει και από το γεγονός ότι στο δεύτερο τρίμηνο του χρόνου η ανάπτυξη της Ευρωζώνης ήταν οριακά θετική (0,1%).
Ωστόσο, πίσω από τη βασική συμφωνία για τους δασμούς μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, οι τρείς μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης (Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία) δείχνουν τη διάθεση να έχουν μια πιο εξειδικευμένη συμφωνία με τις ΗΠΑ, επιχειρώντας να μειώσουν και τον δασμό του 25% που έχει επιβληθεί στις εξαγωγές χάλυβα και αλουμινίου. Από την άλλη, οι ΗΠΑ θεωρείται βέβαιο ότι θα απαιτήσουν και την άμεση εφαρμογή του δεύτερου μέρους της συμφωνίας για τους δασμούς, δηλαδή τις δεσμεύσεις για αγορά πολεμικού υλικού, υγροποιημένου φυσικού αερίου και μεγάλων ευρωπαϊκών επενδύσεων στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Κοντολογίς, η βασική συμφωνία θα πλαισιωθεί και από επιμέρους συμφωνίες, οι οποίες είναι δύσκολο κανείς να πεί από τώρα αν θα είναι θετικές για τις μεγάλες οικονομίες και κατά συνέπεια και το σύνολο της Ευρωζώνης.
Οι εξελίξεις στην FED
Η δεύτερη βασική παράμετρος, εκτός από τον πληθωρισμό σε ό,τι αφορά τις αποφάσεις νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, αφορά τις εξελίξεις στην FED.
Είναι δεδομένο ότι ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ δεν συμφωνεί καθόλου με την νομισματική πολιτική που ακολουθεί σήμερα o Τζερόμ Πάουελ, το σημερινό αφεντικό της FED. Η κυβέρνηση Τράμπ ζητά άμεσες, γενναίες μειώσεις επιτοκίων και πιέζει όσο μπορεί, ώστε να πετύχει την παραίτηση του ισχυρού άνδρα της Αμερικανικής ομοσπονδιακής Τράπεζας, πριν από τον Μάιο του 2026, όποτε λήγει κανονικά η θητεία του, πιστεύοντας ότι θα μπορέσει να τον αντικαταστήσει με άτομο της εμπιστοσύνης του. Μπορεί οι εξελίξεις στο μέτωπο των επιτοκίων να ξεκινήσουν από την αλλαγή ηγεσίας στην FED, αλλά η κόντρα μεταξύ των δύο αντρών επηρεάζει από τώρα την ισοτιμία του δολαρίου με το ευρώ σε βαθμό μεγαλύτερο από ότι στο παρελθόν, λόγω και της επιβολής των δασμών των ΗΠΑ στους εμπορικούς της εταίρους. Τούτο, διότι, η ενίσχυση της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου κατά 13,7% από την αρχή του χρόνου, λειτουργεί στην ουσία σαν “πρόσθετός” δασμός στις ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ.
Πηγή: capital.gr