«Στο φορτηγό πλοίο “AYA1“με σημαία Παναμά, πράγματι βρέθηκαν τζιπ μεγάλου κυβισμού και άλλα αντικείμενα που πιθανόν σχετίζονταν με πολεμικές επιχειρήσεις στη Λιβύη. Υπήρξε έλεγχος από ξένα πολεμικά πλοία στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο μόλις βγήκε από τη Διώρυγα του Σουέζ στο πλαίσιο της επιχείρησης “Ειρήνη” της ΕΕ. Από τις ελληνικές Αρχές ζητήθηκε να παραχωρηθεί λιμάνι ώστε να ελεγχθεί πλήρως το πλοίο και οδηγήθηκε στον Αστακό όπου τη συνοδεία καθώς και τον έλεγχο επί τριήμερο ανέλαβε με απόλυτη μυστικότητα πλοίο του ιταλικού Πολεμικού Ναυτικού. Υπήρχαν πληροφορίες ότι ο εξοπλισμός προοριζόταν για τον λίβυο στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ και αυτό ασφαλώς αποτελούσε για τους γνωστούς λόγους ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο θέμα για την ελληνική πλευρά.
Τελικά το πλοίο αναχώρησε την Πέμπτη 31 Ιουλίου για Λιβύη, χωρίς να γίνονται γνωστές περισσότερες λεπτομέρειες για τα ευρήματα και το παρασκήνιο στον Αστακό. Το πλοίο έφτασε τη Δευτέρα 4 Αυγούστου στη Μισράτα της Δυτικής Λιβύης από όπου αναχώρησε το απόγευμα της Τρίτης με προορισμό τη Βεγγάζη, στην οποία έχουν τη βάση τους οι δυνάμεις του στρατάρχη. Χωρίς όμως να υπάρχουν περαιτέρω διευκρινίσεις εάν θα ήταν εκείνοι οι παραλήπτες του φορτίου».
Το θρίλερ των 96 ωρών
Σε αυτή την επισήμανση προχώρησε μιλώντας στα «ΝΕΑ» υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Εθνικής Αμυνας για το «θρίλερ του Αστακού» που κράτησε 96 ώρες και αποκάλυψαν στο χθεσινό πρωτοσέλιδό τους «ΤΑ ΝΕΑ», με πληροφορίες που επιβεβαιώθηκαν και από το υπουργείο Εξωτερικών. Την υπόθεση χειρίστηκαν με απόλυτη μυστικότητα, εν γνώσει του Μαξίμου, τα υπουργεία Εθνικής Αμυνας και Εξωτερικών, με τη συνδρομή του Λιμενικού ενώ υπήρχε και ενημέρωση του ΝΑΤΟ και των μυστικών υπηρεσιών.
Το θρίλερ αφορά την πορεία αλλά και (κυρίως) το φορτίο του πλοίου “ΑΥΑ1” που είχε αναχωρήσει την 1η Ιουλίου από το λιμάνι Μίνα Τζεμπέλ Αλί του Ντουμπάι, όπου είχε ελλιμενισθεί λίγες ώρες νωρίτερα προερχόμενο από την Ινδία. Το παναμέζικο φορτηγό μετέφερε 350 κοντέινερ – που σύμφωνα με τα παραστατικά περιείχαν από ηλεκτρικές συσκευές έως καλλυντικά και τσιγάρα – και ακινητοποιήθηκε στα νότια της Κρήτης αρχικά από ολλανδική φρεγάτα και αργότερα από ιταλικό πολεμικό πλοίο, οπότε διαπιστώθηκε η ύπαρξη του φορτίου με τα θηριώδη τζιπ και σήμανε «συναγερμός» στις ξένες και εν συνεχεία και τις ελληνικές Αρχές που ειδοποιήθηκαν σε δεύτερη φάση.
Το πλοίο – η διαχειρίστρια εταιρεία του οποίου έχει έδρα και στην οδό Φίλωνος του Πειραιά – δεν είχε απασχολήσει ξανά για τη μεταφορά παράνομων φορτίων. Πολλές πλευρές αυτής της υπόθεσης παραμένουν άγνωστες, καθώς δεν δίνεται σαφής απάντηση γιατί το πλοίο «απεγκλωβίστηκε» από τον έλεγχο στον Αστακό και κατευθύνθηκε τελικά στη Μισράτα και ακολούθως στον τελικό προορισμό του, τη Βεγγάζη.
Πηγή: tanea.gr