Του Κώστα Κατίκου
Τέσσερα κριτήρια που θα λειτουργούν ως προαπαιτούμενο πριν την έναρξη των συζητήσεων για την κατάρτιση μια συλλογικής σύμβασης θα προβλέπει το νέο πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων που επεξεργάζεται το υπουργείο Εργασίας.
Τα κριτήρια αυτά περιγράφονται στην ευρωπαϊκή οδηγία που θέτει ως στόχο την αύξηση του ποσοστού κάλυψης των εργαζομένων από συλλογική σύμβαση στο 80%, ενώ στον κοινωνικό διάλογο που βρίσκεται σε εξέλιξη μεταξύ του υπουργείου Εργασίας και των κοινωνικών εταίρων, μπαίνουν και άλλοι παράμετροι από την πλευρά των εργοδοτών.
Τα κριτήρια που τίθενται ως προαπαιτούμενο για την έναρξη των συλλογικών διαπραγματεύσεων είναι τα εξής:
1.Η εξέλιξη του δείκτη μισθών τόσο για το σύνολο της οικονομίας όσο και για το επίπεδο αποδοχών του κλάδου που αφορά η διαπραγμάτευση. Ο κλαδικός δείκτης μισθών θα καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και το ύψος των αυξήσεων που θα μπορούν να συζητηθούν από τους εκπροσώπους των εργοδοτών και των εργαζομένων ενός κλάδου.
2.Το κόστος παραγωγής, και η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Τα δυο μεγέθη θα είναι γνωστά μέσα από μια βάση δεδομένων που θα λειτουργεί ως πυξίδα για το επίπεδο ανθεκτικότητας των επιχειρήσεων και επί της ουσίας θα καθορίζουν και τα περιθώρια για τις αυξήσεις που θα μπορούν να δώσουν οι εργοδότες, χωρίς; να διακινδυνεύεται η ανταγωνιστικότητά τους.
3.Η οικονομική κατάσταση του κλάδου που συμμετέχει στη συζήτηση για την υπογραφή συλλογικής σύμβασης. Η κερδοφορία ή οι ζημιές, θα παίζουν ρόλο για το ύψος των αυξήσεων όπως και για το ενδεχόμενο παγώματος; Των αποδοχών λόγω αρνητικών αποτελεσμάτων. Για παράδειγμα όταν ένας κλάδος έχει υψηλή κερδοφορία δεν θα μπορούν οι επιχειρήσεις να επικαλούνται τα αντίθετα για να αποφύγουν τις αυξήσεις μισθών. Αντίστοιχα όταν υπάρχουν ζημιές οι αυξήσεις μισθών θα είναι περιορισμένες, αν όχι και μηδενικές.
4.Το ποσοστό απασχόλησης στους επιμέρους κλάδους της οικονομίας. Τα χαμηλά ποσοστά απασχόλησης συνήθως συνδυάζονται με χαμηλές αποδοχές και ελλιπή έως μηδενική κάλυψη των εργαζομένων από συλλογική σύμβαση. Σε τέτοιες περιπτώσεις και σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα κριτήρια θα επιδιώκεται η σύναψη συλλογικής σύμβασης, είτε με απευθείας διαπραγματεύσεις εργοδοτών και εργαζομένων, είτε με επέκταση μιας υπογραφείσας σύμβασης με την αντιπροσωπευτικότερη εργοδοτική οργάνωση στο σύνολο των εργαζομένων εντός κλάδου.
Το υπουργείο Εργασίας ενόψει της κατάρτισης του Εθνικού Σχεδίου για το νέο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων περιμένει τις προτάσεις των κοινωνικών εταίρων ως το τέλος Σεπτεμβρίου, προκειμένου να προχωρήσει στην κατάρτιση νομοσχεδίου το οποίο θα θέτει τις βάσεις για την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων.
Η ρήτρα εξαιρέσεων
Πέρα από τα παραπάνω κριτήρια, το ενδιαφέρον ενόψει κατάρτισης του εθνικού σχεδίου για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις επικεντρώνεται σε δυο ζητήματα που θα αποτελέσουν ενδεχομένως και πεδία αντιπαράθεσης, μεταξύ των κοινωνικών εταίρων.
Το ένα είναι η ρήτρα των εξαιρέσεων από την τήρηση κλαδικών συμβάσεων που προβλέπει το άρθρο 53 του νόμου 4635/2019 για τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα, και η οποία δεν έχει ενεργοποιηθεί μέχρι σήμερα.
Η διάταξη αναφέρει ότι “οι εθνικές και τοπικές ομοιοεπαγγελματικές και κλαδικές συλλογικές συμβάσεις είναι δυνατόν να θεσπίζουν ειδικούς όρους ή να εξαιρούν από την εφαρμογή συγκεκριμένων όρων τους εργαζομένους που απασχολούνται σε ειδικής κατηγορίας επιχειρήσεις όπως επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας, νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού σκοπού και επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα, όπως κατ’ εξοχήν επιχειρήσεις σε καθεστώς προπτωχευτικής ή παραπτωχευτικής ή πτωχευτικής διαδικασίας ή εξωδικαστικού συμβιβασμού ή εξυγίανσης”.
Η ρήτρα αυτή προβλέφθηκε μεν στο νόμο αλλά δεν έχει ενεργοποιηθεί καθώς ο νόμος προβλέπει κριτήρια που θα καθοριστούν με απόφαση του υπουργείου Εργασίας. Τέτοια απόφαση δεν έχει εκδοθεί καθώς δεν υπήρχαν και οι λόγοι για να καθοριστούν εξαιρέσεις από τη στιγμή που δεν υπογράφονταν κλαδικές συμβάσεις.
Τώρα όμως που καταρτίζεται το νέο πλαίσιο για την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων είναι πολύ πιθανό να τεθεί θέμα εφαρμογής της ρήτρας εξαίρεσης επιχειρήσεων από την υπογραφή, την επέκταση και την εφαρμογή των όποιων αυξήσεων θα εμπεριέχονται στους όρους των συμβάσεων.
Επέκταση με ποσοστό κάτω του 50%
Το δεύτερο ζήτημα είναι η άρση των εμποδίων για την επέκταση των συμβάσεων που θα κρίνει και το αν θα αυξηθεί το ποσοστό κάλυψης των εργαζομένων στο 80% από 28% που είναι τώρα.
Το βασικό εμπόδιο στην επέκταση των κλαδικών ή άλλων συλλογικών συμβάσεων είναι το ποσοστό 50%+1 των εργαζομένων που θα πρέπει να απασχολούν οι επιχειρήσεις του κλάδου που αφορά η υπογραφείσα σύμβαση.
Μια συλλογική σύμβαση κηρύσσεται υποχρεωτική με απόφαση του Υπουργού Εργασίας αρκεί οι εργοδότες που την υπογράφουν να απασχολούν ποσοστό μεγαλύτερο του 50% των εργαζομένων του κλάδου ή του επαγγέλματος που αφορά η υπογραφείσα συλλογική σύμβαση.
Στο σχέδιο δράσης που ετοιμάζει το υπουργείο το 50%+1 θα επανεξεταστεί με προοπτική να μειωθεί στο 40% ώστε να επεκτείνονται χωρίς δυσκολίες οι κλαδικές συμβάσεις σε όλους τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις ενός κλάδου.
Πηγή: capital.gr