Η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ μπορεί επί του παρόντος να έκλεισε σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, εν μέσω θυελλωδών αντιδράσεων από σύσσωμη την αντιπολίτευση και σοβαρότατες καταγγελίες για ευτελισμό των θεσμών, ωστόσο η έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη σε όλα τα επίπεδα. «Η πρόσφατη διαδικασία, όπως εξελίχθηκε στη Βουλή, προσπέρασε με… τραυματικό τρόπο για το ίδιο το κοινοβούλιο όχι μόνο το αίτημα των κομμάτων της αντιπολίτευσης για σύσταση προανακριτικής επιτροπής, αλλά κυρίως το περιεχόμενο της δικογραφίας που έφερε τη σφραγίδα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας αγνοώντας ότι το ελληνικό κλιμάκιο… σκόνταψε σε τυχόν ποινικές ευθύνες δύο πρώην υπουργών Ανάπτυξης. Ερευνα που τελικά έκλεισε, πριν καν ξεκινήσει ο έλεγχος, παραπέμποντας σε ανάλογη διαδικασία που είχε γίνει πρόσφατα από την κυβερνητική πλειοψηφία και με την υπόθεση για την περίφημη σύμβαση 717 που αφορά την τραγωδία των Τεμπών», όπως έλεγε πηγή από τον χώρο της Δικαιοσύνης στα «ΝΕΑ».
Ωστόσο, στην υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά που ενδεχομένως να κρύβει και… εκπλήξεις σε δικαστικό και πολιτικό επίπεδο, όπως έλεγε η ίδια πηγή λαμβάνοντας υπόψη ότι το κλιμάκιο των ελλήνων εντεταλμένων ευρωπαίων εισαγγελέων συνεχίζει την πολυεπίπεδη έρευνά του προς κάθε κατεύθυνση. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την πορεία της υπόθεσης, όπου μετά βεβαιότητος πολλά και σοβαρά κεφάλαια δεν έχουν ακόμα γραφτεί από τους αρμόδιους εισαγγελείς; Σημαίνει ότι πολύ σύντομα, πιθανότατα προς το τέλος Αυγούστου ή σε κάθε περίπτωση μέσα στον Σεπτέμβριο, αφού αξιολογηθεί το σύνολο των στοιχείων για όλα τα μη πολιτικά πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων και των βουλευτών που βρίσκονται στο «εισαγγελικό μικροσκόπιο», θα δρομολογηθούν εξελίξεις. Ετσι, δεν αποκλείεται, ενόσω θα συνεδριάζει η εξεταστική επιτροπή για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, να φτάνουν αιτήματα – άγνωστο πόσα και για ποια πρόσωπα – για βουλευτές, με βάση τα οποία θα ζητείται η άδεια της Βουλής προκειμένου να κληθούν να εξεταστούν με την ιδιότητα του υπόπτου. Ωστόσο, αν από την αξιολόγηση όλου του υλικού και κυρίως μέσα από την απομαγνητοφώνηση συνομιλιών που δεν είχαν συμπεριληφθεί στο πρώτο μέρος της δικογραφίας προκύψουν νέα στοιχεία για τους δύο πρώην υπουργούς για τους οποίους είχε φτάσει η δικογραφία στη Βουλή, είτε για άλλα πρόσωπα, τότε οι ευρωπαίοι εισαγγελείς θα τα διαβιβάσουν και αυτά με βάση τη συνταγματική τους υποχρέωση, με όλα τα ενδεχόμενα να παραμένουν ανοιχτά. Μένει βέβαια να διαπιστωθεί αφενός αν και ποια θα είναι τα νέα στοιχεία που θα προκύψουν από την εξέλιξη της έρευνας και αφετέρου αν αυτά θεωρηθούν νεότερα στοιχεία ικανά να (επανα)δρομολογήσουν κοινοβουλευτικές διαδικασίες, καθώς σε κάθε περίπτωση μόνο η Βουλή είναι αρμόδια να ελέγξει τυχόν ποινικές ευθύνες υπουργών.
Ο κίνδυνος
Σε όλο αυτό τον αγώνα που δίνει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για την ουσιαστική διερεύνηση κάθε πτυχής αυτής της σοβαρής υπόθεσης, έχει και έναν μεγάλο αντίπαλο, και αυτός δεν είναι άλλος από τον κίνδυνο της παραγραφής, της συμπλήρωσης της αποσβεστικής προθεσμίας, με αποτέλεσμα, αν δεν ακολουθηθούν εγκαίρως οι συνταγματικά προβλεπόμενες κοινοβουλευτικές διαδικασίες, οι όποιες τυχόν ευθύνες να πάνε στις ελληνικές καλένδες. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία όφειλε να συμμορφωθεί και έτσι ακριβώς έπραξε με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία, η οποία απαγορεύει στους εισαγγελικούς λειτουργούς – εθνικούς και ευρωπαίους – να ερευνούν επί της ουσίας και να ασκούν δίωξη κατά εν ενεργεία ή πρώην μελών της ελληνικής κυβέρνησης. Ωστόσο, κατά την άποψη της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, αυτό «περιορίζει την αρμοδιότητα της EPPO, κατά παράβαση του κανονισμού». Και μάλιστα σε επίσημη ανακοίνωσή της σημειώνεται πως έχει ήδη αναφέρει το θέμα αυτό στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή καθώς πρόκειται για ζήτημα συμβατότητας μεταξύ του δικαίου της ΕΕ και του εθνικού δικαίου. Μια αναμενόμενη απάντηση που θα έχει ιδιαίτερο θεσμικό βάρος και ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Πηγή: tanea.gr