«Whatever it takes» (οτιδήποτε απαιτηθεί). Τη συγκεκριμένη δήλωση του Μάριο Ντράγκι, όταν έπρεπε ως πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου να σώσει το ευρώ στην ευρωκρίση χρησιμοποιεί και ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς για την άμυνα της Γερμανίας και τις ανάγκες ασφάλειας στα νέα δεδομένα που δημιούργησε ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας.
Στον εξοπλισμό της Γερμανίας υπάρχει μία κόκκινη γραμμή – Δεν θα αποκτήσει δικά της ατομικά όπλα
«Ενόψει της υφιστάμενης απειλής για την ελευθερία και της ειρήνης στην ήπειρό μας, πρέπει και τώρα να ισχύσει για την άμυνά μας το ‘whatever it takes’», είπε ο Μερτς 10 ημέρες μετά τις εκλογές του περασμένου Φεβρουαρίου ανακοινώνοντας την αναστολή του φρένου χρέους για τον εξοπλισμό των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων.
Μάλιστα, με απόφαση της Μπούντεσταγκ, πριν συγκροτηθεί σε σώμα η νέα Ομοσπονδιακή Βουλή, πέρασε η αναστολή του φρένου χρέους για τις αμυντικές δαπάνες άνω του 1% του ΑΕΠ. Το Ειδικό Ταμείο που συγκροτήθηκε ανέρχεται σε 500 δισεκατομμύρια ευρώ και έχει στόχο τον ταχύρρυθμο εξοπλισμό των ενόπλων δυνάμεων της Γερμανίας. Είχε προηγηθεί ο Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Ολαφ Σολτς, με το πρώτο Ειδικό Ταμείο των 100 δισ. ευρώ για την άμυνα της Γερμανίας αμέσως μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022.
Ο πόλεμος του Πούτιν στην Ουκρανία έφερε, λοιπόν, τον ραγδαίο επανεξοπλισμό της Γερμανίας. Ο προϋπολογισμός του γερμανικού υπουργείου Αμυνας για το 2026, που σχεδιάζεται αυτό το διάστημα, αναμένεται να αυξηθεί σε συνολικά περίπου 82,7 δισεκατομμύρια ευρώ. Μαζί με τις προγραμματισμένες δαπάνες ύψους περίπου 25,5 δισεκατομμυρίων ευρώ από το πρώτο Ειδικό Ταμείο της Μπούντεσβερ, οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις θα έχουν στη διάθεσή τους περισσότερα από 108 δισεκατομμύρια ευρώ το επόμενο έτος. Η Γερμανία καλύπτει έτσι τον νατοϊκό στόχο 2% αμυντικές δαπάνες και με το νέο Ειδικό Ταμείο θα ανταποκριθεί και στον στόχο του 5% του ΑΕΠ από το 2035.
Τα δισεκατομμύρια για την Μπούντεσβερ θα πρέπει να διατεθούν με τέτοιον τρόπο ώστε να ενισχυθεί και η οικονομία της Γερμανίας. Αυτό θέλει ο οικονομολόγος του Ινστιτούτου για την Οικονομία (IfW) Μόριτς Σούλαρικ, ο οποίος ανέλαβε νέος σύμβουλος της υπουργού Οικονομίας Κατερίνα Ράιχε. Ο Σούλαρικ θέλει ριζική αλλαγή του μοντέλου οργάνωσης των παραγγελιών από το υπουργείο Αμυνας, ώστε τα δισεκατομμύρια που θα διατεθούν για όπλα να βοηθήσουν στην ανάπτυξη εταιρειών νέων τεχνολογιών.
Πυρηνική ομπρέλα προστασίας
Στον εξοπλισμό της Γερμανίας υπάρχει, ωστόσο, μία κόκκινη γραμμή: δεν θα αποκτήσει δικά της ατομικά όπλα. Τεχνικά αυτό είναι εφικτό, καθώς η Γερμανία διαθέτει υψηλή τεχνογνωσία στον εμπλουτισμό ουρανίου με αντιδραστήρες για ερευνητικούς σκοπούς. Διαθέτει επίσης μακρόχρονη εμπειρία στα απαιτούμενα συστήματα χρήσης ατομικών όπλων, π.χ. πυραύλους Taurus, αεροσκάφη Eurofighter, υποβρύχια 212Α.
Ωστόσο, η Γερμανία είναι από το 1975 μέρος της Συνθήκης μη διάδοσης πυρηνικών όπλων (NPT), ενώ με τη «Συνθήκη 2+4» για την επανένωση της Γερμανίας το 1990 δεσμεύτηκε ότι δεν αποκτήσει δικό της πυρηνικό οπλοστάσιο.
Κατά συνέπεια, η Γερμανία θα συνεχίσει να είναι εξαρτημένη από την ομπρέλα προστασίας των ΗΠΑ απέναντι στην απειλή της Ρωσίας. Η ασφάλεια της Γερμανίας στηρίζεται στα αμερικανικά ατομικά όπλα που βρίσκονται εγκατεστημένα στο Μπίχελ, του κρατιδίου της Ρηνανίας-Παλατινάτου.
Ανάλυση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Μπούντεσταγκ του 2017 που παραμένει επίκαιρη μέχρι και σήμερα, κατέληξε στο βασικό συμπέρασμα ότι «οι τρέχουσες υποχρεώσεις της Γερμανίας βάσει του διεθνούς δικαίου περιορίζονται στην απαγόρευση απόκτησης δικών της πυρηνικών όπλων».
«Η χρήση πυρηνικών όπλων, όπως ήδη εφαρμόζεται σε σχέση με τα πυρηνικά όπλα των ΗΠΑ που υπάρχουν στη Γερμανία, δεν παραβιάζει τη Συνθήκη Μη Διάδοσης των Πυρηνικών Οπλων. Επίσης δεν παραβιάζεται η Συνθήκη με τη συγχρηματοδότηση μιας ξένης (για παράδειγμα, γαλλικής ή βρετανικής) πυρηνικής ικανότητας», καταλήγει η έκθεση. Αυτό θα καθιστούσε νομικά δυνατή μια ευρωπαϊκή πυρηνική ασπίδα με γερμανική συμμετοχή.
Ευρωπαϊκή πυρηνική αποτροπή
Σε αυτό το φόντο, στους κόλπους της συντηρητικής Χριστιανικής Ενωσης ζυμώνεται ήδη η ιδέα μιας ευρωπαϊκής ομπρέλας πυρηνικής προστασίας με συμμετοχή της Γερμανίας. «Ο πόλεμος στην Ουκρανία δείχνει ότι χρειαζόμαστε μία νέα πολιτική αποτροπής στην Ευρώπη.
Σ’ αυτήν ανήκει μία ευρεία συζήτηση για μία δική της, ευρωπαϊκή ομπρέλα πυρηνικής προστασίας», έλεγε στις αρχές του μήνα ο Χριστιανοδημοκράτης πρωθυπουργός του κρατιδίου της Εσσης Μπόρις Ράιν («Βελτ»). «Ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν απλώνει το χέρι στη Γερμανία στο ζήτημα της ατομικής ομπρέλας και η Γερμανία πρέπει να το πιάσει», σημείωσε ο Ράιν.
Είχε προηγηθεί ο κοινοβουλευτικός ηγέτης του CDU/CSU Γενς Σπαν, δηλώνοντας ότι τα αμερικανικά ατομικά όπλα που είναι σταθμευμένα εν μέρει στη Γερμανία δεν αρκούν για την αποτρεπτική ικανότητα της Ευρώπης.
«Χρειαζόμαστε μία γερμανική είτε μία ευρωπαϊκή συμμετοχή στο πυρηνικό οπλοστάσιο της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας», είπε ο Σπαν («Βελτ αμ Ζόνταγκ»). Αντιδράσεις υπάρχουν και θα υπάρξουν στο μέλλον έντονες από τον κυβερνητικό εταίρο, τους Σοσιαλδημοκράτες και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, Πράσινους και Αριστερά, αλλά και από Χριστιανοδημοκράτες.
«Μια ευρωπαϊκή πυρηνική ασπίδα θα απαιτούσε τεράστια ποσά», εκτιμά Ρόντεριχ Κίζεβέτερ (CDU). «Δεν φτάνει το 3,5% του ΑΕΠ σε πυραύλους, σημεία εκτόξευσης, ασφαλείς δορυφορικές συνδέσεις, δομές διοίκησης κ.λπ., όπως μόλις συμφώνησαν τα κράτη του ΝΑΤΟ, αλλά θα χρειαζόταν μάλλον 6% του ΑΕΠ», λέει ο Χριστιανοδημοκράτης πολιτικός.
Επαναφορά υποχρεωτικής θητείας;
Διακηρυγμένος στόχος του καγκελάριου Μερτς είναι να αποκτήσει η Γερμανία τον μεγαλύτερο συμβατικό στρατό στην Ευρώπη. Αυτό όμως δεν μπορεί να επιτευχθεί με το σημερινό δυναμικό της Μπούντεσβερ, χωρίς την επαναφορά, εν μέρει τουλάχιστον, της υποχρεωτικής θητείας που καταργήθηκε το 2011. Πιέζει γι’ αυτό η Χριστιανική Ενωση, αλλά αντιδρούν οι Σοσιαλδημοκράτες. Σήμερα η Μπούντεσβερ δεν έχει τις υποδομές για την υποχρεωτική στράτευση, πέραν των νομικών προβλημάτων για ισότιμη μεταχείριση των δύο φύλων.
Ενα προσχέδιο νομοσχεδίου θα καταθέσει ο Σοσιαλδημοκράτης υπουργός Αμυνας Μπόρις Πιστόριους στο υπουργικό συμβούλιο στα τέλη Αυγούστου. Ο Πιστόριους είχε περάσει ήδη στην προηγούμενη κυβέρνηση ένα μεικτό μοντέλο στράτευσης που προέβλεπε μεταξύ άλλων ότι θα καλούνται όλοι άνω των 18 ετών προς επιλογή, αλλά ένα μέρος μόνο θα εντάσσεται τελικώς στις τάξεις της Μπούντεσβερ.
Το μοντέλο αυτό επρόκειτο αρχικά να εφαρμοστεί από το 2028. Αλλά κατόπιν πιέσεων από τη Χριστιανική Ενωση, με παρέμβαση και της Καγκελαρίας, οι δύο κυβερνητικοί εταίροι συμφώνησαν να επισπεύσουν την εφαρμογή του από τα μέσα της επόμενης χρονιάς.
Premium έκδοση «Τα ΝΕΑ»
Πηγή: in.gr