Πούτιν – Τραμπ: Το παρόν και το αβέβαιο μέλλον ενός άρρυθμου πολιτικού «τανγκό»

Πούτιν - Τραμπ: Το παρόν και το αβέβαιο μέλλον ενός άρρυθμου πολιτικού «τανγκό»

Με άρρυθμο πολιτικό «τανγκό» μοιάζει η εξέλιξη της διπλωματικής σχέσης που έχει αναπτύξει το Βλαντίμιρ Πούτιν με τον Ντόναλντ Τραμπ – μια σχέση που έχει ήδη περάσει από χίλια κύματα.

Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση παλεύει εδώ και μήνες να πείσει τον Αμερικανό πρόεδρο να σκληρύνει τη στάση του απέναντι στον Ρώσο ομόλογό του, ο ίδιος εξακολουθεί να παραχωρεί χρόνο στη Ρωσία – χρόνο που η Μόσχα εκμεταλλεύεται στο έπακρο.

Διότι κανένα από τα ισχύοντα δυτικά μέτρα κατά της Μόσχας δεν είναι αυτήν τη στιγμή ικανό να τερματίσει τη ρωσική επέλαση στο ουκρανικό μέτωπο. Από την άλλη, το Ατλαντικό Συμβούλιο εκφράζει την άποψη ότι «ο Πούτιν μπορεί να μην υπολογίζει σωστά την αποφασιστικότητα του Τραμπ για την Ουκρανία».

«Σαράντα λεπτά. Τόσο διήρκεσαν οι συνομιλίες μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας στις 23 Ιουλίου στην Κωνσταντινούπολη. Αυτός ήταν αρκετός χρόνος για να ανακοινωθεί ανταλλαγή κρατουμένων, αλλά τίποτα περισσότερο. Δεν υπήρξε πρόοδος στην επίτευξη σταθερής κατάπαυσης του πυρός και οι δύο διαπραγματευτικές ομάδες συνειδητοποίησαν γρήγορα ότι δεν υπήρχε λόγος να παραταθούν οι συνομιλίες», λέει αρχικά ο John Herbst, εξετάζοντας ορισμένα δεδομένα υπό τη σκοπιά των νατοϊκών συμφερόντων.

Σύμφωνα με τον πρώην διπλωμάτη, αυτό το αποτέλεσμα δεν ήταν έκπληξη. Ο Ντμίτρι Πεσκόφ, εκπρόσωπος του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, δήλωσε πριν από τις συνομιλίες ότι οι δύο πλευρές παρέμειναν σε μεγάλη απόσταση η μια από την άλλη.

Ο Πούτιν εξακολουθεί να πιστεύει ότι μπορεί να επιβιώσει έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης, των οποίων η υποστήριξη προς την Ουκρανία παραμένει κρίσιμη, και να κερδίσει τον πόλεμο στο πεδίο της μάχης. Δεν ενδιαφέρεται καθόλου για την κατάπαυση του πυρός που συνεχίζει να επιδιώκει ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ.

Αλλά υπάρχουν αυξανόμενες ενδείξεις ότι το τελευταίο χρονικό διάστημα ο Πούτιν δεν υπολογίζει σωστά την πολιτική του Τραμπ και την αντοχή της Δύσης, υποστηρίζει ο Herbst.

Οικοδόμηση υποστήριξης

Η Μόσχα δεν ήταν ικανοποιημένη με την ανακοίνωση του Λευκού Οίκου στις 14 Ιουλίου: Οι Ηνωμένες Πολιτείες είπαν πως θα πωλούσαν προηγμένα όπλα σε χώρες του ΝΑΤΟ για μεταφορά στην Ουκρανία και θα επέβαλαν δασμολογικές κυρώσεις 100% στη Ρωσία και τους εμπορικούς της εταίρους εάν δεν ξεκινούσε μια σταθερή κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία εντός πενήντα ημερών.

Ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, πρώην πρόεδρος της Ρωσίας και νυν αναπληρωτής πρόεδρος του συμβουλίου ασφαλείας της Ρωσίας, έσπευσε να στηλιτεύει την ανακοίνωση των ΗΠΑ, σημειώνοντας ότι δεν θα άλλαζε τη ρωσική θέση.

Πράγματι, η Μόσχα μοιάζει να κρίνει την ανακοίνωση του Τραμπ ως αλαζονική – ως μπλόφα, σχεδιασμένη να παρασύρει τον Πούτιν σε μια συμφωνία για κατάπαυση του πυρός.

Ωστόσο, αυτό που έχει συμβεί από την ανακοίνωση του Τραμπ (14/7) και μετά, είναι μια σταθερή αύξηση της υποστήριξης των ΗΠΑ και της Δύσης προς την Ουκρανία και μια ταυτόχρονη σκλήρυνση της πολιτικής του ΝΑΤΟ απέναντι στη Ρωσία.

Όσον αφορά στα όπλα, η κύρια εστίαση ήταν στην αεράμυνα και συγκεκριμένα στα αμερικανικής παραγωγής συστήματα Patriot.

Κατά την προ ημερών επίσκεψη του Γερμανού υπουργού Άμυνας Μπόρις Πιστόριους στην Ουάσινγκτον, οι δυο χώρες κατέληξαν σε γενική συμφωνία για την προμήθεια πέντε συστοιχιών Patriot με πυραύλους στην Ουκρανία.

Στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας, η Γερμανία θα αγόραζε δυο συστοιχίες Patriot με πυραύλους και θα έστελνε δυο από τις υπάρχουσες συστοιχίες της στην Ουκρανία.

Αμέσως μετά, ο Τραμπ έκανε άλλα δυο βήματα προς την εφαρμογή της απόφασης που έλαβε στις 14 Ιουλίου για τα όπλα. Πρώτον, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση υπέγραψαν συμφωνία για την πλήρη χρηματοδότηση της αγοράς αμερικανικών όπλων, μερικά από τα οποία θα σταλούν στην Ουκρανία.

Δεύτερον, το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ ανακοίνωσε πώληση συστημάτων αεράμυνας HAWK Phase III και ανταλλακτικών για οχήματα μάχης πεζικού Bradley αξίας 322 εκατομμυρίων δολαρίων στην Ουκρανία.

Στον ορίζοντα υπάρχει μια πιθανή συμφωνία που θα στέλνει ουκρανικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη στις Ηνωμένες Πολιτείες σε αντάλλαγμα για άλλα αμερικανικά όπλα στο Κίεβο.

Εν τω μεταξύ πραγματοποιήθηκε συνάντηση της ομάδας Ramstein (21/7), η οποία έχει συντονίσει την παροχή σημαντικής στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία λίγο μετά την ολοκληρωτική εισβολή της Μόσχας, με το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία να προεδρεύουν (οι Ηνωμένες Πολιτείες ηγήθηκαν της ομάδας μέχρι την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο).

Τα νέα από τη συνάντηση της 21ης Ιουλίου δεν ήταν καλά για τη Μόσχα. Η Νορβηγία, η Ολλανδία και ο Καναδάς ανακοίνωσαν στρατιωτική βοήθεια ύψους 1,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων προς την Ουκρανία.

Περισσότερα από 500 εκατομμύρια δολάρια από αυτήν τη βοήθεια έχουν προγραμματιστεί να διατεθούν για τη συμπαραγωγή μη επανδρωμένων αεροσκαφών και πυραύλων με την Ουκρανία, μια πρωτοβουλία που συμφωνήθηκε σε προηγούμενη σύνοδο της ομάδας Ramstein.

Κυνηγώντας το ρολόι

Τις τελευταίες δυο εβδομάδες, η Μόσχα έγινε επίσης μάρτυρας δυο βημάτων που έγιναν προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης του ΝΑΤΟ.

Πρώτον, ο στρατηγός Chris Donahue, διοικητής των δυνάμεων του αμερικανικού στρατού στην Ευρώπη, δήλωσε δημόσια ότι οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ θα μπορούσαν να καταλάβουν εύκολα το Καλίνινγκραντ, τον ρωσικό θύλακα που βρίσκεται ανάμεσα στην Πολωνία και τις χώρες της Βαλτικής.

Κι ενώ η Μόσχα κατήγγειλε τα λεγόμενά του ως προκλητικά, στην πραγματικότητα, λέει ο Herbst, η δήλωση του Donahue είναι μια πολύ καθυστερημένη και ευπρόσδεκτη απάντηση σε ρωσικές προκλήσεις που προκύπτουν εδώ και χρόνια στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων τακτικών παραβιάσεων του εναέριου χώρου και των χωρικών υδάτων του ΝΑΤΟ, και παρεμβολών σε αεροπλάνα κρατών-μελών του ΝΑΤΟ.

Αποτελεί περαιτέρω επιβεβαίωση ότι το ιουλιανό ανακοινωθέν του ΝΑΤΟ το εννοούσε όταν χαρακτήρισε τη Ρωσία ως απειλή για την ευρωπαϊκή ασφάλεια, προσθέτει ο πρώην διπλωμάτης.

Το δεύτερο βήμα ήταν η ανακοίνωση περί ανάπτυξης αμερικανικών πυρηνικών όπλων στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η επιστροφή τους έρχεται μετά από ένα διάλειμμα σχεδόν δυο δεκαετιών.

Το Κρεμλίνο δεν μπορεί να είναι ευχαριστημένο με την τρέχουσα κατεύθυνση της πολιτικής των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Αλλά η αντίδραση της Μόσχας είναι απίθανο να περιλαμβάνει την επανεξέταση της τρέχουσας επιθετικότητάς της στην Ουκρανία.

Στην πραγματικότητα, η Μόσχα προσπάθησε να εκμεταλλευτεί τις τελευταίες διαδηλώσεις που έγιναν στο Κίεβο και σε άλλες πόλεις ενάντια στη λανθασμένη εντολή του Ζελένσκι να θέσει τις ανεξάρτητες υπηρεσίες κατά της διαφθοράς υπό τον έλεγχο του γενικού εισαγγελέα.

Το Κρεμλίνο τις χαρακτήρισε αδέξια ως διαμαρτυρίες κατά της υπεράσπισης της Ουκρανίας από τον Ζελένσκι έναντι της ρωσικής εισβολής. Από την πλευρά του, ο Ουκρανός πρόεδρος εκτόνωσε επιδέξια την κρίση ανακαλώντας το μέτρο που είχε ανακοινώσει.

Στόχος της Ρωσίας είναι η καθυστέρηση. Η Μόσχα έχει αφήσει να εννοηθεί ότι ο Τραμπ και ο Πούτιν θα μπορούσαν να συναντηθούν στο Πεκίνο τον Σεπτέμβριο, όταν ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ θα διοργανώσει εορτασμό για την ογδοηκοστή επέτειο από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στον Ειρηνικό.

Αυτή είναι μια προφανής προσπάθεια να δελεαστεί ο Τραμπ να παρατείνει την προθεσμία των πενήντα ημερών για την επιβολή δασμολογικών κυρώσεων στη Ρωσία και τους κύριους εμπορικούς της εταίρους, εάν δεν υπάρξει συμφωνημένη κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία.

Το Κρεμλίνο κερδίζει χρόνο. Ο Πούτιν εξακολουθεί να βασίζεται στις υποχωρήσεις του Τραμπ γύρω από τον τερματισμό του πολέμου. Το χρονοδιάγραμμα του Πούτιν έχει βάθος – εκτός αν η ρωσική οικονομία καταρρεύσει.

Ο Τραμπ και οι σύμμαχοι και εταίροι των ΗΠΑ πρέπει να αποδείξουν ότι προτίθενται να πιέσουν το Κρεμλίνο σε βάθος χρόνου. Μόνο αυτό μπορεί να οδηγήσει τον Πούτιν να αποδεχτεί μια διαρκή ειρήνη με μια ανεξάρτητη Ουκρανία, καταλήγει ο Herbst.

Πηγή: in.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ