Για μια ασύμμετρη συμφωνία, με σημαντικές οικονομικές και πολιτικές προεκτάσεις για την Ευρωπαϊκή πλευρά, κάνει λόγο ο πρόεδρος του Lyktos Group και επίτιμος πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς, Μιχάλης Σάλλας, σχολιάζοντας την εμπορική συμφωνία που επετεύχθη μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ.
Ειδικότερα, ο κ. Σάλλας τονίζει ότι “η επιβολή δασμών στις ευρωπαϊκές εξαγωγές πλήττει ως ένα βαθμό τη βιομηχανική παραγωγή, την ανταγωνιστικότητα και τις θέσεις εργασίας σε χώρες με ισχυρό εξαγωγικό προφίλ” ενώ η “ταυτόχρονη κατάργηση δασμών για τα αμερικανικά προϊόντα διαμορφώνει μια μονομερή εμπορική προτίμηση, η οποία ανατρέπει τους όρους ισοτιμίας στις διατλαντικές συναλλαγές”.
Παράλληλα, αναφέρεται και στις ενεργειακές δεσμεύσεις της ΕΕ ύψους 750 δισ. σε αμερικανικά προϊόντα, δημιουργώντας, όπως αναφέρει, “έναν νέο άξονα μακροχρόνιας εξάρτησης, με υψηλό κόστος και μειωμένη ευελιξία για τα κράτη-μέλη της ΕΕ”.
Εξ άλλου, στο πολιτικό σκέλος, ο κ. Σάλλας εκτιμά ότι η συμφωνία έρχεται σε αντίθεση με τους στόχους του μπλοκ για “στρατηγική αυτονομία, ισόρροπες εμπορικές σχέσεις και ενεργειακή διαφοροποίηση.
Αναλυτικά, το σχόλιο του Μ. Σάλλα για τη συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ
“Η πρόσφατη συμφωνία μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένων Πολιτειών, βάσει της οποίας:
– επιβάλλονται δασμοί 15 % στις εξαγωγές ευρωπαϊκών προϊόντων προς τις ΗΠΑ,
– τα αμερικανικά προϊόντα θα εισάγονται χωρίς δασμούς στην ευρωπαϊκή αγορά,
– η ΕΕ δεσμεύεται για εισαγωγή ενεργειακών προϊόντων από τις ΗΠΑ ύψους 750 δισ. δολαρίων, και τέλος
– προβλέπονται ευρωπαϊκές επενδύσεις στις ΗΠΑ ύψους 600 δισ. δολαρίων,
συνιστά μια συμφωνία ασύμμετρη, με σημαντικές οικονομικές και πολιτικές προεκτάσεις για την Ευρωπαϊκή πλευρά.
Από οικονομική σκοπιά, η επιβολή δασμών στις ευρωπαϊκές εξαγωγές πλήττει ως ένα βαθμό τη βιομηχανική παραγωγή, την ανταγωνιστικότητα και τις θέσεις εργασίας σε χώρες με ισχυρό εξαγωγικό προφίλ. Η ταυτόχρονη κατάργηση δασμών για τα αμερικανικά προϊόντα διαμορφώνει μια μονομερή εμπορική προτίμηση, η οποία ανατρέπει τους όρους ισοτιμίας στις διατλαντικές συναλλαγές.
Ωστόσο, εκτιμώ ότι το θέμα των δασμών είναι πολλαπλά διαχειρίσιμο, μέσω αναπροσαρμογών σε επίπεδο εσωτερικής φορολογίας, στοχευμένων ενισχύσεων και διακρατικών εξαιρέσεων, εφόσον υπάρξει η σχετική πολιτική βούληση και τεχνική προετοιμασία.
Η ενεργειακή δέσμευση ύψους 750 δισ. δολαρίων σε προϊόντα ΗΠΑ, δημιουργεί έναν νέο άξονα μακροχρόνιας εξάρτησης, με υψηλό κόστος και μειωμένη ευελιξία για τα κράτη-μέλη της ΕΕ, τη στιγμή που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν εναλλακτικές πηγές ενέργειας, πλησιέστερες και οικονομικότερες.
Η πρόβλεψη για επενδύσεις ευρωπαϊκών εταιρειών και κεφαλαίων στις ΗΠΑ συνολικού ύψους 600 δισ. δολαρίων, αν δεν αφορά ήδη προγραμματισμένες επενδύσεις, σηματοδοτεί τη σταδιακή μετατόπιση επενδυτικής δυναμικής εκτός ΕΕ, σε μια περίοδο όπου η Ένωση έχει ανάγκη ενίσχυσης της παραγωγικής της βάσης και τεχνολογικής αυτονομίας.
Σε πολιτικό επίπεδο, η συμφωνία αυτή έρχεται σε αντίθεση με τις διακηρυγμένες προτεραιότητες της ΕΕ για στρατηγική αυτονομία, ισόρροπες εμπορικές σχέσεις και ενεργειακή διαφοροποίηση.
Η αποδοχή τέτοιων όρων εγκυμονεί κινδύνους για τη συνοχή και την πολιτική αξιοπιστία της ΕΕ, ειδικά σε μια συγκυρία όπου η διεθνής σκηνή απαιτεί από την Ευρώπη να λειτουργεί ως αυτόνομος πόλος σταθερότητας και ανάπτυξης.
Μένει ασφαλώς να δούμε το ολοκληρωμένο κείμενο της συμφωνίας, γιατί τώρα βλέπουμε μόνο τον τίτλο και κάποιους υπότιτλους”.
Πηγή: capital.gr