Ο λιβανέζος μουσικός, συνθέτης και θεατρικός συγγραφέας Ζιάντ Ραχμπάνι, γιος της «Γειτόνισσας του Φεγγαριού» Φαϊρούζ, πέθανε σε ηλικία 69 ετών από καρδιακή προσβολή.
«Το Σάββατο στις 9:00 π.μ., η καρδιά του μεγάλου καλλιτέχνη και δημιουργού Ζιάντ Ραχμπάνι σταμάτησε να χτυπά», αναφέρεται στην ανακοίνωση του νοσοκομείου όπου νοσηλευόταν στην Βηρυτό.
Ποικιλόμορφη κληρονομιά
Ο Ραχμπανί επηρέασε γενιές Λιβανέζων τόσο με τα τραγούδια του, όσο και με τα ρηξικέλευθα θεατρικά του έργα, των οποίων οι ατάκες είναι γνωστές σε όλο το λαό -από τον πιο μικρό έως τον πιο μεγάλο. Ήταν γιος της Φαϊρούζ, του τελευταίου ζωντανού θρύλου του αραβικού τραγουδιού και του συνθέτη Άσι Ραχμπάνι, ο οποίος πάντρεψε τον αραβικό ήχο με εκείνον που έρχονταν από φαινομενικά ξένους, μακρινούς τόπους: τη Ρωσία, τη Λατινική Αμερική και τέλος, τη Δύση.
Τα έργα του Ραχμπάνι αντανακλούσαν την ποικιλόμορφη κληρονομιά του Λιβάνου, το οποίο, μέχρι τον εμφύλιο πόλεμο το 1975, ήταν ένας τόπος που αγκάλιαζε κάθε μορφή πολιτιστικού ερεθίσματος.
«[Το έργο του] αντικατόπτριζε τη θρησκευτική διαμάχη που ακολούθησε, η οποία περιλάμβανε αιματηρές οδομαχίες μεταξύ αντίπαλων πολιτοφυλακών και τρία χρόνια βίαιης ισραηλινής κατοχής μετά την εισβολή του 1982», αναφέρει το Al Jazeera.

Φωτογραφία: Ο λιβανέζος μουσικός και συνθέτης Ζιάντ Ραχμπάνι εμφανίζεται κατά τη διάρκεια συναυλίας στο Διεθνές Φεστιβάλ Ehdeniyat στην πόλη Ehden, στο βόρειο Λίβανο, στις 30 Ιουλίου 2015. REUTERS/Jamal Saidi
Θέατρο, μουσική: Ταξίκή συνείδηση, πάντρεμα πολιτισμών
Ο Ραχμπάνι, πολιτικοποιημένος στην αριστερά και μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος του Λιβάνου, κατήγγειλε ποικιλοτρόπως τις μακροχρόνιες διαιρέσεις του Λιβάνου. Το έργο του Nazl el-Sourour που έκανε πρεμιέρα το 1974, όταν ήταν μόλις 17 ετών, απεικόνιζε μια κοινωνία παραμορφωμένη από την ταξική ανισότητα και την καταπίεση.
Το έργο ακολουθούσε τον Ζακάρια, έναν άνεργο και άφραγκο τζογαδόρο, το οποίον διώχνει από το σπίτι του η γυναίκα του Σουράγια και αναγκάζεται να επιλέξει ένα μοτέλ που ονομάζεται Nazl es-Surur, το οποίο δέχεται επιδρομή από δύο απολυμένους εργάτες. Οι αντάρτες, ο Αμπάς και ο Φαχέντ, οπλισμένοι με πολυβόλα παίρνουν ομήρους τους ενοίκους. Ο Αμπάς και ο Φαχέντ απολύθηκαν από τη δουλειά τους επειδή καλούσαν τους συναδέλφους τους σε απεργία.
Σε ένα άλλο έργο, το Bennesbeh Labokra Chou?, κεντρικός πρωταγωνιστής είναι ένας εξαντλημένος πιανίστας ενός μπαρ στη μετεμφυλιακή Βηρυτό. Το έργο περιλαμβάνει μερικές από τις πιο οδυνηρές μουσικές και καυστικά σχόλια του Ραχμπάνι, συμπεριλαμβανομένου του εβμληματικού ερωτήματος «Λένε ότι το αύριο θα είναι καλύτερο, αλλά τι γίνεται με το σήμερα;».
Πέρα από το θεατρικό σανίδι, ο Ραχμπανί ήταν επίσης ένας συνθέτης με εκπληκτικό εύρος: τα φιλοτεχνήματα του έκαναν τραμπάλα ανάμεσα σε αραδοσιακές αραβικές μελωδίες και τζαζ, φανκ και κλασικές επιρροές, δημιουργώντας έναν ήχο που έγινε άμεσα αναγνωρίσιμος.
Ο πρόεδρος του Λιβάνου Ζοζέφ Αούν ανέφερε σε δήλωσή του ότι ο Ραχμπάνι ήταν «μια φωνή που επαναστάτησε κατά της αδικίας, ένας ειλικρινής καθρέφτης για τους καταπιεσμένους και τους περιθωριοποιημένους».
Ο πρωθυπουργός Ναουάφ Σαλάμ δήλωσε ότι «ο Λίβανος έχασε έναν εξαιρετικό καλλιτέχνη και δημιουργό, μια ελεύθερη φωνή που παρέμεινε πιστή στις αξίες της δικαιοσύνης και της αξιοπρέπειας» και που είπε «αυτό που πολλοί δεν τολμούν να πουν».
*Με πληροφορίες από: Al Jazeera | France 24
Πηγή: in.gr