Καλύτερη είναι η εικόνα της ανεργίας στην Ελλάδα, όπως δείχνει σχετική μελέτη της ICAP CRIF.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την έρευνα, ο αριθμός των ανέργων κατέγραψε μείωση και το 2024, συνεχίζοντας την τάση των προηγουμένων ετών. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ., το Δ’ Τρίμηνο του 2024 ο αριθμός των ανέργων περιορίστηκε σε 449,1 χιλ. άτομα, μειωμένος σημαντικά κατά 8,1% σε ετήσια βάση (ή μείωση κατά 39,6 χιλ. άτομα).
Αντίστοιχα, το ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε σε 9,5% στο Δ’ τρίμηνο του 2024, από 10,5% το 2023, 11,9% το 2022 και 13,2% στα τέλη του 2021 (διάγραμμα 6). Ωστόσο, το ποσοστό ανεργίας των γυναικών είναι διαχρονικά αρκετά υψηλότερο σε σύγκριση με αυτό των ανδρών. Ειδικότερα, το Δ’ τρίμηνο του 2024 η ανεργία στις γυναίκες διαμορφώθηκε σε 12,1%, ενώ στους άνδρες το αντίστοιχο ποσοστό διαμορφώθηκε σε 7,5%. Η απόσταση στα ποσοστά ανεργίας μεταξύ ανδρών και γυναικών βαίνει μειούμενη τα τελευταία χρόνια. Ενδεικτικά το Δ’ τρίμηνο του 2021, η ανεργία στις γυναίκες ήταν υψηλότερη σε σχέση με αυτή των ανδρών κατά 7,7 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ η αντίστοιχη διαφορά το Δ’ τρίμηνο του 2024 διαμορφώθηκε στις 4,6 ποσοστιαίες μονάδες.
Το μέσο ετήσιο ποσοστό ανεργίας μειώθηκε σε 10,1% το 2024 (από 11,1% το 2023 και 12,4% το 2022).
Παντελαίου: Η βελτιωμένη εικόνα
Η Διευθύντρια Οικονομικών Κλαδικών Μελετών της ICAP CRIF, Σταματίνα Παντελαίου, δήλωσε:
«Βελτιωμένη ήταν η εικόνα της αγοράς εργασίας για μία ακόμα χρονιά, καθώς το 2024, για ενδέκατη συνεχόμενη χρονιά, ο ετήσιος δείκτης ανεργίας κατέγραψε μείωση, διαμορφούμενος σε 10,1% το 2024 από 11,1% το 2023. Μάλιστα σύμφωνα με τα ισχύοντα δεδομένα το ποσοστό ανεργίας το 2025 αναμένεται να επιστρέψει σε μονοψήφιο νούμερο για πρώτη φορά μετά το 2009, που ήταν 9,6%.
Το ποσοστό ανεργίας παρουσιάζει συνεχή μείωση την περίοδο 2014-2024. Χαρακτηριστικό είναι ότι η συνεχής καθοδική πορεία διατηρήθηκε και την περίοδο 2021-2022, μολονότι η οικονομική δραστηριότητα της χώρας ήρθε αντιμέτωπη με σημαντικούς κλυδωνισμούς (ενεργειακή κρίση, αύξηση πληθωρισμού). Αξίζει να σημειωθεί, ότι το 2024 παρατηρήθηκαν ήπιες διακυμάνσεις τόσο στο εργατικό δυναμικό (+40,5 χιλ.), όσο και στο μη οικονομικά ενεργό πληθυσμό (-59,6 χιλ.) σε σχέση με το 2023. Επομένως, προκύπτει ότι αξιόλογο μέρος του πληθυσμού που βρισκόταν εκτός της αγοράς εργασίας, εισήλθε σε αυτή το 2024. Συμπερασματικά, η μείωση της ανεργίας προήλθε, σε μεγάλο βαθμό, από την αύξηση της απασχόλησης, δεδομένου ότι ο πληθυσμός εργάσιμης ηλικίας στην Ελληνική Επικράτεια παρέμεινε σχετικά σταθερός.
Αναφορικά με την πορεία της ελληνικής οικονομίας αυτή διατήρησε και το 2024 την αναπτυξιακή της πορεία, με το ΑΕΠ (σε όρους όγκου) να καταγράφει αύξηση 2,3%, ποσοστό αντίστοιχο του 2023. Αξιοσημείωτο είναι πως ο ρυθμός ανάπτυξης του ελληνικού ΑΕΠ τα δύο τελευταία έτη ήταν υψηλότερος από τον αντίστοιχο μέσο όρο αύξησης των χωρών της Ε.Ε. . Επιπροσθέτως, η πρόσφατη αναβάθμιση των προοπτικών της από σταθερές σε θετικές ενισχύει περαιτέρω την εμπιστοσύνη των επενδυτών ως προς τις ελληνικές επιχειρήσεις.
Όσον αφορά την πρόβλεψη για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το 2025, θεσμικοί φορείς εκτιμούν ότι το ΑΕΠ της χώρας θα αναπτυχθεί με παρόμοιο ρυθμό με των δύο τελευταίων ετών, της τάξης του 2,3%. Σαφέστατα η αναβάθμιση του αξιόχρεου των ελληνικών κρατικών ομολόγων επανατοποθετεί τη χώρα ως αξιόλογο επενδυτικό προορισμό κεφαλαίων, προσδίδοντάς της σημαντικές αναπτυξιακές ευκαιρίες. Έτσι, οι ίδιοι φορείς προβλέπουν περαιτέρω μείωση του ποσοστού ανεργίας το οποίο αναμένεται να κυμανθεί στο 9,8%.»
Χαρακτηριστικά της ανεργίας κατά το Δ΄ Τρίμηνο του 2024
Μελετώντας τη σύνθεση των συνολικά καταγεγραμμένων ανέργων με βάση την ηλικιακή κλίμακα προκύπτουν ενδιαφέροντα συμπεράσματα:
-Παρά την αξιόλογη μείωση που έχει σημειώσει το ποσοστό ανεργίας στους νέους (ηλικίες 15-24 ετών), οι συγκεκριμένες ηλιακές ομάδες εξακολουθούν να καταγράφουν τα υψηλότερα επίπεδα ανεργίας. Συγκεκριμένα, το 23,0% των ατόμων αυτής της ομάδας δεν βρίσκουν θέση στην αγορά εργασίας, όπως διαπιστώνεται από τα στοιχεία του Δ’ τριμήνου του 2024, ποσοστό σημαντικά χαμηλότερο από τα τρίμηνα του 2023 και 2022 που υπολογίστηκε σε 28,8% και 29,5%. Επιπλέον, σημειώνεται ότι το αντίστοιχο ποσοστό το Δ΄ τρίμηνο του 2014 ήταν 51,5%.
-Από τους 449,1 χιλ. άνεργους (Δ΄ τρίμηνο του 2024), ποσοστό 34,9% είναι άτομα ηλικίας 30-44 ετών, ενώ το ποσοστό ανέργων ηλικίας 45-64 ετών διαμορφώθηκε σε 32,2%, γεγονός που υποδηλώνει τη δυσκολία απορρόφησής τους από την αγορά εργασίας.
-Με βάση το ποσοστό συμμετοχής των ανέργων κάθε ηλικιακής ομάδας στο σύνολο του εργατικού δυναμικού της συγκεκριμένης ομάδας, είναι ξεκάθαρο ότι οι ομάδες που κατ’ εξοχήν πλήττονται από την ανεργία είναι οι νέοι και ειδικότερα τα άτομα ηλικίας 15-19 και 20-24 ετών, όπου το ποσοστό ανεργίας τους παραμένει το υψηλότερο, καθώς φτάνει το 24,0% και 22,9% αντίστοιχα στο Δ’ τρίμηνο του 2024. Ωστόσο, άξιο αναφοράς είναι το γεγονός πως το ποσοστό ανεργίας των ατόμων ηλικίας 15-19 ετών μειώθηκε εντυπωσιακά, καθώς ανέρχονταν σε 44,2% το Δ’ τρίμηνο του 2023.
-Επισημαίνεται ακόμα, ότι το ποσοστό συμμετοχής των παραπάνω κατηγοριών έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια (2017: 53,1% 15-19 ετών και 42,3% 20-24 ετών).
-Επιπρόσθετα, το ποσοστό ανεργίας στο σύνολο του εργατικού δυναμικού μειώθηκε για όλες τις ηλικιακές ομάδες, ακόμα και για την ηλικιακή ομάδα των άνω των 65.
-Το μερίδιο των μακροχρόνια ανέργων (εκτός εργασίας για περισσότερους από 12 μήνες) αν και παρουσιάζει κάποια μείωση την τελευταία δεκαετία (2014-2024), παραμένει σε υψηλά επίπεδα, αποτελώντας αδιαμφησβήτητα ένα από τα πιο δυσεπίλυτα προβλήματα για την αντιμετώπιση της ανεργίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Δ’ τρίμηνου του 2024, το ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων στο σύνολο των ανέργων αυξήθηκε έναντι του 2023 και διαμορφώθηκε στο 53,5% ή 240,4 χιλ. εργαζόμενοι, έναντι 50,8% την ίδια περίοδο του 2023.
Η παγίωση της μακροχρόνιας ανεργίας στα πολύ υψηλά αυτά επίπεδα αποτελεί σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα, δεδομένου ότι η μερίδα αυτή των ανέργων (240,4 χιλ. άτομα το Δ’ τρίμηνο του 2024) δεν δικαιούται επιδόματος, ενώ όσο επεκτείνεται η περίοδος ανεργίας τους μειώνονται σημαντικά οι πιθανότητες επανένταξής τους στην αγορά εργασίας.
Από την άλλη πλευρά, το 20,2% ήταν νέοι άνεργοι, δηλαδή εισέρχονται για πρώτη φορά στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση. Το ποσοστό κυμαίνεται σε υψηλά επίπεδα τα τελευταία χρόνια, λαμβάνοντας μέγιστη τιμή δεκαετίας το 2022 όταν και διαμορφώθηκε σε 25,3%.
Όσον αφορά τη σύνθεση των ανέργων βάσει μορφωτικού επιπέδου (Δ’ τρίμηνο 2024), η πλειοψηφία των εγγεγραμμένων ανέργων (187,8 χιλ. άτομα ή το 41,8%) έχουν απολυτήριο Μέσης Εκπαίδευσης και έπονται οι πτυχιούχοι Α.Τ.Ε.Ι. (Ανώτερη Τεχνική – Επαγγελματική Εκπαίδευση – 100,9 χιλ. άτομα ή το 22,5%).
Επιπρόσθετα, μελετώντας την κατανομή της ανεργίας με βάση το επίπεδο εκπαίδευσης το Δ’ τρίμηνο του 2024 παρατηρείται ότι, τα χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας (επί του εργατικού δυναμικού της ομάδας) καταγράφονται στην κατηγορία κατόχων διδακτορικού ή μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών (5,0%) και στους πτυχιούχους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (6,4%). Αντίθετα, τα υψηλότερα (συγκριτικά) ποσοστά αντιστοιχούν στα άτομα χαμηλού μορφωτικού επιπέδου (π.χ. μερικές τάξεις δημοτικού, ή χωρίς να πήγαν καθόλου σχολείο).
Αναφορικά με την κατανομή της ανεργίας σε επίπεδο περιφέρειας κατά το Δ’ τρίμηνο του 2024, το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας (15,5%) παρατηρείται στην περιφέρεια του Νοτίου Αιγαίου, ενώ ακολουθούν τα Ιόνια Νησιά (14,8%) και η Κεντρική Μακεδονία (12,4%). Αντεστραμμένη ήταν η εικόνα το Δ’ τρίμηνο του 2023, όταν η περιφέρεια του Νοτίου Αιγαίου κατέγραψε τη χαμηλότερη ποσοστιαία ανεργία (4,2%).
Η χαμηλότερη (ποσοστιαία) εγγεγραμμένη ανεργία για το Δ’ τρίμηνο του 2024 παρατηρείται στην περιφέρεια Κρήτης με ποσοστό 6,4%, η οποία παρουσιάζει καθοδική τάση διαχρονικά. Σε χαμηλά επίπεδα κυμάνθηκε η ανεργία το Δ’ τρίμηνο του 2024 και στις περιφέρειες Βορείου Αιγαίου (7,7%) και Αττικής (7,8%).
Ωστόσο, σε απόλυτα μεγέθη ο μεγαλύτερος αριθμός ανέργων βρίσκεται στην Αττική (136,4 χιλ. άτομα ή το 30,4%) και στην Κεντρική Μακεδονία (102,3 χιλ. άτομα ή το 22,8%), γεγονός αναμενόμενο δεδομένου ότι είναι οι μεγαλύτερες πληθυσμιακά περιοχές.
Προβλέψεις για το 2025
Άκρως θετικές είναι οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το 2025. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έκθεση (Νοέμβριος 2024), εκτιμάται ότι η ανεργία (ως ποσοστό του εργατικού δυναμικού) θα μειωθεί περαιτέρω στο 9,8%. Ακόμα πιο αισιόδοξη είναι η εκτίμηση από τον παγκόσμιο Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), καθώς στην τελευταία του έκθεση (Δεκέμβριος 2024), αναφέρεται ότι η ανεργία (ως ποσοστό του εργατικού δυναμικού) θα διαμορφωθεί στο 9,4% το 2025.
Οι παραπάνω εκτιμήσεις στηρίζονται στη βελτιωμένη εικόνα του επιχειρηματικού κλίματος στη χώρα, αλλά και στη συνέχιση της δυνατότητας εκταμίευσης πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Ελλάδα 2.0. Το παραπάνω είναι ιδιαίτερα σημαντικό, ιδιαίτερα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων στην Ελλάδα, έτσι ώστε να αμβλυνθεί το κενό παραγωγικότητας μεταξύ αυτών και των μεγάλων επιχειρήσεων.
Η ανεργία συνεχίζει την πτωτική της τάση τους πρώτους τρεις μήνες του 2025. Πιο συγκεκριμένα, το πρώτο τρίμηνο του έτους το ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε ως μέσος όρος σε 9,3%, ενώ το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι ήταν 12,1%. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες μετρήσεις, δηλαδή το Μάρτιο του 2025, το ποσοστό ανεργίας ήταν 9,8% και τον Απρίλιο μειώθηκε σε 8,3%.
Από την άλλη πλευρά, διαχρονικά προβλήματα που σχετίζονται με την αγορά εργασίας, όπως το χαμηλό ποσοστό συμμετοχής των γυναικών και των νέων στο εργατικό δυναμικό, η γήρανση του πληθυσμού, αλλά και η αναντιστοιχία ζητούμενων και προσφερόμενων δεξιοτήτων αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες ανάπτυξης της οικονομίας.
Όσον αφορά το τρέχον έτος 2025, ο ρυθμός ανάπτυξης της Ελληνικής Οικονομίας (ΑΕΠ), σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προβλέπεται ότι θα κινηθεί με ρυθμό 2,3%[1]. Όπως επισημαίνει η ΤτΕ βασικότερη συνιστώσα της οικονομικής μεγέθυνσης εκτιμάται ότι θα είναι η κατανάλωση.
Συμπληρωματικό ρόλο θα συνεχίσουν να διαδραματίζουν τόσοι οι επενδύσεις όσο και οι εξαγωγές. Σαφώς, σημαντικός παράγοντας στο βαθμό ανάπτυξης της οικονομίας είναι το επίπεδο του πληθωρισμού. Το 2024 συνεχίστηκε η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού καθώς, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ., διαμορφώθηκε στο 2,7% από 3,5%. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι το 2025 θα μειωθεί ακόμα περισσότερο, διαμορφούμενος στο 2,4%.
Η προσέλκυση και πραγματοποίηση νέων επενδύσεων θα συνεχίσει να πυροδοτείται από το ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Συνεπικουρικά προς την κατεύθυνση αυτή λειτουργεί και η αναβάθμιση του αξιόχρεου των ελληνικών κρατικών ομολόγων.
Αδιαμφισβήτητα, καθοριστικός πυλώνας ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία και κατ’ επέκταση για την εξέλιξη της απασχόλησης στη χώρα μας αποτελεί η πορεία των κλάδων που συνεισφέρουν σημαντικά σε αυτήν, όπως είναι ο εισερχόμενος τουρισμός. Στην Ελλάδα, το 2024, οι διεθνείς αφίξεις τουριστών (εξαιρουμένων των επιβατών κρουαζιέρας) ανήλθαν σε 36 εκατ., αυξημένες κατά 9,8% σε σχέση με το 2023 και κατά 6% σε σύγκριση με το 2019 (εποχή προ πανδημίας). Άνοδο σημείωσαν και οι ταξιδιωτικές εισπράξεις, οι οποίες συνυπολογιζομένων και αυτών από την κρουαζιέρα αυξήθηκαν κατά 5,4% το 2024 και ανήλθαν σε €21,7 δισ. Σύμφωνα με σχετική έκθεση του ΙΝΣΕΤΕ, το μακροοικονομικό περιβάλλον των κυριότερων αγορών του ελληνικού τουρισμού αναμένεται να παρουσιάσει βελτίωση το 2025. Ως εκ τούτου, σημαντικές πιθανότητες συγκεντρώνει το ενδεχόμενο να καταγραφεί το 2025 νέο “ρεκόρ” τόσο στις αφίξεις τουριστών, όσο και στα τουριστικά έσοδα.
Πηγή: ot.gr