Η απόφαση της γαλλικής κυβέρνησης να καταργήσει δύο αργίες με στόχο την ενίσχυση της ανάπτυξης επαναφέρει στο τραπέζι ένα ερώτημα που απλώνεται διαχρονικά πάνω από τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Μπορεί η αύξηση του χρόνου εργασίας να λειτουργήσει ως μοχλός οικονομικής ανάκαμψης;
Ο Γάλλος Πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού, με αφορμή τις «πολλαπλές κρίσεις» που δοκιμάζουν τη χώρα, από τα ελλείμματα και το δημόσιο χρέος έως την αποβιομηχάνιση και την υποχώρηση της ανταγωνιστικότητας, κατέληξε στη διαπίστωση πως «οι Γάλλοι δεν εργάζονται αρκετά». Η επιλογή να καταργηθούν η δεύτερη μέρα του Πάσχα και μία ακόμη αργία (πιθανότατα η Ημέρα Νίκης κατά του Ναζισμού) έχει ήδη προκαλέσει πολιτική ένταση. Πολύ περισσότερο όμως έχει επαναφέρει στην επικαιρότητα τη συζήτηση εάν η οικονομία κερδίζει πραγματικά όταν αφαιρούνται ημέρες ανάπαυσης;
Η ιδέα δεν είναι ούτε καινούργια, ούτε αθώα
Το επιχείρημα της αύξησης των ημερών εργασίας ως μέτρο ανάταξης της οικονομίας επανέρχεται περιοδικά όταν οικονομίες εισέρχονται σε περιβάλλον ύφεσης ή έντονης δημοσιονομικής πίεσης. Στη Γαλλία, η σχετική συζήτηση έχει ιστορικό βάθος. Το 2004, μετά τον καύσωνα του 2003 που στοίχισε τη ζωή σε 15.000 ηλικιωμένους, η κυβέρνηση είχε καθιερώσει την “Ημέρα Αλληλεγγύης”, μια «εργάσιμη» αργία, όπου οι μισθοί και οι κρατήσεις κατευθύνονταν στα ασφαλιστικά ταμεία. Ωστόσο, ακόμα και αυτή η έμμεση κατάργηση αργίας είχε αποδώσει μόλις 2 δισ. ευρώ ετησίως, δηλαδή μόλις το 0,08% του ΑΕΠ.
Η εμπειρία δεν είναι μόνο γαλλική. Η Γερμανία το 1995 κατάργησε ως αργία την Ημέρα Μετάληψης για να ενισχύσει τα ασφαλιστικά ταμεία. Το αποτέλεσμα ήταν οριακά θετικό, αλλά τελικά παροδικό. Στην Ιαπωνία, η μείωση των αργιών θεωρείται αναπτυξιακό λάθος. Οι υπερβολικές ώρες εργασίας συσχετίστηκαν με μείωση παραγωγικότητας και αύξηση των ψυχοσωματικών παθήσεων.
Στην Μεγάλη Βρετανία από τη δεκαετία του 2010, εισήχθησαν ευέλικτες μορφές εργασίας και αυξήθηκε το ποσοστό μερικής απασχόλησης, με στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας. Τα εργατικά σωματεία κατήγγειλαν ότι μεγάλο μέρος των «ευέλικτων» εργαζομένων κατέληγε να εργάζεται περισσότερες ώρες απλήρωτες, χωρίς αύξηση μισθών ή απόδοσης. Στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα ήταν η παραγωγικότητα ανά ώρα παραμείνει στάσιμη και μάλιστα στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2008, ενώ το, μάλλον παράδοξο, σχέδιο αύξησης της παραγωγικότητας έγινε αντικείμενο εθνικού διαλόγου.
Η Ελλάδα των μνημονίων
Η ελληνική εμπειρία της μνημονιακής δεκαετίας, πιθανόν να αποτελεί το ισχυρότερο επιχείρημα απέναντι στην τεχνοκρατική εμμονή για περισσότερη δουλειά που θα φέρει μεγαλύτερη ανάπτυξη. Στην Ελλάδα δεν κόπηκαν αργίες, αλλά ανατράπηκε βίαια το πλαίσιο εργασιακών δικαιωμάτων με μείωση κατώτατου μισθού, απορρύθμιση συλλογικών συμβάσεων, αύξηση εργασιακής ευελιξίας, παράταση απλήρωτης μαθητείας κ.α
Το αποτέλεσμα; Με βάση στοιχεία του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, η μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας κατά 20% μεταξύ 2010 και 2017 δεν συνοδεύτηκε από αντίστοιχη αύξηση επενδύσεων ή παραγωγικότητας. Το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 25%, ενώ η ανεργία εκτινάχθηκε στο 27%. Οι αμοιβές μειώθηκαν, αλλά η «ευκολότερη εργασία» δεν έφερε περισσότερη δουλειά. Η McKinsey σε σχετική της έκθεση το 2012 είχε προβλέψει ανάπτυξη 2% ετησίως μετά τις μεταρρυθμίσεις. Η πραγματικότητα τη διέψευσε.
Ενδεικτική είναι η αναφορά του καθηγητής Οικονομικών Εργασίας στο Πάντειο, Σάββα Ρομπόλη, ο οποίος τονίζει ότι : «Οι περικοπές εργασιακών δικαιωμάτων χωρίς ταυτόχρονη στρατηγική για την καινοτομία, την εκπαίδευση και τις υποδομές, απλώς ανακυκλώνουν τη στασιμότητα.»
Παραγωγικότητα vs Χρόνος
Ο ΟΟΣΑ έχει επισημάνει πως ο αριθμός των εργάσιμων ημερών από μόνος του δεν λέει πολλά για την παραγωγικότητα ή την ανάπτυξη. Οι Έλληνες και οι Πολωνοί κατατάσσονται σταθερά ανάμεσα σε αυτούς που εργάζονται περισσότερες ώρες. Την ίδια ώρα όμως η παραγωγικότητα ανα ώρα είναι κάτω. Αντίθετα, η Δανία, με λιγότερες ώρες εργασίας, παράγει περισσότερο κατά μονάδα χρόνου.
Η οικονομική σκέψη των τελευταίων δεκαετιών έχει μετατοπιστεί από την «περισσότερη εργασία» στην «ποιοτικότερη εργασία, δηλαδή στην ενσωμάτωση τεχνολογίας, γνώσης και κεφαλαίου». Ακόμα και στην περίπτωση της Γαλλίας, το ανεξάρτητο Institut Montaigne εκτίμησε ότι η πλήρης κατάργηση δύο αργιών μπορεί να προσθέσει το πολύ 0,1% στο ΑΕΠ, επίδραση ασήμαντη μπροστά στο διαρθρωτικό έλλειμμα του 5,5% που αντιμετωπίζει η χώρα.
Πολιτική ή οικονομία;
Στην πραγματικότητα η αντιπαράθεση δεν είναι οικονομική, αλλά πολιτική ή ιδεολογική. Η κατάργηση αργιών λειτουργεί συχνά ως «σήμα αποφασιστικότητας» προς τις αγορές ή τους εταίρους. Όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, τα πιο ορατά μέτρα συχνά υιοθετήθηκαν όχι για την αποτελεσματικότητά τους, αλλά για το μήνυμα που θα έστελναν. Αυτό, όμως δεν τα καθιστούσαν αυτοδικαίως αναπτυξιακά.
Πηγή: ot.gr