Του Τάσου Δασόπουλου
Ριζικές αλλαγές στα δημοσιονομικά πλάνα της χώρας απειλεί να φέρει η συμφωνία που υπήρξε στους κόλπους του ΝΑΤΟ από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, πλην της Ισπανίας, για αύξηση των ελάχιστων αμυντικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ από φέτος μέχρι και το 2035.
Η Ελλάδα έχει πολύ ευκολότερο έργο από ό,τι άλλες χώρες της Ε.Ε. στο να αυξήσει τις δαπάνες άμυνας στο 5% του ΑΕΠ. Ωστόσο η συνθήκη αυτή απειλεί να θέσει σε κίνδυνο την πορεία μείωσης του χρέους, αλλά και τις υπόλοιπες δαπάνες των κρατικών Προϋπολογισμών τα επόμενα χρόνια.
Αξίζει κανείς να επισημάνει ότι η συμφωνία που επιτεύχθηκε πριν από λίγες μέρες στη σύνοδο της Ατλαντικής Συμμαχίας στη Χάγη προβλέπει ότι τα μέλη της Συμμαχίας θα πρέπει να αυξήσουν τις δαπάνες τους για εξοπλισμούς στο 3,5% του ΑΕΠ και να δαπανούν επιπλέον 1,5% του ΑΕΠ τους για υποδομές, οι οποίες μπορούν να αυξήσουν το επίπεδο ασφαλείας, όπως υποδομές για κυβερνοασφάλεια. Η Ελλάδα έχει δηλώσει, μέσω του Μεσοπρόθεσμου 2025-2028, ότι θα έχει αμυντικές δαπάνες κοντά στο 3% του ΑΕΠ τόσο φέτος όσο και για το 2026.
Μπορεί θεωρητικά η απόσταση μέχρι την κάλυψη των νέων απαιτήσεων του ΝΑΤΟ να δείχνει πως είναι μικρή, αλλά η Ελλάδα έχει περάσει μια σχεδόν 10ετή οικονομική κρίση και έχει να αντιμετωπίσει το υψηλότερο χρέος εντός της Ε.Ε., το οποίο αναμένεται να φτάσει στο 147,3% του ΑΕΠ στο τέλος του χρόνου.
Οι συνέπειες
Η πολυετής οικονομική κρίση έφερε σε πολύ δυσμενή θέση την εγχώρια –δημόσια– αμυντική βιομηχανία, ενώ οι περίπου 400 οντότητες με δραστηριότητα στην άμυνα του ιδιωτικού τομέα μπορούν να καλύψουν μόνο επιμέρους ανάγκες των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Συνεπώς, η νέα υποχρέωση που αναλήφθηκε απέναντι στο ΝΑΤΟ θα αυξήσει ακόμα περισσότερο το εμπορικό έλλειμμα, αλλά και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών. Αυτό, καθώς είναι αυτονόητο ότι οι ανάγκες θα καλυφθούν στο σύνολό τους από εισαγωγές από τις ΗΠΑ και σε δεύτερο χρόνο από την υπόλοιπη Ε.Ε.
Δημοσιονομικά, μπορεί η αύξηση των αμυντικών δαπανών να καλυφθεί από την εθνική ρήτρα διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες, η οποία εγκρίθηκε την περασμένη Τρίτη από το ECOFIN, και να μην εμφανιστεί στο έλλειμμα. Ωστόσο η νέα αυτή συνθήκη που συμφωνήθηκε στην ολομέλεια του ΝΑΤΟ θα είναι δύσκολο να μην επηρεάσει το χρέος, και ειδικότερα την πορεία αποκλιμάκωσης, η οποία έχει ξεκινήσει από το 2020 και σωρευτικά θα φτάσει το 59% του ΑΕΠ στο τέλος του χρόνου.
Το πιο σημαντικό είναι ότι, εκτός από την εμφάνισή τους ή όχι στο έλλειμμα, για να καλυφθούν οι μεγαλύτερες δαπάνες για την άμυνα, θα πρέπει να περιοριστούν τα χρήματα που διατίθενται σε άλλους τομείς της οικονομίας, οι οποίοι ανακάμπτουν με αργούς ρυθμούς από την πολυετή κρίση.
Η απόφαση της Κομισιόν
Όλα αυτά ενώ στην απόφαση της Κομισιόν στις αρχές Ιουνίου, με την οποία εισηγούνταν θετικά για την ενεργοποίηση της εθνικής ρήτρας διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες, τονιζόταν ότι με το σαφώς ηπιότερο σχέδιο για την αύξηση των δαπανών που περιέλαβε η Ελλάδα στο Μεσοπρόθεσμο Διαρθρωτικό και Δημοσιονομικό Σχέδιο 2025-2028 θα είχε οριακή πραγματική επίδραση σε χρέος και έλλειμμα.
Συγκεκριμένα, η Επιτροπή τόνιζε ότι οι αμυντικές δαπάνες για την Ελλάδα για το σύνολο της περιόδου 2025-2028 θα αυξήσουν σωρευτικά έως το 2028 το έλλειμμα κατά 1,2% του ΑΕΠ (2,93 δισ. ευρώ) και το χρέος κατά 1,8% του ΑΕΠ (4,04 δισ. ευρώ). Η συνολική αύξηση του ελλείμματος κατά 1,2% του ΑΕΠ θεωρείται βιώσιμη για τα δεδομένα της χώρας. Επίσης η Ελλάδα, αυξάνοντας σωρευτικά το έλλειμμά της κατά 1,2% του ΑΕΠ, καταφέρνει να βρίσκεται κάτω από το 1,5% του ΑΕΠ που θέτει ως ανώτατο όριο η Επιτροπή στη “Λευκή Βίβλο” για τον επανεξοπλισμό της Ευρώπης, ώστε η εθνική ρήτρα διαφυγής να μπορεί να παρέχει την ευελιξία να μην εγγράφει στο έλλειμμα την αύξηση των αμυντικών δαπανών.
Με βάση τα στατιστικά στοιχεία, οι αμυντικές δαπάνες της Ελλάδας θα φτάσουν για φέτος το 2,3% του ΑΕΠ, ενώ το 2024 ήταν 2,2% του ΑΕΠ. Με αυτά τα στοιχεία, η ετήσια αύξηση των δαπανών είναι 0,1% του ΑΕΠ (περίπου 250 εκατ. ευρώ). Ωστόσο η Ελλάδα έχει ενημερώσει τις Βρυξέλλες ότι έχει ήδη εγκριθεί από τη Βουλή ένα νέο διευρυμένο εξοπλιστικό πρόγραμμα, το οποίο θα φτάσει τα 28 δισ. ευρώ μέχρι και το 2036. Όταν ενσωματωθούν οι δαπάνες του νέου αυτού προγράμματος, τότε οι ετήσιες δαπάνες μπορεί να αυξηθούν περαιτέρω. Η μεγαλύτερη αυτή αύξηση θα αποτυπωθεί σε μεταγενέστερο στάδιο.
Το “φρένο”
Ωστόσο το κείμενο της Κομισιόν δεν παρέλειψε να βάλει και ένα έμμεσο “φρένο” σε μια ανεξέλεγκτη αύξηση των πρωτογενών δαπανών από την Ελλάδα για τις ανάγκες της άμυνας. Συγκεκριμένα, σχολιάζοντας την επίπτωση σε έλλειμμα και χρέος, τόνιζε ότι πιθανότατα η επίπτωση αυτή θα απαιτούσε πρόσθετη δημοσιονομική προσαρμογή μετά την περίοδο λήξης της εθνικής ρήτρας διαφυγής, προκειμένου να πληρούνται οι απαιτήσεις του δημοσιονομικού πλαισίου, συμπεριλαμβανομένης της διασφάλισης ότι ο λόγος χρέους τίθεται ή παραμένει σε εύλογα καθοδική πορεία ή παραμένει σε συνετά επίπεδα κάτω του 60% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα. Επίσης θεωρούσε ότι θα έπρεπε να διασφαλίζεται για έλλειμμα κάτω από το 3% του ΑΕΠ.
Πηγή: capital.gr