Δυο θετικές ειδήσεις για την οικονομία ανακοίνωσαν σήμερα η Τράπεζα της Ελλάδος και η Eurostat. Συγκεκριμένα ανακοινώθηκαν στοιχεία που δείχνουν σημαντικό περιορισμό του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μέσω αύξησης επενδύσεις, τουριστικών εισπράξεων.
Ειδικότερα το πρώτο 5μηνο του έτους σημειώθηκε αύξηση στις επενδύσεις, τις εισπράξεις από τον τουρισμό και τις εξαγωγές, με την ελληνική οικονομία, όπως σημειώνουν κυβερνητικά στελέχη, να αποδεικνύεται ιδιαίτερα ανθεκτική σε μία περίοδο αβεβαιότητας για το μέλλον του παγκόσμιου εμπορίου και τη δασμολογική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε σήμερα η Τράπεζα της Ελλάδας, οι άμεσες ξένες επενδύσεις μεταξύ Ιανουαρίου και Μαΐου ανήλθαν στα 2,07 δισεκατομμύρια ευρώ, αυξημένες κατά περίπου 600 εκατομμύρια, δηλαδή 41%, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Την ίδια στιγμή, τα ταξιδιωτικά έσοδα ξεπέρασαν τα 4,35 δισεκατομμύρια ευρώ το πεντάμηνο, που συνιστά αύξηση της τάξης του 12,7% σε σχέση με το περασμένο έτος, ήτοι περισσότερα από 490 εκατομμύρια ευρώ, προτού καν εισέλθουμε στην καλοκαιρινή περίοδο.
Παράλληλα, σημαντική αύξηση σημειώθηκε στις εξαγωγές ελληνικών αγαθών και υπηρεσιών. Οι συνολικές εξαγωγές τονώθηκαν κατά 6,7% σε σταθερές τιμές, δηλαδή αφαιρώντας την επίδραση του πληθωρισμού, και χωρίς να συνυπολογίζονται τα πετρελαιοειδή, τα οποία ούτως ή άλλως συνιστούν μία ιδιαίτερη κατηγορία. Σε κάθε περίπτωση, η βελτίωση των εξαγωγών υπερσκέλισε τις εισαγωγές, με αποτέλεσμα να βελτιωθεί το εμπορικό ισοζύγιο.
Όλες αυτές οι εξελίξεις συνέβαλαν στη σημαντική βελτίωση, κατά 24%, του ευρύτερου ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο ουσιαστικά αντικατοπτρίζει τις συναλλαγές της χώρας μας με τον υπόλοιπο κόσμο.
Συγκεκριμένα, το έλλειμμα στις τρέχουσες συναλλαγές συρρικνώθηκε κατά περισσότερα από 2,1 δισεκατομμύρια ευρώ σε σύγκριση με το πρώτο πεντάμηνο του 2024, με αποτέλεσμα να υποχωρήσει κάτω από τα 6,44 δισεκατομμύρια ευρώ, έναντι σχεδόν 8,58 δισεκ. πέρυσι.
Αναλυτικά, η ανακοίνωση της ΤτΕ αναφέρει τα εξής:
Το Μάιο του 2025, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παρουσίασε μικρό πλεόνασμα σε σχέση με το Μάιο του 2024 – καταγράφοντας βελτίωση κατά 2,5 δισεκ. ευρώ – και διαμορφώθηκε σε 196,5 εκατ. ευρώ.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών συρρικνώθηκε, καθώς σημειώθηκε μείωση των εισαγωγών και παράλληλα οριακή αύξηση των εξαγωγών.
Σε τρέχουσες τιμές, οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 0,3% (7,8% σε σταθερές τιμές) και οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 14,3% (- 12,3% σε σταθερές τιμές). Ειδικότερα, σε τρέχουσες τιμές οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα παρουσίασαν άνοδο κατά 11,0% (14,7% σε σταθερές τιμές), ενώ οι εισαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα αυξήθηκαν κατά 7,1% (6,5% σε σταθερές τιμές).
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών σημείωσε άνοδο λόγω της βελτίωσης όλων των επιμέρους ισοζυγίων, κυρίως του ταξιδιωτικού ισοζυγίου και, σε μικρότερο βαθμό, των ισοζυγίων λοιπών υπηρεσιών και μεταφορών. Σε σχέση με το Μάιο του 2024, οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών μειώθηκαν κατά 2,7% και οι σχετικές εισπράξεις αυξήθηκαν κατά 17,7%.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων περιορίστηκε σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2024, αντανακλώντας την άνοδο των καθαρών εισπράξεων από λοιπά πρωτογενή εισοδήματα, η οποία αντισταθμίστηκε εν μέρει από την αύξηση των καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη. Το ισοζύγιο δευτερογενών εισοδημάτων κατέγραψε πλεόνασμα, έναντι ελλείμματος το Μάιο του 2024, ως αποτέλεσμα της καταγραφής καθαρών εισπράξεων έναντι καθαρών πληρωμών στον τομέα της γενικής κυβέρνησης, λόγω της εκταμίευσης της πέμπτης δόσης υπό μορφή επιχορηγήσεων από το Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery and Resilience Facility – RRF).
Την περίοδο Ιανουαρίου-Μαΐου 2025, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε κατά 2,1 δισεκ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024 και διαμορφώθηκε σε 6,4 δισεκ. ευρώ.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών υποχώρησε, λόγω της μεγαλύτερης μείωσης των εισαγωγών έναντι των εξαγωγών. Σε τρέχουσες τιμές, οι εξαγωγές συρρικνώθηκαν κατά 4,2% (αύξηση 0,8% σε σταθερές τιμές) και οι εισαγωγές κατά 5,6% (-4,2% σε σταθερές τιμές). Ειδικότερα, σε τρέχουσες τιμές οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα παρουσίασαν αύξηση κατά 4,6% και οι αντίστοιχες εισαγωγές άνοδο κατά 2,5% (6,7% και 1,7% σε σταθερές τιμές αντίστοιχα).
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών υποχώρησε, λόγω της επιδείνωσης του ισοζυγίου μεταφορών, που αντισταθμίστηκε έως ένα βαθμό από τη βελτίωση του ταξιδιωτικού ισοζυγίου. Σε σχέση με το πρώτο πεντάμηνο του 2024, οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν κατά 2,1% και οι σχετικές εισπράξεις κατά 12,7%.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων περιορίστηκε σημαντικά, λόγω της αύξησης των καθαρών εισπράξεων από λοιπά πρωτογενή εισοδήματα και, σε μικρότερο βαθμό, λόγω της μείωσης των καθαρών πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη. Το πλεόνασμα του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων διευρύνθηκε έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2024, λόγω του μηδενισμού σχεδόν των καθαρών πληρωμών στον τομέα της γενικής κυβέρνησης, αν και οι καθαρές εισπράξεις στους λοιπούς, εκτός της γενικής κυβέρνησης, τομείς της οικονομίας μειώθηκαν.
Μείωση του δημόσιου χρέους
Θετικά είναι μηνύματα και στο μέτωπο του δημόσιου χρέους. Σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία της Eurostat, που δημοσιεύτηκαν σήμερα, η Ελλάδα πέτυχε για μία ακόμα φορά τη μεγαλύτερη βελτίωση της αναλογίας χρέους-ΑΕΠ ανάμεσα στα 27 κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Συγκεκριμένα, το πρώτο τρίμηνο του έτους το μέγεθος του χρέους περιορίστηκε κατά 9,3 μονάδες, πέφτοντας από το 161,8% του ΑΕΠ στο 152,5%. Μόνον έντεκα άλλα μέλη της ΕΕ πέτυχαν μείωση του δημόσιου χρέους τους στις αρχές του έτους.
Η μεγάλη βελτίωση της αναλογίας χρέους-ΑΕΠ οφείλεται πρωτίστως στους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας, ωστόσο τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ φανερώνουν ότι το χρέος μειώνεται και σε απόλυτους αριθμούς, καθώς τα τελευταία τρία τρίμηνα έχει συρρικνωθεί κατά περίπου 8,7 δισεκατομμύρια ευρώ.
Κυβερνητικά στελέχη με γνώση του οικονομικού σχεδιασμού σημείωναν πως τα δεδομένα της ΤτΕ και της Eurostat αποδεικνύουν τη δυναμική και τις αντοχές της ελληνικής οικονομίας στον εξωτερικό τομέα, αλλά και την ενίσχυση της εξωστρέφειάς της.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ:
Τα έσοδα της Γενικής Κυβέρνησης ανήλθαν σε 24,872 δισ. ευρώ από 21,859 δισ. ευρώ το α’ τρίμηνο πέρυσι.
Οι φόροι στην παραγωγή και στις εισαγωγές ήταν 9,369 δισ. ευρώ από 7,742 δισ. ευρώ. Οι φόροι στο εισόδημα και στην περιουσία ανήλθαν σε 4,539 δισ. ευρώ από 3,855 δισ. ευρώ. Οι κοινωνικές εισφορές διαμορφώθηκαν σε 7,672 δισ. ευρώ από 7,445 δισ. ευρώ το α’ τρίμηνο πέρυσι.
Οι συνολικές δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης ανήλθαν σε 25,39 δισ. ευρώ από 25,374 δισ. ευρώ το α’ τρίμηνο πέρυσι. Οι πρωτογενείς δαπάνες ήταν 23,5 δισ. ευρώ από 23,409 δισ. ευρώ. Οι αμοιβές εξηρτημένης εργασίας ανήλθαν σε 6,014 δισ. ευρώ από 5,965 δισ. ευρώ. Οι κοινωνικές παροχές ανήλθαν σε 11,616 δισ. ευρώ από 11,39 δισ. ευρώ. Ενώ, οι επιδοτήσεις διαμορφώθηκαν σε 578 εκατ. ευρώ από 777 εκατ. ευρώ το α’ τρίμηνο του 2024.
Πηγή: capital.gr