Είναι φυσικό να θέλεις να προστατέψεις το παιδί σου. Δεν θες να πληγωθεί, να αποτύχει, να πέσει. Έτσι, χωρίς να το καταλάβεις, αρχίζεις να λες πιο συχνά «πρόσεχε», «αν δεν τα καταφέρεις;», «μήπως να μην το κάνεις;».
Κι αυτό, όσο κι αν μοιάζει με φροντίδα, χτίζει μέσα του την ιδέα ότι ο κόσμος είναι επικίνδυνος και ότι δεν είναι ικανό να τον αντιμετωπίσει μόνο του.
Η υπερπροστασία δεν το προστατεύει. Του στερεί την ευκαιρία να δοκιμάσει, να ανακαλύψει, να φάει τα μούτρα του και να σηκωθεί. Γιατί εκεί χτίζεται η αυτοπεποίθηση, όχι στα λόγια, αλλά στην πράξη.
Μπορεί να πιστεύεις πως το παιδί δεν καταλαβαίνει την πίεση που νιώθεις. Όμως αντιλαμβάνεται τις σιωπές, το βλέμμα, το σφίξιμο στη φωνή.
Αν εσύ φοβάσαι το αύριο, εκείνο μαθαίνει να το φοβάται. Αν εσύ ζεις με το άγχος του να είσαι τέλειος γονιός, εκείνο νομίζει πως πρέπει να είναι το τέλειο παιδί.
Και έτσι, σιγά σιγά, αρχίζει να διστάζει, να αναβάλει, να νιώθει πως ό,τι κι αν κάνει δεν είναι αρκετό. Η αγωνία σου δεν μεταφέρεται πάντα με λόγια. Είναι σαν να υπάρχει μια αόρατη δόνηση που γεμίζει το σπίτι. Και το παιδί σου, την ακούει.
Τα παιδιά χρειάζονται όρια για να νιώθουν ασφάλεια. Όμως υπάρχει διαφορά ανάμεσα στα όρια και στους κανόνες που δεν επιτρέπουν το λάθος.
Όταν μεγαλώνει μέσα σε μια καθημερινότητα γεμάτη «μη» και «πρέπει», το παιδί δε μαθαίνει να εμπιστεύεται τον εαυτό του. Μαθαίνει απλώς να φοβάται την απόρριψη. Αν κάθε φορά που εκφράζει κάτι αυθόρμητο εισπράττει αυστηρότητα, θα μάθει να το καταπνίγει.
Η σχέση με τους γονείς δεν πρέπει να είναι ένα σχολείο αριστείας. Πρέπει να είναι χώρος ασφάλειας και αποδοχής. Γιατί αλλιώς, το παιδί μαθαίνει ότι η αξία του εξαρτάται από τις επιδόσεις του.
Και τότε το άγχος γίνεται ο αόρατος σύντροφος που δεν φεύγει ποτέ.
Πηγή: govastileto.gr