Η φτώχεια, η μετανάστευση και ο στραβός γιαλός

Η φτώχεια, η μετανάστευση και ο στραβός γιαλός

Την περασμένη Δευτέρα, το Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής και Οικονομικών Μελετών (Insee) έδωσε στη δημοσιότητα τα στοιχεία για το 2023. Το ποσοστό της φτώχειας έφτασε το 15,4% (έναντι 14,4% το 2022), το υψηλότερο από τότε που ξεκίνησαν οι μετρήσεις. Το 9,8% των κατοίκων ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, που τοποθετείται στα 1.288 ευρώ. Την ίδια στιγμή, η απόσταση ανάμεσα στο πιο πλούσιο 20% του πληθυσμού και το πιο φτωχό 20% αυξήθηκε και βρίσκεται στα επίπεδα των αρχών της δεκαετίας του 1970. Τα εισοδήματα των πρώτων είναι σήμερα 4,5 φορές μεγαλύτερα από εκείνα των δεύτερων.

Η διεύρυνση του χάσματος οφείλεται στο γεγονός ότι το βιοτικό επίπεδο του πλουσιότερου 10% βελτιώθηκε κατά 2,1% (λόγω της απόδοσης των χρηματοπιστωτικών προϊόντων και της απαλλαγής από τον φόρο κατοικίας), ενώ το βιοτικό επίπεδο του πιο φτωχού 30% μειώθηκε, με το ποσοστό της μείωσης αυτής να φτάνει το 1% για το πιο φτωχό 10%. Κι αυτό, όπως εξηγεί ένα στέλεχος του Insee, λόγω της άρσης των έκτακτων μέτρων που ελήφθησαν το 2022 και της αύξησης των μικροεπιχειρηματιών με χαμηλά εισοδήματα. Επιπλέον, τα βοηθήματα στέγασης δεν ακολούθησαν τον πληθωρισμό, ενώ επωφελήθηκαν από αυτά λιγότεροι άνθρωποι σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.

Ενα φαινόμενο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον: οι «φτωχοί εργαζόμενοι». Το ποσοστό τους επί του συνόλου των εργαζομένων παρουσιάζει αύξηση κατά 0,6% τον τελευταίο χρόνο και φτάνει το 8,3%. Αύξηση παρουσιάζει επίσης η φτώχεια των ανέργων (36,1% έναντι 35,3%), η φτώχεια των μονογονεϊκών οικογενειών (34,3% έναντι 31,4%) και η φτώχεια των παιδιών (21,9% έναντι 20,4%), ενώ η φτώχεια των συνταξιούχων αυξήθηκε «μόλις» κατά 0,3% και παρέμεινε σε χαμηλό επίπεδο, λίγο πάνω από το 11%.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_m1’); });

«Δεν βρισκόμαστε πλέον σε μια σταθεροποίηση της φτώχειας σε υψηλό επίπεδο, αλλά σε μια δυναμική ανόδου», λέει ο Νικολά Ντιβού, πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου για την καταπολέμηση της φτώχειας. «Η μείωση της ανεργίας δεν οδηγεί πλέον σε μείωση της φτώχειας: η αγορά εργασίας χαρακτηρίζεται από επισφάλεια και η ενθάρρυνση του θεσμού του μικροεπιχειρηματία δεν έδωσε τις λύσεις που αναμένονταν».

Ο πρόεδρος Μακρόν θα μπορούσε λοιπόν, αντί να αναρωτιέται γιατί οι δημοσκοπήσεις είναι τόσο αρνητικές για το πρόσωπό του, να φωνάξει το δικό του «Αποτύχαμε». Γιατί υπάρχουν συγκεκριμένοι λόγοι που ένας στους έξι Γάλλους ζει σήμερα σε συνθήκες φτώχειας. Οι λόγοι αυτοί έχουν σχέση με την οικονομική πολιτική που ακολουθείται τα τελευταία χρόνια από έναν συγκεκριμένο πρόεδρο. Και εξηγούν σε μεγάλο βαθμό την άνοδο του λαϊκισμού όχι μόνο στη Γαλλία, αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη, όπου ακολουθείται μια ανάλογη πολιτική.

Αλλά αυτό το αφήγημα δεν είναι βολικό. Αντί για μια συζήτηση γύρω από την αλλαγή του οικονομικού μοντέλου ώστε να πάψει η διεύρυνση των ανισοτήτων, είναι πιο εύκολο να βρεθεί ένας αποδιοπομπαίος τράγος στον οποίο θα φορτωθούν όλα τα δεινά. Αντί να αναζητηθούν τρόποι να διευκολυνθεί η νόμιμη μετανάστευση που θα λύσει πολλά προβλήματα των δυτικών κοινωνιών, με πρώτο το δημογραφικό, αναδεικνύονται οι μετανάστες σε υπ’ αριθμόν ένα εχθρό τόσο της Δεξιάς όσο και της Αριστεράς. Και φτάνουμε στο θλιβερό σημερινό αδιέξοδο.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_middle_2’); });
googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_m2’); });

Για να δημιουργηθεί ένα σύστημα που θα προσφέρει τόσο ασφάλεια σε όσους την έχουν ανάγκη όσο και μια λογική ροή νόμιμων μεταναστών, σημειώνει ο Economist στο τελευταίο του τεύχος που κυκλοφόρησε χθες, θα πρέπει το ένα να διαχωριστεί από το άλλο. Και η πιο ρεαλιστική προσέγγιση είναι να προσφέρεται στους πρόσφυγες καταφύγιο κοντά στην πατρίδα τους, δηλαδή στην πρώτη ασφαλή χώρα ή περιοχή στην οποία καταφεύγουν. Οι πρόσφυγες που καλύπτουν μικρότερη απόσταση είναι πιθανότερο να μπορέσουν μια μέρα να επιστρέψουν στο σπίτι τους. Εχουν επίσης καλύτερη υποδοχή από τις χώρες που τους φιλοξενούν, αφού πολιτιστικά βρίσκονται πιο κοντά τους. Αυτός είναι ο λόγος που οι Ευρωπαίοι δέχθηκαν πιο εύκολα τους Ουκρανούς, οι Τούρκοι τους Σύρους και οι κάτοικοι του Τσαντ τους Σουδανούς. Αντί λοιπόν να στήνουμε φράχτες, να κατασκευάζουμε δομές που δεν διαφέρουν σε τίποτα από φυλακές ή να παραδίδουμε τους πρόσφυγες στους βασανιστές τους, θα πρέπει να χτίσουμε ένα καλύτερο σύστημα ασύλου. Αντί να κολακεύουμε την Ακροδεξιά, θα πρέπει να στρέψουμε τη συζήτηση εκεί που δεν τη συμφέρει.

Πηγή: tanea.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ