Του Νίκου Ρουσάνογλου
Αποκαρδιωτική είναι η εικόνα από το “μέτωπο” της προσφοράς κατοικιών στην αγορά, τόσο προς πώληση, όσο και προς ενοικίαση, κάτι ασφαλώς που έχει και άμεση αντανάκλαση στην πορεία των τιμών. Με βάση τα τελευταία στοιχεία από την επεξεργασία των αγγελιών της Χρυσής Ευκαιρίας, με το πέρας του πρώτου εξαμήνου, διατηρείται με αμείωτη ένταση η πτώση των διαθέσιμων ακινήτων, σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Συγκεκριμένα, στο κέντρο της Αθήνας, σημειώνεται πτώση κατά 9,4% στις διαθέσιμες κατοικίες προς πώληση με επιφάνεια έως 80 τ.μ. που είναι και από τις πιο δημοφιλείς επιλογές των αγοραστών, με αποτέλεσμα η μέση ζητούμενη τιμή πώλησης να έχει πλέον “σκαρφαλώσει” στα 2.600 ευρώ/τ.μ., σημειώνοντας ετήσια αύξηση κατά 8,3%. Πτώση κατά 11,3% σημειώνει και η προσφορά στις επιφάνειες από 81 έως 120 τ.μ. σε 11.229 ακίνητα, ενώ μόλις 4.764 είναι τα πωλούμενα διαμερίσματα στην κατηγορία επιφάνειας άνω των 121 τ.μ., όντας 17,8% λιγότερα σε σχέση με το περσινό πρώτο εξάμηνο.
Ανάλογη εικόνα παρατηρείται και στον Πειραιά. Εκεί, τα πωλούμενα διαμερίσματα έχουν σημειώσει την μεγαλύτερη πτώση στην κατηγορία των 81-120 τ.μ., υποχωρώντας κατά 21,2% σε 2.506 σπίτια, αν και η μέση ζητούμενη τιμή έχει παραμείνει σχετικά σταθερή σε 2.620 ευρώ/τ.μ. (+0,6%). Αντιθέτως, είναι ενθαρρυντικό το ότι οι τιμές στην κατηγορία κατοικιών έως 80 τ.μ. έχει σημειώσει πτώση κατά 5,6% σε 2.845 ευρώ/τ.μ., παρότι η προσφορά έχει επίσης μειωθεί κατά 18,3% στα 3.560 ακίνητα. Είναι όμως κι ένα δείγμα των υπερβολών, καθώς η μικρή αυτή διόρθωση των τιμών καταδεικνύει τις πολύ υψηλές προσδοκίες κάποιων ιδιοκτητών.
Στη Γλυφάδα, παρά το “κύμα” νέων αναπτύξεων, η προσφορά υποχωρεί κατά 4% στα ακίνητα επιφάνειας 81-120 τ.μ., που πλέον δεν ξεπερνούν τα 2.362, ενώ οι τιμές ενισχύονται αντίστοιχα κατά 3,1% σε 5.110 ευρώ/τ.μ. Μικρές μειώσεις και αντίστοιχες αυξήσεις τιμών κατά 4% εντοπίζονται και στις άλλες δύο βασικές κατηγορίες επιφανειών (έως 80 τ.μ. και από 121 τ.μ. και πάνω), με την μεγαλύτερη ζητούμενη τιμή να παρατηρείται στα πιο μεγάλα ακίνητα, που ζητούνται πλέον έναντι 6.130 ευρώ/τ.μ.
Αντιθέτως, στη Θεσσαλονίκη παρατηρείται μια σημαντική “έκπληξη” καθώς η προσφορά εμφανίζεται αυξημένη, όπως βέβαια και οι τιμές. Στελέχη της αγοράς επισημαίνουν ότι η εξέλιξη αυτή οφείλεται στην σημαντική άνοδο των νέων οικοδομών, με την προσδοκία της αύξησης της ζήτησης λόγω της λειτουργίας του ΜΕΤΡΟ. Έτσι, τα προς πώληση διαμερίσματα έως 80 τ.μ. σημείωσαν αύξηση κατά 7,8% σε 5.075 και εκείνα άνω των 121 τ.μ .κατά 15,9% σε 735, ενώ σχεδόν σταθερά έχουν παραμείνει τα ακίνητα επιφάνειας από 81 έως 120 τ.μ. σε 1.590. Οι δε τιμές έχουν αυξηθεί κατά 9% στα μικρότερα σπίτια (2.640 ευρώ/τ.μ.), ενώ σημαντικές αυξήσεις κατά 7,3% στα 2.705 ευρώ/τ.μ. και κατά 6,7% στα 2.400 ευρώ/τ.μ. σημειώθηκαν στα ακίνητα άνω των 121 τ.μ. κι εκείνα από 81 – 120 τ.μ.
Στις ενοικιάσεις, η εικόνα είναι αντίστοιχη, αν και υπάρχουν κάποιες περιοχές που είναι εξαιρέσεις στον “κανόνα” της μειωμένης προσφοράς. Διόλου τυχαία, τα σημεία όπου σημειώνεται άνοδος της προσφοράς είναι περιοχές στις οποίες έχει παρατηρηθεί αυξημένη επενδυτική δραστηριότητα για την ανάπτυξη νέων κατοικιών με επενδυτικό χαρακτήρα, όπως π.χ. εξυπηρετούμενα διαμερίσματα, που απευθύνονται π.χ. σε ψηφιακούς νομάδες, ή σε στελέχη επιχειρήσεων. Έτσι, παρατηρούνται αυξήσεις στην προσφορά ενοικιαζόμενων κατοικιών τόσο στον Πειραιά, όσο και στη Γλυφάδα και την Θεσσαλονίκη, ενώ σχεδόν σε όλες τις υπόλοιπες περιοχές, η προσφορά σε σχέση με το περσινό πρώτο εξάμηνο είναι μικρότερη και φυσικά οι τιμές των ενοικίων υψηλότερες.
Έτσι, στον Πειραιά παρατηρείται αύξηση των μικρών διαμερισμάτων, έως 80 τ.μ. κατά 18,7% σε 1.757, με το μέσο ζητούμενο ενοίκιο να αγγίζει πλέον τα 11,65 ευρώ/τ.μ. αυξημένο κατά 11,7% σε σχέση με πέρσι. Στην Γλυφάδα, σημειώνεται αύξηση κατά 20,5% στα ακίνητα από 81 έως 120 τ.μ. με την μέση τιμή ενοικίασης να προσεγγίζει τα 15 ευρώ/τ.μ. (14,95 ευρώ/τ.μ.), αυξημένη κατά 12% σε ετήσια βάσση. Στην δε Θεσσαλονίκη, η μεγαλύτερη αύξηση τιμών με 17,6% εντοπίζεται στα πιο μικρά διαμερίσματα (έως 80 τ.μ.), που πλέον ζητούν 10,55 ευρώ/τ.μ., παρότι έχουν αυξηθεί και σε πλήθος σε 1.993 (12,5% περισσότερα από πέρσι).
Αντιθέτως, το κέντρο της Αθήνας συνεχίζει να υπολείπεται, καθώς η πιο πολυπληθής κατηγορία διαμερισμάτων έως 80 τ.μ., αριθμεί πλέον μόλις 8.289 ακίνητα, 13,2% λιγότερα από πέρσι, με την μέση ζητούμενη τιμή ενοικίασης να διαμορφώνεται σε 11,65 ευρώ/τ.μ, ή 11,7% υψηλότερα σε ετήσια βάση.
Μειωμένα κατά 12,6% σε 2.958 είναι και τα διαμερίσματα των 81-120 τ.μ., με την μέση ζητούμενη τιμή να αυξάνεται αντίστοιχα κατά 8,9% σε 10,1 ευρώ/τ.μ.
Τα στοιχεία αυτά έρχονται σε συνέχεια ανάλογων μειώσεων της προσφοράς ήδη από το 2022, καταδεικνύοντας την ανάγκη προσθήκης περισσότερων κατοικιών στην αγορά. Το γεγονός ότι η μείωση της προσφοράς ενοικιαζόμενων διαμερισμάτων στο κέντρο της Αθήνας επιμένει, παρότι έχει απαγορευτεί από τις αρχές του 2025, η λειτουργία νέων καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης, είναι χαρακτηριστικό της έντασης του προβλήματος και του “γρίφου” που καλείται να επιλύσει η κυβέρνηση.
Πηγή: capital.gr