Στα σπλάχνα της Σερίφου: «Είχαμε συνηθίσει τον θάνατο»

SERIFOS

Η δημοσιογράφος Αλεξάνδρα Χριστακάκη, με το βιβλίο της, έφερε στην επιφάνεια το παρελθόν ελληνικών νησιών, το οποίο πιθανότατα είναι παντελώς άγνωστο στους νέους ανθρώπους. Ενδεχομένως και στη δική μας τη γενιά. Ποιος μπορεί να φανταστεί σήμερα, με τον υπερτουρισμό που πλήττει τα νησιά μας, ότι στη Σέριφο, στη Μήλο, στη Σαντορίνη και σε άλλα νησιά, τα όποια αναφέρει στο βιβλίο υπήρχε ένα διαφορετικό «χθες», από το σημερινό room to let.

Ωστόσο, η Αλεξάνδρα δεν επιχειρεί μια νοσταλγική διαδρομή στο ελληνικό καλοκαίρι, που είναι της μόδας.

Μαρτυρίες των τελευταίων εν ζωή εργατών στα μεταλλεία της Σερίφου

Σε ένα βιβλίο 150 σελίδων, με πολλές φωτογραφίες και ντοκουμέντα, κατέγραψε τις μαρτυρίες 8 υπερήλικων σήμερα, ανήλικων εργατών τη δεκαετία 1953-1963, στα μεταλλεία της Σερίφου. Κατέγραψε επίσης τη μαρτυρία μιας 95χρονης γυναίκας, κόρης και συζύγου μεταλλεργάτη που ο άνδρας της έμεινε ανάπηρος στα 27 του χρόνια σε εργατικό ατύχημα. Στη δημοσιογράφο μίλησαν και τέσσερα παιδιά μεταλλεργατών. Κατέγραψε και κατέθεσε τα τραυματικά τους βιώματα «Στα σπλάχνα της Σερίφου», όπως είναι ο τίτλος του βιβλίου, εκδόσεις Πυξίδα της Πόλης.

Κάνει μια βουτιά στην ιστορία ανθρώπων που ήταν φτωχοί και τους εκμεταλλεύτηκαν όσοι μπορούσαν και όσο μπορούσαv,  για να πλουτίσουν και να απογυμνώσουν τον τόπο τους και τη ζωή τους.

Αλεξάνδρα, πώς και γιατί βρέθηκες στη Σέριφο και αποφάσισες να καταγράψεις τις μαρτυρίες των μεταλλεργατών του νησιού;

Η λογοτεχνία μού άνοιξε την πόρτα και η δημοσιογραφία τον δρόμο. Διαβάζοντας το δίτομο μυθιστόρημα της Μαίρης  Κόντζογλου, «Από ήλιο σε ήλιο», το οποίο αναπλάθει τη ζωή των μεταλλωρύχων και τη ματωμένη εξέγερση τους, στις 21 Αυγούστου 1916, το οποίο καθιέρωσε στην Ελλάδα το 8ωρο που αμφισβητείται σήμερα, υπήρξε ένας μικρός αστερίσκος στο τέλος. Ο αστερίσκος διευκρίνιζε ότι υπάρχουv επιχειρηματίες σήμερα που διεκδικούν 2,5 χιλιάδες στρέμματα στη Σέριφο, ως κληρονόμοι των Γερμανών εργολάβων οι οποίοι από το 1944 κηρύχθηκαν δοσίλογοι και εκδιώχθηκαν από την Ελλάδα. Αναζητώντας να βρώ ποιους τίτλους ιδιοκτησίας επικαλούνται για την δικαστική διεκδίκηση του μισού νησιού, πώς αποκτήθηκαν αυτοί οι τίτλοι, πώς οι στοές, τα ορυχεία, τα μεταλλεία που είναι βουνό και δημόσια γη μπορεί να γίνουν με την χρησικτησία ιδιωτική περιουσία, έφτασα στο νησί. Χρειάστηκε να πάω τρεις φορές για να ακούσω τις συγκλονιστικές ιστορίες εκβιασμού που ακολούθησαν οι πρώην εργολάβοι των μεταλλείων για να αποσπάσουν, να κλέψουν ουσιαστικά τη πατρογονική τους γη.

Η δημοσιογράφος Αλεξάνδρα Χριστακάκη

Προυπόθεση για να προσληφθείς ή για να μην απολυθείς ήταν η παραχώρηση της γης. Λόγια μόνο και όχι χαρτιά ενυπόγραφα. Αλυσοδεμένοι με βία ιδιοκτήτες που τολμούσαν να υπερασπίσουν την γη τους, καταπάτηση του μικρού κλήρου για να χτίσουν τις εργατικές κατοικίες-στρατώνες- για να στεγάσουν τους ξενομερίτες εργάτες που έρχονταν από όλη την Ελλάδα για εργασία.

Όταν όμως άρχισαν να μιλούν οι ντόπιοι, τότε ξεδίπλωναν όλη τους την ζωή που είναι συλλογικό τραύμα. Συνειδητοποίησα ότι όσοι μου μιλούσαν ήταν ανήλικοι εργάτες στα μεταλλεία την δεκαετία 1953-1963 που οι Έλληνες εργολάβοι τα έκλεισαν μιλώντας για πτώχευση. Σήμερα είναι ενήλικες άνω των 85 ετών και αυτό  με ενεργοποίησε να προλάβω να καταγράψω τις προφορικές ιστορίες των τελευταίων 8 μεταλλωρύχων του νησιού πριν πεθάνουν.

Η Άννα Ρώτα, είπε στην Αλεξάνδρα Χριστακάκη:«Όποιος είχε ρολόι δεν τον έπαιρναν στη δουλειά»

Αντάμωσα και μια 95χρονη σήμερα, την κυρία Άννα Ρώτα κόρη και σύζυγο μεταλλωρύχου η οποία νιόπαντρη είδε τον 25χρονο άνδρα της να μένει ανάπηρος από ατύχημα στις στοές . Μου μίλησαν και 4 «παιδιά» -70 ετών σήμερα- μεταλλωρύχων που μεγάλωσαν σε οικογένειες όπου παππούδες και μπαμπάδες ήταν μέσα στις στοές του θανάτου.

Ιστορίες εργασιακού μεσαίωνα, κατασπατάλησης του ορυκτού που έφευγε στη Γερμανία και χαρτογράφηση των χαρακτήρων τέτοιων ανθρώπων που επειδή συναλλασσόταν καθημερινά με τον θάνατο, είναι δωρικοί, με χιούμορ, μόνιμα ερωτευμένοι με τη ζωή, καμαρώνοντας για την τέχνη του μεταλλωρύχου που υπηρέτησαν και με την καθαρότητα στην σκέψη τους ότι η κοινωνία είναι βαθιά ταξική: «Όταν εμείς πηγαίναμε με τα πόδια καθημερινά στα μεταλλεία, ώρες ατελείωτες, τα αφεντικά έρχονταν με τα κότερα» λέει ένας μεταλλωρύχος. Στη Σέριφο η ανάπτυξη ήταν τραύμα και όχι παράδεισος.

Θεωρείς ότι στράφηκες στους συγκεκριμένους ανθρώπους και στα γεγονότα, περισσότερο ως δημοσιογράφος ή ως άνθρωπος; Η γραφή σου δεν είναι δημοσιογραφική. Οι μαρτυρίες είναι λιτές και σπαρακτικές.

Έβγαλα το μαγνητόφωνο και κατέγραφα τα λόγια τους, τις τραυματικές αναμνήσεις τους, χωρίς να έχω την αγωνία του χρόνου, της ατάκας, της είδησης. Μιλούσαν κι έκλειναν τα μάτια τους ταξιδεύοντας στην κακοποιητική, παιδική τους ηλικία. Γιατί δεν έμαθαν γράμματα, δεν έζησαν ανέμελα ως παιδιά. Κουβάλησαν στην παιδική τους πλάτη νεκρούς 30χρονους που «πετρώθηκαν» μέσα στην σκοτεινή γαλαρία όταν το βουνό κατέρρεε, γιατί οι ξυλοδεσιές ήταν μέχρι εκεί που έφτανε το ύψος του ανθρώπου. Έμπαιναν με τα μουλάρια να κουβαλήσουν τα βαγονέτα με το μετάλλευμα και μπροστά τους απλωνόταν άβυσσος σκοτεινή, χάος, γιατί ηλεκτρικό ρεύμα δεν υπήρχε και μπαίνανε μέσα με λάμπες ασετυλίνης που μάλιστα τις αγόραζαν με δικά τους έξοδα.

Ο Ζαννής Λιβάνιος: «Φοβόμουνα μη πέσει η γη στα κεφάλια μας»

Τα λόγια τους ήταν καρφιά, χωρίς να συσπάται το πρόσωπο στην τραγική ανάμνηση. Μιλούν σαν ποιητές που τα έχασαν όλα- παιδική ηλικία, σχολείο- πολλοί από αυτούς με σωματική αναπηρία έως και σήμερα- μακριά από το νησί τους, ως μετανάστες εργάτες μετά το λουκέτο το 1963, ακόμη και στην Αμερική. Μακριά από το χωραφάκι τους. Με την ηρεμία του σοφού ανθρώπου μού μίλησαν για ολόκληρη τη ζωή τους, με το άρρητο αίτημα η φωνή τους να φτάσει και σε άλλους αφού η επίσημη ιστορία δεν βρήκε χώρο γι αυτούς…

Με κέρασαν κρασί που κάνουν οι ίδιοι, γλυκό του κουταλιού, χορτοπιτάκια και για ώρες άκουγα άγνωστες και σε μένα ιστορίες που με βοηθούν πλέον να βλέπω με άλλα μάτια το νησί. Τώρα πια βλέπω το «ξεκουφισμένο νησί», τα μπάζα, τις τρύπες στα βουνά, τις σκάλες μεταφόρτωσης  που καταρρέουν, τα σκουριασμένα εγκαταλειμμένα  φορτηγά σε όλη την νότια πλευρα του νησιού. Τώρα η μεταλλευτική ταυτότητα του νησιού μού μιλάει και μου λέει να την υπερασπίσω. Οταν λοιπόν πας ως δημοσιογράφος να ακούσεις και όχι με προκατασκευασμένο ρεπορτάζ, τότε δίνεις χώρο στον άνθρωπο, που τόσα έχει να σου πεί.

Βαγγέλης Καραμανωλάκης, καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας, ΕΚΠΑ: «Σήμερα 109 χρόνια μετά από τη συγκρότηση του Σωμαστείου Εργατών Μεταλλευτών Σερίφου, τα περισσότερα από όσα θεωρούσαν οι άνθρωποι που υπέγραψαν το καταστατικό του έχουν μεταβληθεί άρδην»

Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισες σε αυτό το εγχείρημα; Και ποια η χαρά που πήρες στη διαδρομή;

Υπήρχε δυσπιστία για τις προθέσεις μου. Ποια είμαι, αν έχω σχέση με την εταιρεία που διεκδικεί τη γη τους και βρίσκονται σε χρόνια δικαστική διένεξη- όσοι αντέχουν οικονομικά- πώς θα χρησιμοποιήσω τις ζωές τους. Οι «χειρολαβές» μου ήταν  κάποιοι νέοι άνθρωποι, μέλη του Πολιτιστικού Συλλόγου στο Μέγα Λιβάδι, οι οποίοι πηγαίνοντας κόντρα στο ρεύμα, αρνούνται να μετατρέψουν το χωράφι τους σε πεντάστερο ξενοδοχείο και να υποχωρήσουν στους εκβιασμούς.

Υπήρχαν και «καλοθελητές» που δεν φεύγαν από το τραπέζι της συζήτησης, για να μάθουν όλα αυτά που θα ειπωθούν. Επίσης επειδή είναι υπερήλικες, έπρεπε να τους ανταμώσουμε στα σπίτια τους. Κάποιοι μένουν σε περιοχές που έπρεπε να αφήσουμε τη μηχανή και να περπατήσουμε το μονοπάτι με τα πόδια. Η χαρά που έχω είναι ανείπωτη. Εμαθα την ιστορία του νησιού που δεν γνώριζα, έμαθα για τον συνδικαλιστή Σπέρα που ηγήθηκε της εξέγερσης των μεταλλωρύχων το 1916 και είναι ήρωας για το νησί. Κατανόησα το πώς κάποιος εμπιστεύεται το Σωματείο, όταν το βλέπει δίπλα του και εδώ οι μεταλλωρύχοι της Σερίφου είχαν μόνο το Σωματείο, σε ατυχήματα, δυστυχήματα και ανεργία.

Νίκος Μπελαβίλας, καθηγητής του ΕΜΠ: «Καθώς το νησί προχωρά προς το μέλλον, η διατήρηση των μνημείων και η διαχείρηση των ιστορικών καταλοίπων είναι κρίσιμα θέματα για την ανάπτυξη»

Έμαθα τι σημαίνει αλληλεγγύη, όταν ακουσα ότι με έρανο μάζεψαν οι ντόπιοι τα χρήματα για τα εισιτήρια επιστροφής των ξένων εργατών στον τόπο τους ή για να έχουν τροφή, όντας απλήρωτοι ένα χρόνο. Εμαθα ότι η ανεργία δεν είναι μόνο οικονομική δυσπραξία, αλλά διαλύει οικογένειες, απομακρύνει παιδιά από την οικογενειακή εστία γιατί δεν έχουν να θρέψουν όλα τα στόματα.

Έμαθα ότι μπορείς να εισπράττεις μεγάλη χαρά από τη δημοσιογραφία, όταν αναζητάς την αλήθεια. Έμαθα ότι οφείλει ο καθένας από το μετερίζι του να αναζητά την αλήθεια. Και η δική μου καταγραφή «κουμπώνει» όχι μόνο στην προσπάθεια του Δήμου, του Πολιτιστικού Συλλόγου στο Μέγα Λιβάδι, αλλά και του ΕΜΠ, όπου οι καθηγητές Νίκος Μπελαβίλας και Δημήτρης Καλιαμπάκος με τους φοιτητές τους, διεκδικούν να γίνει το νότιο τμήμα του νησιού «ζωντανό μεταλλευτικό μουσείο» και να ενταχθεί το νησί στα 24 παγκόσμια μνημεία άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς.

Τι κρατάς στην καρδιά σου από τους ανθρώπους που γνώρισες;

Την καθαρότητα στο βλέμμα τους, την αξιοπρέπεια και πόσο καμάρωναν για τη δουλειά που έκαναν: μουλαριτζήδες, ξυλοδέτες, αχθοφόροι, οικοδόμοι, εργάτες στα φουρνέλλα. Να μην ντρέπεσαι για τη δουλειά που κάνεις και να μιλάς για αξιοσύνη.

Επίσης σκέφτομαι πώς διαμορφώνεται η ψυχοσύνθεση του ανθρώπου που συναλλάσσεται καθημερινά με τον θάνατο. Που μπαίνει «στις στοές, στου χάρου τα δόντια» και δεν ξέρει αν θα βγεί. Του ανθρώπου που αποχαιρετά το πρωί την οικογένεια και δεν ξέρει αν είναι η τελευταία φορά, γιατί κάποιος άλλος εργάτης σκοτώθηκε την προηγούμενη μέρα και σκέφτεται ότι μπορεί να είναι ο επόμενος. Ποιος είναι ο μηχανισμός να ξορκίσεις τον θάνατο; Πώς μπορείς να αντέξεις το μαύρο και να το μετατρέψεις σε αγάπη για την ζωή;

Πιστεύεις ότι ενδιαφέρονται οι νέοι άνθρωποι για την ιστορία; Συγκινούνται από τέτοιου είδους μαρτυρίες; Η προχωρούν στα τυφλά σε ένα μέλλον που η αξιοπρεπής εργασία, με ό,τι συνεπάγεται θα είναι προνόμιο;

Στη Σέριφο ναι νοιάζονται, γιατί είναι η ιστορία του τόπου τους, των γονιών τους, των παππούδων τους, οι οποίοι ζουν ακόμη. Είναι η διατήρηση της ταυτότητας του νησιού κόντρα στη μονοκαλλιέργεια της τουριστικής ανάπτυξης. Ωστόσο, πιστεύω πως έστω και ένας νέος άνθρωπος, από την υπόλοιπη Ελλάδα, να διαβάσει και ακούσει τη σοφία και τη βιωματική εμπειρία των μεταλλωρύχων της Σερίφου, είναι κέρδος. Το αίμα  4 μεταλλωρύχων της Σερίφου πριν ένα αιώνα μάς κληροδότησε την 8ωρη εργασία και όχι «εργασία από ήλιο σε ήλιο». Αυτό το αυτονόητο ας μην επιτρέψουμε να γίνει προνόμιο.


Σχετικό θέμα: Οδοιπορικό στους δρόμους των μεταλλωρύχων της Σερίφου του 1916 (φωτορεπορτάζ)

www.ertnews.gr

Πηγή: ertnews.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ