Μια μακρόχρονη και κρίσιμη διαφωνία μεταξύ της ΔΕΠΑ Εμπορίας και της ρωσικής Gazprom για την τιμολόγηση του φυσικού αερίου έλαβε αίσιο τέλος, χάρη σε εξωδικαστική συμφωνία που υπεγράφη μόλις λίγες ημέρες πριν την έκδοση απόφασης από το διεθνές διαιτητικό δικαστήριο. Η συμφωνία αυτή αποτέλεσε προϊόν πολύμηνων διαπραγματεύσεων που διεξάγονταν παράλληλα με τη διαιτητική διαδικασία, και εξασφαλίζει την απρόσκοπτη συνέχιση των ροών ρωσικού αερίου προς την ελληνική αγορά.
Η επιλογή εξωδικαστικής λύσης κρίθηκε αναγκαία, παρά τις ενδείξεις ότι η απόφαση της διαιτησίας θα ήταν ευνοϊκή για την ελληνική πλευρά. Αυτό οφείλεται στη νομική ιδιαιτερότητα ότι η Gazprom δεν αναγνωρίζει τις αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων, κάτι που θα καθιστούσε την εκτέλεση της απόφασης πρακτικά ανέφικτη χωρίς συνέπειες στις παραδόσεις αερίου. Ενδεχόμενη μονομερής επιβολή της απόφασης από τη ΔΕΠΑ θα μπορούσε να οδηγήσει σε άμεση διακοπή της προμήθειας, με συνέπεια σημαντικό κόστος για την εταιρεία και τους πελάτες της, που θα έπρεπε να στραφούν στο ακριβότερο LNG.
Η συμφωνία, σύμφωνα με πληροφορίες, προβλέπει αναδρομική μείωση της τιμής προμήθειας από τις αρχές του 2025 έως τη λήξη του συμβολαίου στο τέλος του 2026. Παράλληλα, φαίνεται να ρυθμίστηκαν επωφελώς και οι εκκρεμότητες που αφορούν στις ρήτρες “take or pay” που αξίωνε η Gazprom για την περίοδο 2021-2022. Αντίθετα, δεν προβλέπεται επέκταση της σύμβασης πέραν του 2026, κάτι που συνάδει με τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για πλήρη απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο έως το 2027.
Η ΔΕΠΑ εισάγει σε ετήσια βάση περίπου 2 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ρωσικού αερίου, ποσότητα που αντιστοιχεί σε κρίσιμο μερίδιο του εφοδιασμού της χώρας. Ανάλογο όγκο εισαγωγών πραγματοποιεί και η Metlen, η οποία αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο πελάτη της Gazprom στην Ελλάδα, με μακροχρόνια σύμβαση σε ισχύ. Σημαντικός πελάτης της ρωσικής εταιρείας είναι και η ΔΕΗ, μέσω συμβολαίου που απέκτησε από τον όμιλο Κοπελούζου, για ποσότητες 0,5 δισ. κυβικών μέτρων ετησίως.
Η αντιπαράθεση μεταξύ ΔΕΠΑ και Gazprom είχε ξεκινήσει με αφορμή τις απαιτήσεις της ρωσικής εταιρείας για καταβολή ρητρών take or pay, που προσέγγιζαν τα 400 εκατομμύρια ευρώ για τη διετία 2021-2022. Η ελληνική εταιρεία, απαντώντας, προσέφυγε σε διεθνή διαιτησία, ζητώντας αναδρομική αναπροσαρμογή της τιμής προμήθειας από το 2022, επικαλούμενη παραβίαση όρου της σύμβασης. Βάσει αυτού του όρου, η Gazprom όφειλε να προσφέρει στην ελληνική πλευρά τιμή χαμηλότερη από οποιαδήποτε άλλη μορφή ενέργειας διαθέσιμη στην εγχώρια αγορά – κάτι που, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΔΕΠΑ, δεν τηρήθηκε, αφού τουλάχιστον ένας άλλος πελάτης της Gazprom στην Ελλάδα φέρεται να προμηθεύτηκε αέριο με ευνοϊκότερους όρους.
Το ενδεχόμενο αδιέξοδο στις πληρωμές και οι επιπτώσεις σε τρίτους συνέβαλαν καθοριστικά στην ανάγκη για εξωδικαστική διευθέτηση. Αντίστοιχο περιστατικό σημειώθηκε και στην Αυστρία, όπου η Gazprom διέκοψε τις ροές προς την OMV όταν εκείνη συμψηφιστικά διεκδίκησε αποζημίωση ύψους 230 εκατ. ευρώ λόγω παλαιότερης διακοπής παροχής.
Η συμφωνία που επετεύχθη τις προηγούμενες ημέρες διασφαλίζει τη συνέχεια του ενεργειακού εφοδιασμού με χαμηλότερο κόστος για την Ελλάδα, σε μια περίοδο έντονης μεταβλητότητας και γεωπολιτικών εντάσεων. Παράλληλα, αποτρέπει τον κίνδυνο να εκτεθούν σε ενεργειακό σοκ τόσο οι ενεργοβόρες βιομηχανίες όσο και οι εταιρείες ηλεκτροπαραγωγής που εξαρτώνται από το ρωσικό αέριο, τουλάχιστον έως το τέλος του 2026. Το τοπίο μετά από αυτή τη χρονική στιγμή παραμένει ανοιχτό, υπό τη σκιά των ευρωπαϊκών αποφάσεων για απεξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια.
Πηγή: capital.gr