Του Τάσου Δασόπουλου
Περιθώριο για περαιτέρω αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών κατά περίπου 3 δισ., με κόστος την αύξηση του ελλείμματος κατά 1,2% του ΑΕΠ και του χρέους κατά 1,8% του ΑΕΠ (περίπου 4 δισ.) θα έχει ως αποτέλεσμα η εφαρμογή της εθνικής ρήτρας διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες σύμφωνα με την Κομισιόν.
Στην εισήγησή της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπιστώνει ότι η Ελλάδα έχει τα δημοσιονομικά περιθώρια να αντέξει την αύξηση χρέους και ελλείμματος και εισηγείται θετικά στο συμβούλιο υπουργών Οικονομικών την ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής για την Ελλάδα. Πέραν των άλλων, η Ελλάδα σωρευτικά για την περίοδο μέχρι και το 2028 αυξάνει τις αμυντικές της δαπάνες σε ποσοστό μικρότερο του 1,5% του ΑΕΠ που θέτει ως ανώτατο όριο η Επιτροπή στην “Λευκή Βίβλο” για τον επανεξοπλισμό της Ευρώπης, ώστε η εθνική ρήτρα διαφυγής να μπορεί να παρέχει την ευελιξία να μην εγγράφει στο έλλειμμα την αύξηση των αμυντικών δαπανών.
Με το κείμενο της επιτροπής ξεκαθαρίζεται το έτος αναφοράς για τον υπολογισμό της αύξησης των αμυντικών δαπανών για την Ελλάδα. Έτσι, ο πρώτος “λογαριασμός” των αυξήσεων των αμυντικών δαπανών που δεν θα εγγράφονται στο έλλειμμα θα γίνει για το 2025 σε σχέση με το 2024.
Με βάση τα στατιστικά στοιχεία, οι αμυντικές δαπάνες για την Ελλάδα θα φτάσουν για φέτος το 2,3% του ΑΕΠ, ενώ το 2024 ήταν 2,2% του ΑΕΠ. Με αυτά τα στοιχεία, η ετήσια αύξηση των δαπανών είναι 0,1% του ΑΕΠ (περίπου 250 εκατ. ευρώ). Ωστόσο, η Ελλάδα έχει ενημερώσει τις Βρυξέλλες, ότι έχει ήδη εγκριθεί από την Βουλή ένα νέο διευρυμένο εξοπλιστικό πρόγραμμα, το οποίο θα φτάσει τα 28 δισ. ευρώ μέχρι και το 2036. Όταν ενσωματωθούν οι δαπάνες του νέου αυτού προγράμματος, τότε η ετήσιες δαπάνες μπορεί να αυξηθούν περαιτέρω.
Το “φρένο”
Ωστόσο, στο κείμενο της Κομισιόν, δεν παρέλειψε να βάλει και ένα έμμεσο “φρένο” σε μια ανεξέλεγκτη αύξηση των πρωτογενών δαπανών από την Ελλάδα, για τις ανάγκες της άμυνας. Συγκεκριμένα, σχολιάζοντας την επίπτωση σε έλλειμμα και χρέος τόνιζε ότι πιθανότατα η επίπτωση αυτή θα απαιτούσε πρόσθετη δημοσιονομική προσαρμογή μετά την περίοδο ενεργοποίησης της εθνικής ρήτρας διαφυγής, προκειμένου να πληρούνται οι απαιτήσεις του δημοσιονομικού πλαισίου, συμπεριλαμβανομένης της διασφάλισης ότι ο λόγος χρέους τίθεται ή παραμένει σε εύλογα καθοδική πορεία ή παραμένει σε συνετά επίπεδα κάτω του 60% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα. Επίσης, θεωρούσε ότι θα έπρεπε να διασφαλίζεται και το κριτήριο του ελλείμματος. Να παραμείνει δηλαδή κάτω από το 3% του ΑΕΠ τούτο με δεδομένο – σημειώνεται- ότι η Ελλάδα αναγνωρίζει, ότι στο μέλλον, οι διαρθρωτικά υψηλότερες αμυντικές δαπάνες, ενδέχεται να απαιτήσουν πολιτικές για τη διατήρηση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας και της συμμόρφωσης με τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ.
Επιπλέον, για ορισμένες από τις συμβάσεις για στρατιωτικό εξοπλισμό που υπογράφηκαν κατά την περίοδο ενεργοποίησης της εθνικής ρήτρας διαφυγής, η παράδοση μπορεί να πραγματοποιηθεί σε μεταγενέστερο στάδιο, επηρεάζοντας έτσι τα δημόσια οικονομικά μόνο μετά την περίοδο ενεργοποίησης της ρήτρας. Για να αντιμετωπιστεί αυτό το ενδεχόμενο, η ευελιξία που παρέχεται βάσει της εθνικής ρήτρας διαφυγής θα πρέπει επίσης ισχύει και για αμυντικές δαπάνες που συνδέονται με τέτοια μεταγενέστερη παράδοση, υπό την προϋπόθεση ότι οι αντίστοιχες συμβάσεις υπογράφηκαν κατά την περίοδο ενεργοποίησης της ρήτρας και ότι αυτές οι καθυστερημένες αμυντικές δαπάνες παραμένουν εντός του συνολικού ανώτατου ορίου που αναφέρεται παραπάνω.
Πηγή: capital.gr